Γρηγορίου Λαρεντζάκη
Καθηγητοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Graz
Ἄρχοντος
Μέγα Πρωτονοταρίου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου
Πρόταση λύσεως
Ἡ ἑνιαία λύση εἶναι δυνατόν νά σημαίνει: 1ον κοινή καί ἀδιαπραγμάτευτη πίστη στήν οὐσία τοῦ Μυστηρίου τῆς Θείας Κοινωνίας τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Κυρίου, «καθιστῶν ἡμᾶς‚ βασιλείας οὐρανῶν πλήρωμα», καί μάλιστα ἀπό τόν χρόνο τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου ἀδιάκοπα καί ἀναμφισβἠτητα μέχρι σήμερα καί 2ον ὅτι ὁ τρόπος τῆς μεταδόσεως τῆς Θείας Κοινωνίας δύναται νά πραγματοποιεῖται σύμφωνα μέ τίς ποιμαντικές ἀνάγκες τῶν πιστῶν ἀναλόγως μέ τά μέτρα, τά ὁποῖα σέ χρόνους ἀνάγκης καί κρίσεων ἐπιβάλλονται στίς διάφορες χῶρες. Ἡ ἐφαρμογή τοῦ τρόπου αὐτοῦ μπορεῖ νά πραγματοποιηθεῖ χρησιμοποιοῦντες καί τήν ἐκκλησιαστικήν Οἰκονομίαν ὅπου δεῖ χρονικά ἤ τοπικά, μέ ἀλληλοσεβασμό καί χωρίς νά καταδικάζεται ἡ μία ἤ ἡ ἄλλη ἐκκλησιαστικά προτεινόμενη μορφή. Ἡ Οἰκονομία στήν περίπτωση αὐτή μπορεῖ νά χρησιμοποιηθεῖ, ὅπως ὁρισε ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί στήν περίπτωση τῶν κωλυμάτων τοῦ γάμου: «Ἡ δυνατότης ἐφαρμογῆς τῆς ἐκκλησιαστικῆς οἰκονομίας ὡς πρός τά κωλύματα γάμου (πρόταση ἀντ’ αὐτοῦ: ὡς πρός τόν τρόπον μεταδόσεως τῆς Θείας Κοινωνίας) δέον ὅπως νά ἀντιμετωπίζεται ὑπό τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ἑκάστης αὐτοκεφάλου Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, συμφώνως πρός τάς ἀρχάς τῶν ἱερῶν κανόνων, ἐν πνεύματι ποιμαντικῆς διακρίσεως, ἐπί τῷ σκοπῷ τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου.»
Οἱ λύσεις αὐτές βασίζονται καί σέ παραδόσεις αἰώνων τῆς Ἐκκλησίας μας, τίς ὁποῖες μᾶς ἔχουν παραδόσει οἱ ἑκάστοτε Ἅγιοι πατέρες μας τῆς κάθε ἐποχῆς, λύσεις οἱ ὁποῖες ἔχουν ἐφαρμοσθεῖ κατά διάφορα χρονικά διαστήματα καί σέ διαφορετικές κατά Τόπους Ἐκκλησίες. Ἡ μία παράδοση εἶναι περίπου τῆς πρώτης χιλιετίας, ἡ ἄλλη παράδοση τῆς δευτέρας χιλιετίας. Καί οἱ δύο παραδόσεις εἶναι τῶν Ἁγίων Πατέρων καί τῆς Ἐκκλησίας μας. Τοῦτο σημαἰνει, ὅτι δέν εἶναι πάντοτε καί παντοῦ ἀναγκαία ἡ πλήρης ὁμοιομορφία τοῦ τρόπου μεταδόσεως τῆς Θείας Κοινωνίας. Ὅπου καί ὅταν χρειάζεται μπορεῖ νά ληφθεῖ καί ἡ ἀνάλογη ἀπόφαση, ἤ προσωρινά, ἤ μόνιμα, ἤ καί διατηρῶντας τόν γνωστό καί σύγχρονό μας τρόπο. Γιά θέματα πίστεως καί τάξεως ἐπικαλούμεθα συνήθως τήν διδασκαλία καί τήν πράξη τῆς πρὠτης χιλιετίας.
Πάντα ὅμως ἡ Ἐκκλησία ἀντιμετώπιζε νέα καί ἐπίκαιρα προβλήματα μέ ἀνάλογες νέες λύσεις, ὄχι μόνον στά ποιμαντικά, ἀλλά ἀκόμα καί στά πιό κεντρικά δογματικά θέματα τῶν διαφόρων ἐποχῶν καί μέ Οἰκουμενικές Συνόδους. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνας ζωντανός καί ἐλεύθερος ὀργανισμός ζῶν καί αὐξάνων ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι.
