Του Μ. Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Τσέτση
Όσο πλησιάζει η ημέρα του Πάσχα, τόσο εντείνεται η διελκυστίνδα στο Ελλαδικό χώρο, μεταξύ αυτών που επικροτούν τα αυστηρά Κυβερνητικά μέτρα για την καταπολέμηση της πανδημίας του κορωνοϊού και συμμορφώνονται με τις υποδείξεις της Πολιτείας και της Εκκλησίας «μένοντες στο σπίτι», και εκείνων που θεωρούν τις ενέργειες των Αρχών ως ανάμειξη εις τα του Οίκου του Θεού, χαρακτηρίζοντας πολιτικούς και κορυφαίους επιδημιολόγους ως άθεους και βλάσφημους Εκκλησιομάχους, αλλά και προτρέποντας την Ιεραρχία να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων. Έστω αν η πρόθεση Πολιτείας τε και Εκκλησίας αποσκοπεί απλώς και μόνον στην προστασία του ανθρώπου από την μάστιγα του θανατηφόρου αυτού ιού. Του κάθε ανθρώπου που είναι πλασμένος κατ΄εικόνα Θεού.
Είναι γνωστό πως η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Ελλάδος, κατανοώντας «απόλυτα την αγωνία της Ελληνικής Πολιτείας την κρίσιμη αυτή περίοδο», και εκτιμώντας «τον διακριτικό τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται τη συγκεκριμένη κρίση, έχοντας ως κριτήριο πάντοτε την διαφύλαξη της δημόσιας υγείας», προέτρεψε όλους «να τηρούν απαρέγκλιτα τις υποδείξεις των υγειονομικών αρχών και των ειδικών επιστημόνων και να μην παρασύρονται από εκείνους οι οποίοι τους υποδεικνύουν την παρακοή, η οποία στην παρούσα χρονική συγκυρία δεν δικαιολογείται ούτε εν ονόματι της χριστιανικής πίστης. Η πίστη στο Χριστό αποτελεί πρόξενο ζωής και όχι θανάτου».
Φωνή βοώντος εν τη ερήμω! Διότι μεταξύ αυτών που υπέθαλψαν την παρακοή, υπήρξαν, ευτυχώς ολίγιστοι, Αρχιερείς, πληθύς, όμως, «αδέσποτων» ιερέων, οι οποίοι, αψηφώντας τις προτροπές της ΔΙΣ, ενήργησαν προκλητικά και με τρόπο που όζει Κογνκρεγκασιοναλισμό. Αγνοούν μήπως ότι Εκκλησία μας είναι Επισκοποκεντρική; Όταν κάποιος από υπεροψία, αυτοπροβολή και υστεροφημία καταργεί με τις ενέργειές του την Επισκοπική δομή της Ορθοδόξου Εκκλησίας και πολιτεύεται κατά το δοκούν, απλώς προτεσταντίζει. Τοιουτοτρόπως, αυτονόμως ενεργούντες, πολλοί λειτούργησαν με ανοικτές θύρες, έτεροι αρθογράφησαν και ένιοι έστειλαν απανταχούσες στον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών, κατακρίνοντας την απόφαση της ΔΙΣ και ζητώντας από αυτήν την αλλαγή ρότας.
Σε στενές φιλικές συναναστροφές, οσάκις γίνεται λόγος για την περιρρέουσα ατμόσφαιρα σε ορισμένα Ελλαδικά Εκκλησιαστικά και παραεκκλησιατικά κυκλώματα, συνηθίζω να λέγω κάτι το οποίο θα ήθελα ευσεβάστως να δηλώσω δημοσίως σήμερα, έστω και αν κατακριθώ από παντός είδους θεμελιοκράτες.
Αν η Εκκλησία της Ελλάδος, από τις δεκαετίες ήδη του ‘40 και ’50, κάθιζε στο «σκαμνί» μερικούς ταραξίες και δημαγωγούς ιερείς της εποχής εκείνης, που αγνοώντας τον τοπικό Επίσκοπο, αλώνιζαν την Αττική και την ελληνική ύπαιθρο ενεργούντες ως «κράτος εν κράτει» ή, καλύτερα, ως «εκκλησία εν Εκκλησία», και επέβαλλε σ’αυτούς τις δέουσες κυρώσεις, δεν θα φθάναμε στη σημερινή κατάντια, όπου κυριαρχεί ανυπακοή και ασυδοσία ουκ ολίγων λαοπλάνων κληρικών.
