25.1 C
Athens
Τρίτη, 16 Απριλίου, 2024

Επίσκεψη Ρώσου Μητροπολίτη Ιλαρίωνα στην Αγία Έδρα – Άποψη και θέση


Ιωάννου Ορφανουδάκη (-Φόσκωλου) OFS • Καθολική Δογματική Θεολογία, CSF • Φοιτητή Ορθόδοξης Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας, ΑΠΘ • Μέλος της Futurium δεξαμενής σκέψης (think tank) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Βρυξέλλες 
Βρυξέλλες 27 Οκτωβρίου 2018, Belgique 
Ο κατήγορος μιας Ουνίας που συντηρείται από το Πατριαρχείο Μόσχας δια του εκπροσώπου του προσπαθεί, αλλά μάταια, να βρει σύμμαχο στο πρόσωπο του Πάπα Φραγκίσκου και στην Καθολική Εκκλησία. 
Δεν μπορεί να εξηγηθεί διαφορετικά, η μετά από αίτημα του Μητροπολίτη Ιλαρίωνα συνάντηση – κεκλεισμένων μάλιστα των θυρών – του επικεφαλής του τμήματος εξωτερικών υποθέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας με τον προκαθήμενο της Δυτικής (Καθολικής) Εκκλησίας στα πλαίσια της επίσκεψης του στην Αγία Έδρα την προηγούμενη εβδομάδα. 
Φαίνεται πλέον ότι κάθε θεωρητικοί σύμμαχοι εντός των κόλπων της Ανατολικής (Ορθόδοξης) Εκκλησίας με τον ένα ή τον άλλον τρόπο αδιαφορούν, κρατούν αποστάσεις, αντιδρούν ή καταδικάζουν τις κινήσεις της Εκκλησίας της Ρωσίας, άλλοι δια της στάσης τους και άλλοι δια των λόγων τους ακόμα και αν έχουμε – όπως η Ρωσία επικαλείται συνεχώς – μια φαινομενική στήριξη του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων (προς αυτήν) που όμως τις κινήσεις και τον λόγο του, πριν εκφράσουμε μια απόλυτη άποψη, θα πρέπει να την μελετήσουμε, όχι ως δέσμη αποφάσεων αλλά ως δέσμη προβληματισμών που δεν αντιβαίνει επί της ουσίας στις αποφάσεις και τις θέσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου. 
Στην συνάντηση αυτή – και δεν νομίζω να διαψευστώ – γνωρίζοντας καλύτερα την Αγία Έδρα δεν θα πρέπει να αναμένεται τίποτα το ενδιαφέρον. Η Θέση της Αγίας Έδρας, αν και δεν είναι αντικείμενο της δογματικής ή εκκλησιολογίας, ως επίσημο ή ανεπίσημο συνομιλητή της στα θέματα Ανατολικής (Ορθόδοξης) – Δυτικής (καθολικής) Εκκλησίας έβλεπε ανέκαθεν το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Επίσημο “πρώτο” της Ανατολικής Εκκλησίας έβλεπε και βλέπει τον Θρόνο της Κωνσταντινούπολης. Είναι αστείο οπότε να μιλάμε για μια αλλαγή ή προσπάθεια αλλαγής, κάτι που προσπαθεί η Ρωσία χάριν αυτού που ονομάζει πληθυσμιακή υπεροχή. 
Η Αλήθεια είναι πως – και εδώ βρίσκεται το ειρωνικό στοιχείο γιατί εν προκειμένω βοηθάει, και καλώς, το Οικουμενικό Πατριαρχείο – πως για τους καθολικούς η ύπαρξη “πρώτου” ως ορατής επί γης Κεφαλής είναι δεδομένη. Αυτό ισχύει τόσο για τους πιστούς όσο και για την Αγία Έδρα, που μετά του Πάπα αποτελεί την Κεφαλή της “ορατής (εν τω κόσμω) Εκκλησίας. Έχοντας αυτή την ιδιοσυγκρασία είναι αδύνατο να φανταστεί κανείς ότι μπορεί η Αγία Έδρα έστω να κατανοήσει την απείθεια και τις κινήσεις της Εκκλησίας της Μόσχας απέναντι στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, αφού για αυτήν η Κωνσταντινούπολη είναι η κεφαλή της Ανατολικής (Ορθόδοξης) Εκκλησίας. 
