Σύμφωνα με πληροφορίες, η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου έλαβε την ιστορική απόφαση να επιτρέπεται του λοιπού ο δεύτερος γάμος των ιερέων, σε περίπτωση χηρείας τους ή εάν τους εγκαταλείπει η πρεσβυτέρα τους.
Με δεδομένο ότι το θέμα συζητείται πανορθοδόξως ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα, δημοσιεύουμε στη συνέχεια ένα απόσπασμα από τον υπό έκδοσιν Γ’ τόμο του μεγάλου έργου, με τον γενικό τίτλο ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ, του καθηγητή και Άρχοντος Μ. Ιερομνήμονος της Μ.τ.Χ.Ε. Αριστείδη Πανώτη.
Από το κεφάλαιο 16, όπου περιλαμβάνονται “Οἱ εἰσηγήσεις ἐπὶ Διορθοδόξων θεμάτων”, προδημοσιεύουμε τα “Περὶ τοῦ β΄ Γάμου τῶν ἐν χηρεία ἢ ἐμπερίστατων οἰκογενειαρχῶν ἱερέων.”
Ἀριστείδη Πανώτη
«Στὴν ἕκτη συνεδρίαση τὴν Παρασκευὴ 25 Μαΐου 1923 οἱ σύνεδροι ἀσχολήθηκαν μὲ τὸ φλέγον θέμα κάθε ἐποχῆς, τὸ τοῦ β΄ γάμου τῶν ἐν χηρείᾳ ἱερέων. Ὁ κλῆρος τριῶν Ἐκκλησιῶν τῆς Σερβίας Ρουμανίας καὶ τῆς Βουλγαρίας, συνεργάστηκε γιὰ νὰ τεθεῖ τὸ θέμα πρὸς μελέτη, μετὰ ἀπὸ ἐνθαρρυντικὰ δημοσιεύματα ἔγκριτων κανονολόγων, ὅπως τοῦ Σέρβου σοφοῦ ἱεράρχη Νικοδήμου Μίλας, τοῦ Ρουμάνου καθηγητῆ Ι. Γκάϊνα κ. α. Τὸ σημαντικὸ αὐτὸ ζήτημα ἀνακινήθηκε τὸ 1910 ἀπὸ τὴν Σερβικὴ Ἐκκλησία τοῦ Καρλοβικίου σὲ ἀναφορὰ πρὸς τὸν πατριάρχη Ἰωακεὶμ Γ΄ καὶ τὸ Πατριαρχεῖο ζήτησε τὶς γνῶμες τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, οἱ ὁποῖες στὶς ἀπαντήσεις τους εἶναι εὐνοϊκὲς γιὰ νὰ ἐπιλυθεῖ τὸ ζήτημα τοῦ β΄γάμου τῶν κληρικῶν στὰ πλαίσια Μεγάλης Συνόδου. Τὸ ζήτημα ἐπανῆλθε μετὰ τὸν Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ὅταν οἱ Σέρβοι ἱερεῖς ποὺ διατελοῦσαν ἐν χηρείᾳ καὶ ἀλληλοστέφθηκαν παραπέμφηκαν σὲ ἐκκλησιαστικὸ δικαστήριο! Τότε, διεξήχθη μεγάλη συζήτηση γιὰ τὸν πειθαρχικῆς φύσεως 6ον κανόνα τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου. * Θ.Στράγκα. ο. π.