Ἡ ἑνιαία λύση εἶναι δυνατόν νά σημαίνει: 1ον κοινή καί ἀδιαπραγμάτευτη πίστη στήν οὐσία τοῦ Μυστηρίου τῆς Θείας Κοινωνίας τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Κυρίου, «καθιστῶν ἡμᾶς‚ βασιλείας οὐρανῶν πλήρωμα», καί μάλιστα ἀπό τόν χρόνο τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου ἀδιάκοπα καί ἀναμφισβἠτητα μέχρι σήμερα καί 2ον ὅτι ὁ τρόπος τῆς μεταδόσεως τῆς Θείας Κοινωνίας δύναται νά πραγματοποιεῖται σύμφωνα μέ τίς ποιμαντικές ἀνάγκες τῶν πιστῶν ἀναλόγως μέ τά μέτρα, τά ὁποῖα σέ χρόνους ἀνάγκης καί κρίσεων ἐπιβάλλονται στίς διάφορες χῶρες. Ἡ ἐφαρμογή τοῦ τρόπου αὐτοῦ μπορεῖ νά πραγματοποιηθεῖ χρησιμοποιοῦντες καί τήν ἐκκλησιαστικήν Οἰκονομίαν ὅπου δεῖ χρονικά ἤ τοπικά, μέ ἀλληλοσεβασμό καί χωρίς νά καταδικάζεται ἡ μία ἤ ἡ ἄλλη ἐκκλησιαστικά προτεινόμενη μορφή. Ἡ Οἰκονομία στήν περίπτωση αὐτή μπορεῖ νά χρησιμοποιηθεῖ, ὅπως ὁρισε ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί στήν περίπτωση τῶν κωλυμάτων τοῦ γάμου: «Ἡ δυνατότης ἐφαρμογῆς τῆς ἐκκλησιαστικῆς οἰκονομίας ὡς πρός τά κωλύματα γάμου (πρόταση ἀντ’ αὐτοῦ: ὡς πρός τόν τρόπον μεταδόσεως τῆς Θείας Κοινωνίας) δέον ὅπως νά ἀντιμετωπίζεται ὑπό τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ἑκάστης αὐτοκεφάλου Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, συμφώνως πρός τάς ἀρχάς τῶν ἱερῶν κανόνων, ἐν πνεύματι ποιμαντικῆς διακρίσεως, ἐπί τῷ σκοπῷ τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου.»
Οἱ λύσεις αὐτές βασίζονται καί σέ παραδόσεις αἰώνων τῆς Ἐκκλησίας μας, τίς ὁποῖες μᾶς ἔχουν παραδόσει οἱ ἑκάστοτε Ἅγιοι πατέρες μας τῆς κάθε ἐποχῆς, λύσεις οἱ ὁποῖες ἔχουν ἐφαρμοσθεῖ κατά διάφορα χρονικά διαστήματα καί σέ διαφορετικές κατά Τόπους Ἐκκλησίες. Ἡ μία παράδοση εἶναι περίπου τῆς πρώτης χιλιετίας, ἡ ἄλλη παράδοση τῆς δευτέρας χιλιετίας. Καί οἱ δύο παραδόσεις εἶναι τῶν Ἁγίων Πατέρων καί τῆς Ἐκκλησίας μας. Τοῦτο σημαἰνει, ὅτι δέν εἶναι πάντοτε καί παντοῦ ἀναγκαία ἡ πλήρης ὁμοιομορφία τοῦ τρόπου μεταδόσεως τῆς Θείας Κοινωνίας. Ὅπου καί ὅταν χρειάζεται μπορεῖ νά ληφθεῖ καί ἡ ἀνάλογη ἀπόφαση, ἤ προσωρινά, ἤ μόνιμα, ἤ καί διατηρῶντας τόν γνωστό καί σύγχρονό μας τρόπο. Γιά θέματα πίστεως καί τάξεως ἐπικαλούμεθα συνήθως τήν διδασκαλία καί τήν πράξη τῆς πρὠτης χιλιετίας.
Πάντα ὅμως ἡ Ἐκκλησία ἀντιμετώπιζε νέα καί ἐπίκαιρα προβλήματα μέ ἀνάλογες νέες λύσεις, ὄχι μόνον στά ποιμαντικά, ἀλλά ἀκόμα καί στά πιό κεντρικά δογματικά θέματα τῶν διαφόρων ἐποχῶν καί μέ Οἰκουμενικές Συνόδους. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνας ζωντανός καί ἐλεύθερος ὀργανισμός ζῶν καί αὐξάνων ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι.
Ολόκληρο το άρθρο του Καθηγητού στη συνέχεια.