Σε κάθε γωνιά του πλανήτη οι σχέσεις των δύο Εκκλησιών εκφράζονται από εκπροσώπους της Αγίας Έδρας και του Οικουμενικό Πατριαρχείου ασχέτως αν υπάρχουν εκπρόσωποι και άλλων ορθοδόξων (συμβατικά) Εκκλησιών που συμμετέχουν στην διαμόρφωση των σχέσεων αυτών. Ακόμα η αναγνώριση του Οικουμενικού Πατριαρχείου και του προσώπου του Οικουμενικού Πατριάρχη που διαπερνά τις βαθμίδες του πληρώματος της Δυτικής (καθολικής) Εκκλησίας είναι τέτοια που και από μόνη της αποτελεί απόδειξη στην παγίωση της μνήμης κάθε πιστού σε Ιταλία, Ισπανία, Ιρλανδία, Αργεντινή, Φιλιππίνες κτλ (τυχαία αναφορά) του ποιος είναι ο “πρώτος” στην “Ανατολή”. 
Όποιες άλλες συναντήσεις, διάλογοι θα λέγαμε ότι οφείλουν σαφώς να πραγματοποιούνται, πλην όμως έχοντας σαφώς οριοθετημένη την οποία δυναμική και περιεχόμενο. 
Αν θέλαμε ενδεχομένως μάλιστα να είμαστε αυστηροί ιστορικά αλλά και “κανονικά”, εξαιρουμένου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, για ιστορικούς και εκκλησιολογικούς λόγους θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως δικαίωμα σε ένα διάλογο προκαθήμενων Ανατολής και Δύσης έχουν επίσης μόνον η Εκκλησία της Κύπρου, το Πατριαρχείο Αντιοχείας, το Πατριαρχείο Αλεξάνδρειας και το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων. Και ως αποτέλεσμα αυτής της θέσης κάθε συνάντηση άλλων προκαθημένων ή προέδρων άλλων ανατολικών (ορθοδόξων) συμβατικά Εκκλησιών μπορεί να θεωρηθεί αποτέλεσμα μιας ανοχής, που όμως αν δημιουργεί προβλήματα θα πρέπει ίσως να διακριθεί και η δυναμική αυτών να αποσαφηνιστεί στα πλαίσια της μιας Ανατολικής (Ορθόδοξης) Εκκλησίας έχουσα μια φωνή και κοινό βηματισμό. 
Πηγαίνοντας την σκέψη μου λίγο παρακάτω θα πω και τούτο. Ακόμα και αν πιστεύει κανείς πως η παρουσία του Μητροπολίτη Ιλαρίωνα στην Ρώμη μπορούσε (μπορεί) να αποφέρει καρπούς άρα την στήριξη της Ρώμης στην Μόσχα αυτό δεν πρόκειται να συμβεί για πολύ συγκεκριμένους λόγους.
Πρώτον θα εκθέσει την Εκκλησία της Ρωσίας, η οποία ενώ τρέφει και τρέφεται από την ουνία στις χώρες δορυφόρους της, η ίδια επισήμως την καταδικάζει ως αγκάθι στον διάλογο και ενδεχομένως τα ανταλλάγματα που θα της ζητηθούν να είναι τέτοια που αν τα δεχτεί η φαινομενική “ορθοδοξία” της πάει περίπατο. 
Δεύτερον, αν και η Δυτική (Καθολική) Εκκλησία είναι ένα από τα τέσσερα χριστιανικά δόγματα στην επικράτεια της Ρωσικής Ομοσπονδίας τα δικαιώματα και η ελευθερία στην έκφραση της πίστης του ενός εκατομμυρίου περίπου καθολικών Ρώσων σε πληθυσμό πιστών είναι περιορισμένα στην πράξη αφού ακόμα και οι Ιεράρχες της στην ρωσική επικράτεια είναι εγκλωβισμένοι σε μια ιδιότυπη ανεξιθρησκεία που αν και συνταγματικά κατοχυρωμένη δεν εκφράζεται πρακτικά παρά το γεγονός ότι η παρουσία της καθολικής εκκλησίας διαπερνά την ιστορία της Ρωσίας από την Μεγάλη Αικατερίνη, τους πολέμους και την ανεξαρτησία ή αυτονομία περιοχών της Μεγάλης Ρωσίας όπως της Πολωνίας και της Λιθουανίας, τον πόλεμο της Κριμαίας, την κομμουνιστική περίοδο και μέχρι πρόσφατα μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και την ανεξαρτησία των Βαλτικών Χωρών. 