τ. Β΄σσ.878-884. Τώρα κατὰ τὶς συζητήσεις τοῦ Συνεδρίου κατατέθηκαν περισπούδαστες ἔρευνες καὶ ὑπομνήματα γιὰ τὴν σχέση τοῦ γάμου καὶ τῆς ἱερωσύνης πολλῶν κληρικῶν μεταξύ των ὁποίων καὶ δύο μελλόντων Πατριαρχῶν, τοῦ τότε Νικαίας Βασιλείου μετὰ Πατριάρχη Κων/πόλεως καὶ τοῦ διαπρεποῦς τότε κανονολόγου Νικοδήμου Μίλας ἀλλὰ καὶ τοῦ μητροπολίτη Μαυροβουνίου Γαβριὴλ Ἐντόζιτς, μετὰ Πατριάρχη τῶν Σέρβων καὶ ἐθνομάρτυρα, ὁ ὁποῖος διεβίβασε τὸν προβληματισμὸ τῆς Σερβικῆς Ι. Συνόδου γιὰ τὸ ζήτημα τοῦ β΄γάμου τῶν κληρικῶν καὶ ὑπεστήριξε ὅτι οἱ ὑφιστάμενες κανονικὲς δεσμεύσεις ἀπὸ τὴν Πενθέκτη Σύνοδο δὲν ἐπικαλοῦνται ἀνώτερο τί θεϊκὸ ἢ εὐαγγελικὸ ὡρισμὸ Δικαίου ἢ ἄλλους δογματικοὺς λόγους, γιατί αὐτοὶ δὲν ὑπάρχουν στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία, καὶ γι’ αὐτὸ δὲν ὑπάρχει καμιὰ κανονικὴ πράξη, ὅπως μαρτυρεῖ καὶ ἡ παρέμβαση τοῦ ὁμολογητοῦ ἐπισκόπου Παφνουτίου στὴν Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο! * Σωκράτους, Ἐκκλ.Ἱστορία, 1,11. Τὸ Παύλειο «μιᾶς γυναικὸς ἄνδρας» εἶναι ποιμαντικὴ ὑπόδειξη ποὺ ἀφορᾷ ἀρχικὰ μόνον τὴ «μονογαμίαν» τοῦ ἐπισκόπου καὶ κατ’ ἐπέκταση νομοθετεῖ τὴν μόνιμη διακονία του στὸν κληρωθέντα τόπο του καὶ ἑπομένως εἶναι μιὰ ἀποστολικὴ ἀπόφανση κατὰ τοῦ «Μεταθετοῦ» ἑνὸς ἐπισκόπου * Θεοφύλακτος , Migne P.G. τ. 125, σσ.41,149. στὴν ὁποία δὲν δίστασαν νὰ ἀντινομοθετήσουν οἱ Πατέρες τῆς Πενθέκτης Συνόδου γιὰ νὰ παρακωλύσουν τὸ ἔγγαμο τῶν ἐπισκόπων! Μὲ σειρὰ ἱστορικῶν καὶ κανονικῶν ἐπιχειρημάτων ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους συγγραφεῖς καὶ παραδειγμάτων ἐκ τῆς κοινωνικῆς ζωῆς τὸ Συνέδριο προτείνει ὁ δοκιμαζόμενος ἐκ τῆς χηρείας οἰκογενειάρχης κληρικὸς μὲ τὴ συγκατάβαση τῆς Ἐκκλησίας καὶ μὲ τὴν ἂδεια τοῦ ἐπισκόπου του λαμβανόμενη μὲ ἐπιείκεια καὶ «κατ’ οἰκονομίαν» νὰ δύναται νὰ τελέσει β΄ γάμο πρὸς ἠθικὴ προστασία καὶ τελείωση αὐτοῦ καὶ ἄνευ πομπῆς καὶ ἐπιδείξεως, εἴτε στὸν οἶκο του, εἴτε στὸ ἐπισκοπικὸ κατάλυμα καὶ αὐτὸ μέχρι τὴν ἀπόφαση Οἰκουμενικῆς Συνόδου. * Πρακτικά, ο.π. σσ. 91-100. Ε.Α. 1923 σσ. 180-184.