Σε πρόσφατο κήρυγμά του, ο Μητροπολίτης Βεροίας Παντελεήμων παρατηρούσε ότι «βαδίζοντας πρός τό Πάθος τοῦ Κυρίου μας καί πρός τό Ἅγιο Πάσχα, ἕνα Πάσχα διαφορετικό ἀπό αὐτό πού ζούσαμε τά προηγούμενα χρόνια, καθώς οἱ συνθῆκες τῆς πανδημίας πού πλήττει τόν κόσμο καί τή χώρα μας, μᾶς κρατοῦν ἀναγκαστικά μακριά ἀπό τίς ἱερές μας συνήθειες, ἄς μήν ἐμπλακοῦμε οὔτε σέ κρίσεις καί κατακρίσεις ἀδελφῶν μας οὔτε σέ ἐκδηλώσεις ὑπερβάλλοντος ζήλου καί οὐ κατ᾽ ἐπίγνωσιν εὐσεβείας». Και δυστυχώς, πολλοί το κάνουν.
Όντως, το φετεινό Πάσχα θα είναι εντελώς διάφορο από εκείνο που βιώναμε από αμνημονεύτων χρόνων στις απανταχού της οικουμένης Ορθόδοξες Εκκλησίες. Όπως εισηγήθηκε με την Εγκύκλιό της η ΔΙΣ της Εκκλησίας της Ελλάδος, θα ήταν ευχής έργον «να περάσει σύντομα ο κίνδυνος, ώστε όλοι μαζί (Κλήρος και λαός) να αξιωθούμε να εορτάσουμε την Λαμπροφόρο Ανάσταση του Κυρίου μας με πανηγυρική Αναστάσιμη Παννυχίδα, κατά την Απόδοση της Μεγάλης Εορτής του Πάσχα, δηλαδή κατά το μεσονύκτιο μεταξύ Τρίτης 26 προς Τετάρτη 27 Μαΐου 2020». Μακάρι.
Αν όμως οι συγκυρίες δεν το επιτρέψουν, να μη λιποψυχούμε. Οι Ορθόδοξοι δεν εορτάζουν Πάσχα μόνο την ημέρα της Λαμπρής και το σαρανταήμερο που ακολουθεί μέχρι την Απόδοση της Εορτής, παραμονή της Αναλήψεως. Εορτάζουν Πάσχα και ψάλλουν το Χριστός Ανέστη (με κάποιες παραλλαγές) πενήντα δύο Κυριακές τον χρόνο. Διότι, όπως ελέχθη από πολλούς κατά τις συζητήσες που γίνονται επ’εσχάτων, κάθε Κυριακάτικη Θ. Λειτουργία είναι ένα Αναστάσιμο γεγονός. Είναι Πάσχα.
Το Αναστασιματάριο, από την αρχή μέχρι το τέλος του κάθε Κυριακάτικου Όρθρου, με τα Καθίσματά του, τις Ωδές του, τα Εξαποστειλάρια, τους Αίνους και τα Εωθινά του Δοξαστικά, που δέν υπολείπονται σε θεολογικό βάθος και ποιητικό κάλλος από εκείνα της Πασχαλινής νύκτας, δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να μας υπενθυμίζει ότι «Ανέστη Χριστός λύσας θανάτου τα δεσμά…», ότι «Χριστού την Ανάστασιν προσκυνούντες ου παυόμεθα…», ότι ο Κύριος, «αναστάς εκ νεκρών αθανασίαν παρέσχε τω γένει των ανθρώπων», και τέλος ότι «Χριστός Ανέστη εκ νεκρών, ο Σωτήρ του Κόσμου, και επλήρωσε τα σύμπαντα ευωδίας. Χαίρετε λαοί και αγαλλιάσθε».
Πολλοί εκφράζουν την πικρία τους διότι φέτος δε θα γιορτάσουν Πάσχα και θα μείνουν ακοινώνητοι. Το ερώτημα είναι περί ποίου Πάσχα γίνεται λόγος;
Αυτό που βλέπουμε εδώ και δεκαετίες, είναι χιλιάδες κόσμου να κατακλύζουν τον πέριξ του Ναού χώρο την νύκτα του Πάσχα, να διασκορπίζονται, όμως, «ως εκλείπει καπνός» και να εξαφανίζονται «ως τήκεται κηρός από προσώπου πυρός» μόλις ηχήσει το «Χριστός Ανέστη». Αδιαφορώντας πλήρως για όσα θα ακολουθήσουν μέσα στον Ναό ευθύς μετά το χαρμόσυνο αυτό άγγελμα, εγκαταλείποντας μόνους κι έρημους λειτουργούς, ψάλτες και μια δράκα όντως πιστών, να τελέσουν την Πασχάλια Θεία Λειτουργία, που είναι αρχή και πρότυπο κάθε Ευχαριστιακής Συνάξεως.
Θα λεχθεί, ενδεχομένως, πως έτσι είναι το «Πάσχα Ελλήνων»! Είναι, όμως, «Πάσχα Κυρίου»;
Πολύ σωστά! Αν η Εκκλησία είχε βάλει στη θέση τους τους ταραξίες σήμερα η εν Ελλάδι Εκκλησία θα ήταν διαφορετική!
Ο σάλος