Τρίτο ζήτημα είναι ότι η Ρωσία δεν αποτελεί έναν φερέγγυο συνομιλητή και αυτό προβάλει ως το κυριότερο επιχείρημα αφού από αιώνες άλλα διατείνεται και άλλα πράττει. Στο πεδίο των διορθοδόξων σχέσεων δεν θα αναφερθώ (πάλι) αφού αυτά έχουν ήδη πολλάκις εκφραστεί από πολλούς και ειδικούς τόσο θεολόγους, ακαδημαϊκούς και Ιεράρχες. Θα σταθώ στις σχέσεις Ρώμης και Μόσχας που εν προκειμένω μας ενδιαφέρει αφού “η αλεπού πήγε στο παζάρι”. 
Σε αυτό το πλαίσιο όμως θα παραθέσω τρία τέτοια γεγονότα τα οποία κάνουν την Μόσχα να φαίνεται στα μάτια όλων υμών και ημών μια Εκκλησία της οποίας η ηγεσία όχι μόνο στερείται συνειδητότητας αλλά με δεδομένο τον “θεολογικό αναλφαβητισμό” που διέπει το πλήρωμα της εύκολα το παρασύρει σε καταστάσεις αμφιβόλου δογματικής καθαρότητας. 
Πρώτο γεγονός η Συνάντηση Κορυφής της Αβάνα στις 12 Φεβρουαρίου 2016 μεταξύ του Πατριάρχη Κύριλλου και του Πάπα Φραγκίσκου. Η συνάντηση αυτή την οποία η ηγεσία (και μόνον) του Πατριαρχείου Μόσχας ήθελε διακαώς να πραγματοποιηθεί στην Μόσχα τελικά με πρόσχημα την Ουνία (και πάλι) πραγματοποιήθηκε εκτός ρωσικού εδάφους, στην Αβάνα. Στην συνάντηση αυτή την οποία εκμεταλλεύτηκε στο ακέραιο ο μητροπολίτης Ιλαρίων του οποίου και έμπνευση ήταν, δεν διατυπώθηκε τίποτα το οποίο ο Οικουμενικός Πατριάρχης δεν είχε και δεν έχει συμπεριλάβει στις συναντήσεις του με τον Πάπα εκφράζοντας το σύνολο της Ανατολικής (Ορθόδοξης) Εκκλησίας. Έπρεπε όμως να πραγματοποιηθεί επιτακτικά με σκοπό την έξοδο της Ρωσικής Εκκλησίας από την διεθνή (εκκλησιαστική) αφάνεια και να δείξει αυτή κάθε αυτή η συνάντηση πως η Ρωσική Εκκλησία ως μια “εκκλησιαστική υπερδύναμη” έχει λόγο και κύρος. Η πραγματικότητα όμως είναι πως ακριβώς επειδή η συνάντηση στην Αβάνα δεν έδωσε και δεν μπορούσε να δώσει κάτι καινούργιο γρήγορα πέρασε στην αφάνεια και δεν μνημονεύεται στους διαλόγους των δύο Εκκλησιών παρά μόνο από την Εκκλησία της Ρωσίας. Ο Πατριάρχης Κύριλλος φαίνεται να επέλεξε μεν να συναντηθεί με τον Άγιο Πατέρα πλην όμως σε ουδέτερο έδαφος, για να μην σκανδαλίσει το (α)πιστό πλήρωμα της Εκκλησίας του, αν και ο ίδιος επιθυμούσε σφόδρα να τον υποδεχτεί στην Μόσχα. 