Στὴ συνέχεια ὁ ἀρχιμανδρίτης-καθηγητὴς Ἰούλιος Σκριμπὰν περιέγραψε μὲ ἁδρὰ χρώματα τὴν ἐπικρατοῦσα κατάσταση τῶν χηρευόντων κληρικῶν στὴν Ρουμανία, οἱ ὁποῖοι βαρέως φέρουν τὴ δοκιμασία τῆς χηρείας τους καὶ ἄλλοι μὲν αὐτοκαθαιροῦνται καὶ ἄλλοι κάνουν πολιτικὸ γάμο, ἐνῷ οἱ τολμηρότεροι συζοῦν μὲ παλακίδες ποὺ ἀνατρέφουν τὰ παιδιά τους. Πρόσφατα περὶ τοὺς 1000 ἔχουν ὀργανωθεῖ καὶ ἐπιτακτικὰ διεκδικοῦν μαζὶ μὲ τὴν κοινωνία τὴν ὁμαλὴ οἰκογενειακή τους κατάσταση. Τὸ ἐρώτημά τους εἶναι γιατί οἱ ἱεράρχες ἐπιμένουν στὴν ὑπερακριβῆ τήρηση τοῦ σχετικοῦ κανόνα τῆς Πενθέκτης τὴν στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποία οἱ ἲδιοι παραβαίνουν στὴν πράξη πολλοὺς ἄλλους κανόνες π.χ. περὶ τοῦ «Μεταθετοῦ» καὶ ἀπαιτοῦν τὴν «Ἀκρίβεια» μόνον γιὰ τοὺς κανόνες ποὺ ἀποτρέπουν τὸν β΄ γάμο τῶν χηρευόντων κληρικῶν! Ἡ πνευματικὴ ἀνοχὴ ποὺ δείχνεται στὰ λαϊκὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὸν β΄ ἢ καὶ μὲ τὸν γ΄ γάμο ἀποτελεῖ «μιὰ βασικὴ χριστιανικὴ ἀρχὴ» ποὺ δείχνει ὅτι στόχος πρέπει νὰ εἶναι ἡ τελειότητα τοῦ δοκιμασθέντος προσώπου καὶ ὄχι ἡ ἀκούσια ἐπιβολὴ τοῦ ἀσκητικοῦ βίου σὲ πρόσωπα ποὺ δὲν τὸν ἐπέλεξαν. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ὑπέδειξε τὸν τρόπο μετριασμοῦ τῆς μωσαϊκῆς αὐστηρότητος στὸ δικαίωμα τοῦ συζύγου νὰ ἀπολύει τὴν γυναῖκα του μόνον σὲ ἐφαρμογὴ τῆς «ἀρχῆς τῆς ἀνάγκης» ἐκ τῆς ἀπιστίας τῆς συζύγου του * Ματθ. ιθ΄, 1-9. καθὼς καὶ στὸ θέμα τοῦ ὅρκου. * Ματθ. ε΄, 37. ποὺ ἡ Ἐκκλησία τὸν ἐπιτρέπει! Ἡ Ἐκκλησία μπορεῖ νὰ ἐφαρμόσει καὶ πάλι τὴν «ἀρχὴ τῆς ἀνάγκης» γιὰ νὰ ἀναστείλει κατὰ βούληση «Οἰκονομίας» τοὺς σχετικοὺς κανόνες, ἀφοῦ διαπιστώσει ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ ἐπιτευχθεῖ τὸ μοναχικὸ ἰδεῶδες τοῦ βίου ἀπὸ τὴν ἀδυναμίαν τῆς ἀνθρώπινης σαρκός. Ἑπομένως ἡ Ἐκκλησία μπορεῖ νὰ ἐπιτρέψει τὸν β΄ γάμο ὑπὸ ὅρους στοὺς ἐν χηρείᾳ κληρικούς.
