ΕΚΚΛΗΣΙΑ-ΠΟΛΙΤΕΙΑ
ΤΟΤΕ (1987) ΚΑΙ ΤΩΡΑ
Μητροπολίτη Αρκαλοχωρίου Ανδρέα
Η διελκυστίνδα στις σχέσεις Εκκλησίας και κράτους είναι πολύτροπη και πολύπαθη, αρχής γενομένης από την πολιτειοκρατία και τη δήμευση των μοναστηριακών κτημάτων, όπως συνέβη σε όλα τα έθνη-κράτη των Βαλκανίων. Όλοι πλέον συγκλίνουμε στη θέση ότι ο σκοπός τους έθνους-κράτους, που δημιουργήθηκε από την ιδεολογία του Διαφωτισμού και της Γαλλικής επανάστασης (1789), είναι η διάπλαση της εθνικής ταυτότητας και συνείδησης, ενώ ο αταλάντευτος και αδιαπραγμάτευτος σκοπός της Εκκλησίας είναι η σωτηρία του ανθρώπου, μέσα από την ανάδειξη Αγίων, που οδηγούν στην ορατή ενότητα ουρανίων και επιγείων, νοητών και αισθητών. Μνημονεύω τους Αγίους από το τα τέλη του 20ου αιώνα: Πορφύριο Καυσοκαλυβίτη, Παΐσιο Αγιορείτη, Ιάκωβο Τσαλίκη, Σοφία της Κλεισούρας. Η Εκκλησία τελετουργεί τον επίγειο και ουράνιο προορισμό της, ανεξάρτητα από τη μορφή, το σχήμα ή το χρώμα που λαμβάνει το κέλυφος αυτού του μεταβαλλόμενου κόσμου και πέραν πάσης ανθρώπινης λογικής. Χάριτι Θεού, πορεύεται στη διακονία αυτού του κόσμου, στην εποχή της νεωτερικότητας και της μετανεωτερικότητας.
Αλλά ας έλθουμε στα των ημερών μας. Το να λέμε και να επαναλαμβάνουμε, να διακηρύττουμε δηλαδή, ότι «εξορθολογίζουμε» τις σχέσεις Εκκλησίας-Πολιτείας», σημαίνει ότι κρατιούνται καλά δεμένες οι πολιτικές επιλογές στον κόσμο της νεωτερικότητας, του Διαφωτισμού, της Γαλλικής επανάστασης και του ορθού λόγου, με ό,τι αυτό σημαίνει και σηματοδοτεί για την εγκόσμια προοδευτικότητα και την ορατή καινοτομία.
Έρχομαι στο προκείμενο, το τότε σε σχέση με το τώρα. Το 1987 ο μακαρίτης ο Τρίτσης αποφάσιζε την αποψίλωση της Εκκλησίας από την εναπομείνασα περιουσία της, που ανέρχεται σε 1.282.300 στρέμματα, εκ των οποίων 367.000 στρμ. είναι δασικά, 745.000 στρμ. βοσκοτόπια και μόνον τα 169.900 στρμ. γεωργική, καλλιεργήσιμη γη, που αντιστοιχούν στο 0,48% του συνόλου της γεωργικής γης της χώρας μας, ενώ το Δημόσιο κατέχει 43.598.000 στρμ., η τοπική αυτοδιοίκηση 15.553.200 στρμ. και οι συνεταιρισμοί 1.098.400 στρμ. Η Εκκλησία αντέστη, διότι, πολύ περισσότερο στις μέρες μας, κατά τις οποίες, όπως δήλωσε ο ποντίφικας, “οι τράπεζες ευημερούν και οι άνθρωποι αυτοκτονούν”, παράσχει «τον άρτον τον επιούσιον» στο συνάνθρωπο αφειδώλευτα και ποικιλοτρόπως, χωρίς διακρίσεις θρησκείας, γλώσσας και χρώματος. Ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κυρός Σεραφείμ, απενοχοποιημένος από τις πολύμορφες ιδεολογικές αγκυλώσεις πολλών άλλων, του τότε και του σήμερα, στο μεγάλο συλλαλητήριο της πλατείας Συντάγματος, την παραμονή της κατάθεσης του νομοσχεδίου (2 Απριλίου 1987), έδωσε ένα μνημειώδες ενωτικό μήνυμα:
“Αδελφοί Έλληνες, πλήρωμα ευσεβές της Εκκλησίας μας, πιστά τέκνα Αυτής
Εύχομαι όπως ο Θεός, ο Δομήτωρ της Εκκλησίας, δηλαδή ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, φωτίση και την τελευταίαν ταύτην ώραν τους αντιπροσώπους του Έθνους, που είναι και αυτοί τέκνα της Εκκλησίας, να πράξουν το προς αυτήν και την πατρίδα μας ιερόν χρέος των, που είναι ο σεβασμός προς την ανεξαρτησίαν και το αυτοδιοίκητον της Εκκλησίας.”