Παράδοξο όμως – αν θέλουμε να είμαστε αυστηροί – εν τέλει για το πώς αντιλαμβάνεται τόσο το Δόγμα όσο και τους Ιερούς Κανόνες ο Πατριάρχης Κύριλλος αφού όπως αποδεικνύεται από συνέντευξη του στα ιταλικά και αγγλικά συμφωνεί πως τα “Δόγματα” που ενδεχομένως εισήγαγε η Δυτική (Καθολική) Εκκλησία δεν μπορούν να χαρακτηριστούν παρεκκλίνουσας ή αιρετικές θέσεις και αντιλήψεις. Μάλιστα αισθάνεται γοητευμένος πολύ συγκεκριμένα από το δόγμα της “άσπιλου σύλληψης της Θεοτόκου”. Στην ίδια συνέντευξη προσθέτει πως δεν είναι καταδικαστέα η συμπροσευχή με ετερόδοξους (καθολικούς) αφού καμιά Οικουμενική Σύνοδο ως μόνη αρμόδια δεν καταδίκασε ποτέ τις θέσεις και τα δόγματα της (πράγμα το οποίο προσωπικά συμφωνώ) αφού μετά το σχίσμα του 1054 δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ μια νέα. Σημαντικό επίσης να αναφέρω εδώ την δήλωση του Μακαριστού Πατριάρχη Μόσχας Αλεξίου τον Μάρτιο του 1992 σε επίσημη δημόσια τοποθέτηση του πως η Εκκλησία της Ρωσίας αναγνωρίζει την Καθολική Εκκλησία ως Αδερφή Εκκλησία καθώς και τις Εκκλησίες του Ανατολικού Τυπικού που υπάγονται στην δικαιοδοσία της Αγίας Έδρας. 
Δεύτερο γεγονός. Η Εκκλησία της Ρωσίας προβάλλοντας βασιλικότερη του βασιλέως δέχεται στις τάξεις των ιερέων της ιερείς της καθολικής Εκκλησίας χωρίς άλλη διατύπωση ή εκκλησιαστική πράξη αναγνωρίζοντας κατά τα φεγγάρια της το ιερατικό σχήμα. 
Τρίτο και τραγικότερο γεγονός με πολλές παραμέτρους που πηγάζουν από την νεότερη εκκλησιαστική ιστορία της Ρωσίας και έχει μείνει ανεξίτηλα χαραγμένο στην μνήμη μου η εικόνα -Video- του Πατριάρχη Κύριλλου σε συνάντηση του με τον Επίτιμο Πάπα Βενέδικτο στις 07 Δεκεμβρίου 2007 του οποίου ο πρώτος ασπάζεται το χέρι και το πόδι. 
Πριν κλείσω και επειδή αναφέρθηκα στις παραμέτρους της νεότερης εκκλησιαστικής Ιστορίας της Ρωσίας ας μην λησμονούμε τον ρόλο της ROCOR . Αυτή ήταν, παρά το γεγονός ότι βρισκόταν σε μη κανονική σχέση με την εκκλησία της Ρωσίας, που εισήγαγε στην Ρωσία και στους πιστούς της ρωσικής διασποράς, πρώτη το intercomunion αφού συντηρούσε και συντηρεί σε Ηνωμένο Βασίλειο, ΗΠΑ και πλέον μετά την ένωση της με το Πατριαρχείο της Μόσχας και στην ρωσική επικράτεια δια-ομολογιακούς Ιερούς Ναούς. 
Πηγές – Αναφορές: 
– Alexander Soldatov, Institute of Philosophy of the National Academy of Sciences of Ukraine, Religious studies 
– Μακαριστού Πατριάρχη Αλεξίου, Δηλώσεις στις ΗΠΑ, Μάρτιος 1992 
– 07 Δεκεμβρίου 2007, κανάλι 1 (ρωσική τηλεόραση) 
– “Pastor Word”, Τηλεοπτικό πρόγραμμα χριστιανικής δημοσιογραφίας 
– Andrea Gagliarducci, Δημοσιογράφος ειδικευμένος στην Εκκλησιαστική δημοσιογραφία 
– Ιστορία των σχέσεων Καθολικής και Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, εκδόσεις Sputnik 
– Vladimir Moss, Συνοπτική Ιστορία των σχέσεων Καθολικής Εκκλησίας και Ρώσικης Ορθόδοξης Εκκλησίας, 19 Ιανουαρίου 2016 
– Dennis J. Dunn Pre-World War II Relations Between Stalin and the Catholic Church, 1973 τεύχος 15 
– 05 Ιανουαρίου 2018, Philippa Hitchen , Επίσημος Διαδικτυακούς τόπος της Καθολικής Εκκλησίας, Vatican News 
– 06 Φεβρουαρίου , Claire Giangravè, Ιστότοπος Crux 
–  Αρχεία Πατριαρχείου Μόσχας – Ιστότοπος Πατριαρχείου Μόσχας

Σχετικά άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