Ὁ πατριάρχης Μελέτιος πρόσθεσε στὰ λεχθέντα καὶ τὸ διάβημα πρὸς τὸ Πατριαρχεῖο τὸ 1910 τοῦ μητροπολίτη Καρλοβιτσίου Λουκιανοῦ «περὶ τοῦ πλαγιασμοῦ τῆς κανονικῆς διατάξεως τῆς ἀπαγορευούσης τὸν β΄ γάμο τῶν κληρικῶν», ποὺ παραπέμφθηκε πρὸς γνωμοδότηση στοὺς καθηγητὲς τῆς Χάλκης, οἱ ὁποῖοι διατύπωσαν διάφορες ἀπόψεις, ποὺ μαζὶ μὲ τὴν διατυπωθεῖσα γνώμη τοῦ περίφημου τότε κανονολόγου ἐπισκόπου Δαλματίας Νικοδήμου Μίλας συμφώνησε καὶ ὁ σοφὸς ἱεράρχης Νικομηδείας Φιλόθεος ὁ Βρυέννιος γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ τῆς «Οἰκονομίας» στοὺς χηρεύοντες κληρικούς. πρὸς ἀποφυγὴν κάθε σκανδαλισμοῦ τῶν πιστῶν καὶ πραξικοπηματικῶν ἐνεργειῶν τῶν χηρευόντων ἱερέων, ὅπως αὐτὲς ποὺ ἔγιναν στὴν Σερβία.
Ἀκολούθησε ἡ σοφὴ εἰσήγηση τοῦ μητροπολίτη Νικαίας Βασιλείου ὡς ἐκπροσώπου τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου μὲ τὴν ὁποία ἐξῇρε τὸν ἱερὸ θεσμὸ τοῦ γάμου «ὡς τὸ πρῶτον σχολεῖον τῆς ἀνθρωπίνης παιδεύσεως» καὶ ἀναφέρθηκε στὴν σπουδαιότητά του γιὰ τὰ μέλη τοῦ ἐνοριακοῦ κλήρου καὶ γι’ αὐτὸ τὸ ζήτημα χρῄζει συντόνου μελέτης καὶ προσοχῆς πρὸς διαφύλαξη τῆς ἱερατικῆς ἀξιοπρεπείας. Μετὰ ἀπὸ φωτεινὴ κατάθεση σκέψεων περὶ τὴν ἀξία τοῦ οἰκογενειακοῦ βίου, ἐξηγεῖ τὴν αἰτία τῶν σχετικῶν αὐστηρῶν κανονικῶν διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὸ θέμα τῆς ἀγαμίας τῶν ἐπισκόπων καὶ τοῦ β΄γάμου τῶν κληρικῶν καὶ συμβουλεύει ὁ βίος τῶν κληρικῶν «νὰ ἐπανέλθει εἰς τὴν ἀρχαίαν ἁγίαν ἐλευθερίαν μήτε τῆς ἀγαμίας, μήτε τοῦ γάμου ἐπιβαλλομένων, ἂλλ’ ἑκάστου πολιτευομένου ὡς ἡ συνείδηση καὶ ἡ ἠθικὴ αὐτοῦ ἐπιτρέπει» καὶ κατόπιν ὁμοφροσύνης πασῶν τῶν ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν νὰ γίνει ἀρχικὰ «Οἰκονομικὴ» ρύθμιση τοῦ σημαντικοῦ αὐτοῦ ζητήματος μέχρι τὴ συγκρότηση Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Κατὰ τὸν ἀρχιεπίσκοπο Κισνοβίου Ἀναστάσιο τὸ θέμα τοῦ β΄ γάμου τῶν χηρευόντων κληρικῶν παρουσιάστηκε στὴν Ρωσία τὸ 1905 καὶ τὴν στήριξη αὐτῶν τῶν σκέψεων ἐνίσχυσαν πολλὲς θεολογικὲς πραγματεῖες. Στὴ Σερβία τέθηκε τὸ ζήτημα