Το ίδιο μήνυμα έδωσε, περίπου τριάντα χρόνια αργότερα, ο Αρχιεπίσκοπος Κρήτης Ειρηναίος, όταν είπε στον τότε αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης και σημερινό πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, που τον επισκέφθηκε στην Αρχιεπισκοπή : «Η Εκκλησία είναι μητέρα και αγκαλιάζει όλα τα παιδιά της».
Το νομοσχέδιο του Τρίτση υπερψήφισαν το ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ και το ΚΚΕ εσ. Η ΝΔ αποχώρησε όταν άρχισε η ψηφοφορία. Ο νόμος Τρίτση (1700/1987) δεν εφαρμόστηκε ποτέ. Όταν το κρασί πήρε τις βράσεις του, οι αείμνηστοι Σεραφείμ και Ανδρέας συναντήθηκαν στο Καστρί και έδωσαν τέλος στην κρίση. Κάποια, όμως, μοναστήρια, μεταξύ των οποίων και του Οσίου Λουκά της Μητροπόλεως Θηβών, προσέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και δικαιώθηκαν.
Σήμερα, οι κληρικοί με τα νόμιμα όργανά τους, σε μια πλουραλιστική και δημοκρατική κοινωνία πολιτών, διεκδικούν το αυτονόητο δικαίωμα της εργασιακής προστασίας τους. Η απόλυσή τους, για να διοριστούν στις θέσεις τους άλλοι Έλληνες πολίτες, οδηγεί σε εκκλησιαστικό ρατσισμό, γιατί στοχοποιεί τους λειτουργούς της Εκκλησίας και φανερώνει φοβία, χριστιανοφοβία. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος και οι Ιεραρχίες τους, η Σύνοδος της Εκκλησίας της Κρήτης, τα Δωδεκάνησα, το Άγιον Όρος, οι σύνδεσμοι κληρικών της ελληνικής επικράτειας, έχουν ομονοήσει σε συγκεκριμένη πρόταση: να θεσμοθετηθούν οι θέσεις των κληρικών, να δοθούν θέσεις για να διορίζονται κληρικοί στις επαρχίες του Οικουμενικού Πατριαρχείου και των άλλων πρεσβυγενών Πατριαρχείων και να λαμβάνουν οι κληρικοί τον μισθό τους κανονικά από το δημόσιο, όχι ως αποζημίωση ή επιδότηση. Η λύση δεν βρίσκεται στο πάγωμα, την αναβολή ή την καλενδοποίηση του θέματος . Ούτε βέβαια και στο αφήγημα του υπουργού Παιδείας, ότι στην Εκκλησία της Κρήτης, με το ισχύον καθεστώς, υφίστανται νομίμως περί τις 12-30 οργανικές θέσεις.
Κοντολογίς, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος και ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος περιμένουν. Τότε, τον Σεπτέμβριο του 1987, ο Ανδρέας συναντήθηκε με τον Σεραφείμ και έλυσαν το ζήτημα. Αξίζει να πιστέψουμε ότι στην Ελλάδα υπάρχουν σήμερα πολιτικά πρόσωπα που χτίζουν τείχη εκκλησιαστικού ρατσισμού με την απόλυση των κληρικών από το δημόσιο και τείχη χριστιανοφοβίας; Αν φτάσουμε εκεί, τον λόγο θα έχουν οι στίχοι του Νίκου Γκάτσου: Τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα…
Δημοσιεύτηκε στο «Έθνος της Κυριακής»