Του πρωτ/ρου Αυγουστίνου Μπαϊραχτάρη
Επ. Καθ. Π.Α.Ε.Α.Κ.
Το διήμερο 30-31 Μαρτίου 2019 πραγματοποιήθηκε στους φιλόξενους και ιστορικούς χώρους του Trinity Hall του Πανεπιστημίου του Cambridge, διεθνές συνέδριο με θέμα “Green Theology Emerging 21st century Muslim and Christian Discourses on Ecology”, υπό την αιγίδα και την υποστήριξη τεσσάρων φορέων του Cambridge Muslim College, του Universität Tübingen, του University of St. Andrews και του St. Andrew’s Biblical Theological Institute. Συμμετείχαν αξιόλογοι σύνεδροι, όπως οι David Ford, Daniel Madigan, Alexei Bodrov, Tim Winter, Cristoph Schwöbel Leila Demiri, Rusmir Mahmutéehajic τόσο από τον χώρο της χριστιανικής, ακαδημαϊκής, θεολογικής σκέψης, όσο και από τον χώρο των μουσουλμανικών θρησκευτικών σπουδών.
Μεταξύ των εισηγητών του συνεδρίου ήταν και ο πρωτοπρ. Αυγουστίνος Μπαϊραχτάρης, Επ. Καθ. της Π.Α.Ε.Α.Κ., με θέμα: «The ecological crisis as a challenge for Religious Connectedness and Reconciliation». Η θεματολογία των εισηγήσεων ήταν πολύπλευρη καλύπτοντας πολλές διαστάσεις του κεντρικού ζητήματος, δηλαδή της λεγόμενης «Πράσινης Θεολογίας». Αρμονία και χάος στον κόσμο, επαναπροσδιορίζοντας την ανθρωπολογική και κοσμολογική αντίληψη σε σχέση με τον Θεό, μεταξύ του Παραδείσου και της Γης, ήταν μερικές μόνο από τις αναφορές, οι οποίες παρουσίασαν ιδιαίτερο επιστημονικό ενδιαφέρον προκαλώντας ζωηρό διάλογο. Έγινε φανερό λοιπόν μέσα από τις εισηγήσεις ότι, οι λεγόμενες Αβρααμικές παραδόσεις επιδίωξαν στα ιερά τους κείμενα να ερμηνεύσουν μ’ ένα τρόπο δυναμικό τη φυσική δημιουργία, άλλοτε μέσω της αρμονίας (musica universalis), άλλοτε μέσω της ισορροπίας (mizan) και άλλοτε μέσω της διακονίας (Γεν.2:15).
Ο γράφων αρχικά παρουσίασε με τρόπο αναλυτικό την πολύχρονη και δραστήρια οικολογική δράση του Οικουμενικού Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως κ. Βαρθολομαίου, του επονομαζόμενου και αλλιώς «ο πράσινος Πατριάρχης», ο οποίος μέσα από τη σύγκλιση επιστημονικών συνεδρίων και διαθρησκειακών συναντήσεων, πάντοτε με θέμα τη σύνδεση οικολογίας – θεολογίας, επιδιώκει με συνέπεια από τη μία πλευρά την καλλιέργεια μίας θεολογικής πρότασης θεμελιωμένη στο σεβασμό των δικαιωμάτων της φύσης και από την άλλη πλευρά αγωνίζεται για την εμπέδωση της θεολογίας της ευθύνης και της διακονίας του ανθρώπου προς όλη την κτίση.
Στο δεύτερο μέρος της εισήγησής του ο ομιλητής, βασιζόμενος στα παραχθέντα και συμφωνηθέντα κείμενα του οικουμενικού διαλόγου των σχετικών επιτροπών Π.Σ.Ε., παρουσίασε σε τέσσερα κεφάλαια την εξάρτηση και την παράλληλα υφιστάμενη επιρροή μεταξύ της οικολογικής κρίσης και της σύγχρονης, χωρίς όρια, τεχνολογικής ανάπτυξης, δείγμα της πολιτιστικής αστοχίας και της πνευματικής πτώχευσης του 20ου και 21ου αιώνα. Οικο-θεολογία και κλιματική δικαιοσύνη έχουν προσδιοριστεί ήδη από το 2013 ως δύο σημεία – κλειδιά της μελλοντικής ανάπτυξης και εργασίας του Συμβουλίου. Γίνεται συνεπώς σαφές ότι η οικο-θεολογία και η κλιματική – οικονομική δικαιοσύνη αποτελούν δομικά στοιχεία της παγκόσμιας πορείας προς την επικράτηση της ειρήνης σε επίπεδο παγκόσμιο.
Καθήκον λοιπόν των θρησκειών και των πολιτισμών είναι η διαμόρφωση, μέσω της θεολογικής εκπαιδευτικής διαδικασίας, ενός νέου συστήματος περιβαλλοντολογικών ηθικών αξιών (biocentric and ecocentric ethics) και η αποδοχή ενός νέου τρόπου ζωής, που θα βασίζεται στην οικολογική ευθύνη. Εάν το οικολογικό ζήτημα τεθεί εκτός και πέραν του ανθρωπολογικού ορίζοντα, τότε δεν θα επιτύχουμε ως σκεπτόμενη ανθρωπότητα τίποτα άλλο, παρά μια αποσπασματική αντιμετώπιση και επιδερμική θεραπεία.