πρὸ πολλῶν ἐτῶν καὶ ἡ θέση τῶν χηρευόντων κληρικῶν ἐνισχύθηκε κυρίως ἀπὸ τὴν σχετικὴ μελέτη τοῦ ἐξέχοντος κανονολόγου ἱεράρχη τῆς Δαλματίας Νικοδήμου Μίλας. Στὴ Σύνοδο τῆς Μόσχας τοῦ 1917 παρ’ ὅτι τέθηκε τὸ θέμα δὲν λήφθηκε καμιὰ ἀπόφαση. Ἔτσι παρέμεινε ἡ μέχρι τώρα πράξη τῆς Ἐκκλησίας ποὺ ἀποβλέπει στὴν ἠθικὴ τελειότητα τοῦ κληρικοῦ καὶ πρέπει νὰ στηριχθεῖ γιά νὰ μὴν σκανδαλίζονται οἱ πιστοὶ ποὺ θεωροῦν τοὺς κληρικοὺς τηρητὲς τῆς κανονικῆς «Ἀκριβείας». Οἱ δύο Ρώσοι ἀρχιερεῖς ὑπεστήριξαν τὴν συντηρητικὴ ἄποψη γιὰ τὴν ἀκριβῆ τήρηση τῶν κανονικῶν δεσμεύσεων μέχρι τὴν ἄρση τους ἀπὸ μιὰ ἰσόκυρη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο..
Ὁ πατριάρχης Μελέτιος τότε παρενέβη καὶ τόνισε ὅτι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος νομοθετῶν ἀντέταξε τὸν χριστιανικὸν γάμον πρὸς τὸν ἰουδαϊκὸν καὶ τὸν ἐθνικόν. Ὁ γάμος πολεμήθηκε ἀπὸ ὃσους τὸν περιέγραψαν ὡς κακὸν γιὰ νὰ ἐξάρουν τὴν ἀξία τῆς ἀγαμία, μία πλάνη ποὺ προφητικὰ κατακρίθηκε ἀπὸ τὸν ἴδιο, * Τίτου. δ΄, 3. πολὺ πρὶν ἐμφανιστεῖ ἡ δοξασία τοῦ Μοντανοῦ καὶ τῶν Ἐγκρατευτῶν ποὺ ἀποστρέφονταν τὸν γάμο. Ὅμως ὁ Παῦλος ἔδωσε τὰ κανονικὰ θεμέλια περὶ τοῦ χριστιανικοῦ γάμου καὶ συμβουλεύει τοὺς ἐν χηρείᾳ: « ἂν δὲν μποροῦν νὰ μείνουν ἐγκρατεῖς, ἃς παντρευτοῦν. Εἶναι καλύτερα νὰ παντρεύεται κανεὶς παρὰ νὰ καίγεται ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία». * Α΄ Κορινθίους ζ΄,1—11 Ἀλλὰ οἱ ἀσκητικὲς τάσεις ποὺ ἄρχισαν νὰ ἐπικρατοῦν μετὰ τὸν 4ο αἰῶνα ἀπομάκρυναν τὴν ἀποστολικὴ διάκριση γιὰ τὴν ἀποφυγὴ κάθε ἀκρότητας στὴν πορεία πρὸς τὴν τελειότητα καὶ αὐτὴ ἡ τάση ἐπέδρασε στὴν θέσπιση αὐστηρότερων διατάξεων γιὰ τὸν β΄γάμο καὶ ἰδίως στὸν μέλλοντα ἢ ἐν χηρείᾳ κληρικό, ποὺ σήμερα ἀτόνισαν σὲ πολλὲς Ἐκκλησίες γιὰ τοὺς λαϊκοὺς π.χ. γιὰ τοὺς ἐπιτελοῦντες νόμιμο β΄ ἢ καὶ γ΄ γάμο καὶ ἐπὶ τῷ φιλανθρωπότερον ἡ νεότερη «ἐπιτιμητικὴ» γνωστὴ Ἀκολουθία του, ἡ ὁποῖα πλέον καὶ παραλείπεται ἐπ’ ἐκκλησίες γιατὶ προξενεῖ θλίψη καὶ ἀπογοήτευση σὲ στιγμὴ ἐπικλήσεως τῆς θείας συμπαραστάσεως στὸν νέο οἰκογενειακὸ βίο.
