Το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσαλονίκης επισκέφθηκε απόψε, Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2019, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος για τη τελετή λήξης του διεθνούς διαγωνισμού με θέμα «Κόσμημα εμπνευσμένο από το Βυζάντιο-Βυζαντινή Σαγήνη».
Ο Πατριάρχης εγκαινίασε, επίσης, δυο εικαστικές εκθέσεις: των Νικητών Δημιουργών του Διαγωνισμού Κοσμήματος, με τίτλο, Κοσμίδια Χρυσού και Πολιτίμων Λίθων, και της εικαστικού Μαρίας Κομπατσιάρη με τίτλο, «Μολυβδόβουλα: Σφραγίζοντας την Κληρονομιά του Βυζαντίου».
Η τελετή ολοκληρώθηκε με το φωνητικό σύνολο του Πανεπιστημίου Μακεδονίας υπό τη διεύθυνση της Μαρίας-Εμμας Μελιγκοπούλου.
Στον χαιρετισμό του ο Οικουμενικός Πατριάρχης υπογράμμισε ότι το κόσμημα “αποκαλύπτει τον τον πολιτιστικό περίγυρο της εκάστοτε εποχής, μαρτυρεί περί της ποιότητος του καλλιτεχνικού αισθητηρίου εκάστης περιόδου και περί της ιεραρχήσεως των αξιών εν αυτή”.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία, πρόσθεσε, πολλές φορές παρουσιάζεται ως καταπολεμούσα το κόσμημα και τον καλλωπισμό, αλλά σε αυτό υπάρχει μια παρερμηνεία. Η καλλιτεχνική δημιουργία και η χρήση υλικών στοιχείων για τη διακόσμηση , η έμπνευση και η αποκάλυψις του βάθους των πραγμάτων δια της τέχνης “αποτελούν έκφραση της Θεοδωρήτου δημιουργικότητος του ανθρώπου και συμβάλλουν εις τον πολιτισμόν και την πνευματικήν ανάπτυξίν του”, ανέφερε ο Οικουμενικός Πατριάρχης.
“Η Εκκλησία δεν απορρίπτει τον κόσμον αλλά τον μεταμορφώνει. Αναδεικνύει τον άνθρωπον εις Θεού συνεργό” επισήμανε και συμπλήρωσε πως “αναγνωρίζομεν τον υψηλόν πολιτισμόν και τα επιτεύγματα των πατέρων μας, όχι μόνο εις τη διάσταση των πνευματικών τοιούτων αλλά και στην υλική των μορφή και εξέλιξη”.
Ο μητροπολίτης Άνθιμος, ο οποίος κατέχει τη θέση του πρόεδρου της “Βυζαντινής Θεσσαλονίκης”, σημείωσε ότι “ ευγνωμονούμε και ευχαριστούμε από καρδιάς τον Θεό που ενέπνευσε στον Πατριάρχη την απόφαση να ανταποκριθεί στην πρόσκληση. Απευθυνόμενος στον κ. Βαρθολομαίο και μιλώντας εκτός κειμένου είπε “ δεν θα σας πω απλώς σας σέβομαι, που είναι σαφές, αλλά θα πω ότι σας αγαπώ πάρα πολύ”. Πρόσθεσε δε, ότι η Θεσσαλονίκη είναι σχεδόν η μοναδική από πολλές πόλεις του ελληνικού χώρου, η οποία διατήρησε ανά τους αιώνας τον αστικό χαρακτήρα της αλώβητο, την ελληνικότητά της αδιάκοπη και την ορθόδοξη πίστη ζώσα, παρά την κατά περιόδους κοσμοπολιτική σύνθεση των κοινοτήτων.