Καθίσταται εν ολίγοις επιβεβλημένη μία μορφή επαναπροσδιορισμού της σχέσης του ανθρώπου με τον πλησίον και κατ’ επέκταση με την κτίση ως δημιούργημα του Θεού, έτσι ώστε να μεταβούμε από την αγάπη προς τον γείτονα (πλησίον) σε μία περιεκτικότερη και πληρέστερη αγάπη προς τη γειτονιά (κτίση), μία διάσταση η οποία συνεπώς συμπεριλαμβάνει και τον άνθρωπο, δηλαδή κινούμαστε διά του μέρους προς τον όλον. Επιβεβλημένο είναι επίσης ν’ αποφευχθεί κάθε σύγχυση ή θρησκόληπτη αντίληψη περί λατρείας της φύσης, όταν ομιλούμε περί της «ιερότητας» (sacre) της φύσης. Εξάλλου, στοιχεία της φύσεως χρησιμοποιούνται και στην εκκλησιαστική ιερουργία και στη μυστηριολογία της Εκκλησίας εν γένει (π.χ. νερό, αμπέλι (οίνος), σιτάρι (άρτος), λάδι κα.
Δυστυχώς μία εσφαλμένη και μονοδιάστατη ερμηνεία του δόγματος περί της σωτηρίας του ανθρώπου εδραίωσε την αντίληψη ότι ο πιστός οφείλει, προκειμένου να κερδίσει την «ατομική» του σωτηρία (personal salvation), να καταπολεμήσει καθετί το υλικό, καθετί που δεν συνδέεται με τον κόσμο της υπερβατικότητας του πνεύματος και καθετί που γίνεται αντιληπτό μέσω των αισθήσεων, διότι θεωρήθηκε ότι ανήκει στη σφαίρα επιρροής και εξουσίας του Διαβόλου. Έτσι υπήρξε ταύτιση της ύλης με την κακότητα και του πνεύματος με την καλότητα και κατ’ επέκταση θεμελιώθηκε κακώς η αντίληψη ότι ο άνθρωπος είναι ο κυρίαρχος εξουσιαστής της υλικής δημιουργίας την οποία έχει το δικαίωμα να τη μεταχειρίζεται κατά το δοκούν. Έτσι η ανθρώπινη διάνοια του χριστιανικού μεσαίωνα προχώρησε σε μία τραγικών συνεπειών από-ιεροποίηση της φύσης επιδιώκοντας την έκσταση του ανθρώπου μέσα από την άρνηση του φυσικού περιβάλλοντος, αγνοώντας έτσι ακόμη και το ίδιο το γεγονός της Ενσάρκωσης του Λόγου, της Μεταμόρφωσης του Κυρίου και της ευχαριστιακής μεταβολής των Αχράντων δώρων σε Σώμα και Αίμα Κυρίου. Έτσι και η συλλογική διάσταση της σωτηρίας απωλέσθη και η κτίση παραδόθηκε στη βούληση της εξουσιαστικής μανίας του αναπτυσσόμενου ανθρώπου.
Ωστόσο, είναι αναγκαίο μία εκ νέου ερμηνευτική προσέγγιση των κειμένων, όπου παρατηρούμε ότι ο Δημιουργός Θεός δεν παρέδωσε τη γη στους ανθρώπους, αλλά τους ανθρώπους στη γη. Δύο παραδείγματα αποδεικνύουν τη σχετική αναφορά: α) μετά την πτώση των πρωτοπλάστων ο Θεός τους απομακρύνει από τη γη Του και β) την περίοδο της Βαβυλώνιας αιχμαλωσίας εξορίζει τους Ισραηλίτες, ώστε η γη να ξεκουραστεί από τις αμαρτίες των ανθρώπων. Γενικότερα στη βιβλική γραμματεία απουσιάζει η έννοια της ιδιοκτησίας και της κατοχής εγωκεντρικού και ευδαιμονικού υλικού πλούτου. Ο υλικός πλούτος γίνεται σχεδόν συνώνυμος της αμαρτίας.
Συμπερασματικά τρία πράγματα οφείλουν να λάβουν χώρα για να υπάρξει μία ουσιαστική μεταβολή της πορείας των εν λόγω πραγμάτων:
1. Οικολογική αναδιαμόρφωση των θρησκειών (η γη είναι το σπίτι όλων μας, καθώς δεν υπάρχει μουσουλμανικό ποτάμι, Ορθόδοξη θάλασσα, Προτεσταντική λίμνη ή Ρωμαιοκαθολικό δάσος)
2. Ανάπτυξη της λεγόμενης «φροντίδα της γης» (σεβασμό της βιοποικιλίας)
3. Θεμελίωση της λεγόμενης «πνευματικότητα της αντίστασης» (επικοινωνία, αλληλεγγύη, συμφιλίωση)