Ὁ Μαυροβουνίου Γαβριὴλ θέλησε νὰ ἀπαντήσει στὴν ἄκαμπτη συντηρητικότητα κυρίως τῶν ὑπερόριων Ρώσων ἀρχιερέων λέγοντας ὅτι τὸ ὑφιστάμενο ζήτημα τοῦ κλήρου εἶναι ζήτημα μόνον ἐκκλησιαστικῆς εὐταξίας καὶ τέθηκε στὴν πανορθόδοξη συνείδηση γιὰ νὰ προληφθοῦν αὐθαίρετα γεγονότα θίγοντα τὴν ὀρθόδοξη Ἱεραρχία καὶ τὴν καθ’ ὅλου Ἐκκλησία, ἀφοῦ δὲν προβλέπεται σύγκληση Οἰκουμενικῆς Συνόδου γιὰ νὰ λυθεῖ ὁριστικά. Ἡ συνείδηση τῶν χριστιανῶν ἀπαιτεῖ ἔννομον τάξη πραγμάτων πρὸς ἀποφυγὴ καὶ τοῦ μικροτέρου σκανδάλου γι’ αὐτὸ καὶ ζητοῦμε συναινετικὴ ἀπάντηση στὸ πρόβλημα. Οἱ συνθῆκες τοῦ βίου τῶν κληρικῶν, ἰδίως στὸν Κ΄ αἰώνα, παραμένουν ἐπισφαλεῖς γιὰ τὸ ἠθικὸ κύρος τοῦ χηρεύσαντος κληρικοῦ, ὅταν ἡ οἰκογένειά του εἶναι πολύτεκνη καὶ ἀπουσιάζουν οἱ ἄμεσοι συγγενεῖς. Ἡ ἀνταλλαγὴ σκέψεων μεταξύ τῶν συνέδρων γιὰ τὸ θέμα αὐτὸ παρατάθηκε καὶ στὴν συνεδρίαση τῆς Τετάρτης 30 Μαΐου, ἐνῷ ἡ συσταθεῖσα πρὸς τοῦτο ἐπιτροπὴ ὑπὸ τὸν Νικαίας Βασίλειο κατέληξε στὴν ἀκόλουθη γνωμοδότηση:
«Περὶ τοῦ β΄ γάμου τῶν ἐν χηρείᾳ ἱερέων καὶ διακόνων ὅτι οὐδὲν ἔχει τὸ κατ’ ἀρχὴν τὸ θέμα ποὺ νὰ ἀντιβαίνει πρὸς τὸ πνεῦμα τῆς καθόλου Εὐαγγελικῆς διδασκαλίας. Παρὰ τὸν σεβασμὸ πρὸς τὶς κείμενες κανονικὲς διατάξεις ἀναγνωρίζεται τὸ δικαίωμα στὶς κατὰ τόπους Ἱερὲς Συνόδους μετὰ ἀπὸ γνωμοδότηση τοῦ οἰκείου ἱεράρχη τῶν ἰδίων ὅρων καὶ ἀναγκῶν τῶν χηρευσάντων κληρικῶν, νὰ ἐπιτρέψει σὲ αὐτοὺς τὸν β΄ γάμον καὶ ὅτι τὸ μέτρον αὐτὸ χορηγεῖται «κατ’οἰκονομία» μέχρι τὴν σύγκληση Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Στή σχέση τοῦ γάμου μὲ τὸ ἐπισκοπικὸ ἀξίωμα «κατὰ πλειοψηφία» φρονεῖ ὅτι τὸ μυστήριον τοῦ γάμου δὲν ἀποκλείει δογματικὰ καὶ κανονικά το μυστήριο τῆς ἱερωσύνης. Καὶ ἐνῷ ἡ ἀληθὴς παρθενία ὑπερέχει καὶ ὁ γάμος παραμένει τίμιος καὶ μᾶλλον σύμφωνα μὲ τὶς Γραφὲς πρέπει νὰ ἀφήνεται ἐλεύθερη ἡ προαγωγὴ τοῦ ἀξιότερου τῶν πρεσβυτέρων στὴν ἀρχιερατικὴ ἀξία, ὅπως συνέβαινε στὴν ἀρχαία πράξη τῆς Ἐκκλησίας».
Στὴν γενόμενη πρόταση πρέπει νὰ προστεθεῖ ὅτι εἶναι «εὐκταῖον οἱ χειροτονημένοι ἐπίσκοποι νὰ παραιτηθοῦν οἰκειοθελῶς ἀπὸ τὴν χρήση τοῦ δικαιώματος αὐτοῦ πρὸς ἀποφυγὴν μομφῆς ἀπὸ μίαν τέτοιαν ἀπόφανση», ἀλλὰ πλέον νὰ μὴν παρακωλύει ἡ οἰκογενειακὴ κατάσταση ἑνὸς σεβαστοῦ καὶ ἀξιότιμου πρεσβυτέρου στὸ ποίμνιον τῆς περιοχῆς του νὰ διαδεχθεῖ τὸν ἀποθανόντα ἐπίσκοπόν του.
Στὴν γενόμενη πρόταση πρέπει νὰ προστεθεῖ ὅτι εἶναι «εὐκταῖον οἱ χειροτονημένοι ἐπίσκοποι νὰ παραιτηθοῦν οἰκειοθελῶς ἀπὸ τὴν χρήση τοῦ δικαιώματος αὐτοῦ πρὸς ἀποφυγὴν μομφῆς ἀπὸ μίαν τέτοιαν ἀπόφανση», ἀλλὰ πλέον νὰ μὴν παρακωλύει ἡ οἰκογενειακὴ κατάσταση ἑνὸς σεβαστοῦ καὶ ἀξιότιμου πρεσβυτέρου στὸ ποίμνιον τῆς περιοχῆς του νὰ διαδεχθεῖ τὸν ἀποθανόντα ἐπίσκοπόν του.
* Σημειώνεται ὅτι σὲ πολλὲς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες προτιμῶνται οἱ χηρεύοντες πρεσβύτεροι γιὰ νὰ ἀναδειχθοῦν καὶ στὰ χρόνια μας στὰ ὕπατα ἀρχιερατικὰ ἀξιώματα ἀκόμη καὶ τοῦ Πατριάρχη, ὅπως τοῦ Ἀλεξίου Β΄ στὴ Ρωσία, τοῦ Γερμανοῦ στὴ Σερβία, τοῦ Ἰουστινιανοῦ στὴ Ρουμανία κ.α, διακρινόμενοι ἄλλοτε ἀπὸ τὸ λευκό τους ἐπανωκαλύμαυχο.
Στὴν ἐν Ἑλλάδι Ἐκκλησία παλαιότερα προτιμῶντο καὶ χηρεύοντες πρεσβύτεροι, ὅπως στὴν Κορινθία ὁ Σωκράτης Κολιάτσος (1884-1899) καὶ στὴ Γορτυνία ὁ Φιλόθεος Β΄ (1852-1874) καὶ ὁ Ἰωάννης Μαρτίνος (1901-1919) κ.α. Τὰ συμβάντα τότε στὴ Ρωσία περὶ τῆς προαγωγῆς ἐγγάμων πρωθιερέων σὲ ἐπισκόπους εἶναι πράξεις μονομερεῖς καὶ ἀκάνονες καὶ συνεπῶς ἀπορριπτέες.
Α.Π.