15.3 C
Athens
Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου, 2024

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΕΛΙΤΩΝ, Ο ΓΕΡΩΝ ΧΑΛΚΗΔΟΝΟΣ ΜΕΛΙΤΩΝ ΚΑΙ Ο ΒΑΣΙΛΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ



Ο ΑΓΙΟΣ ΜΕΛΙΤΩΝ 
ὑπὸ

Γέροντος Χαλκηδόνος Ἀθανασίου 

“Martyrium est semen Christianorum” 
(Tertullian) 
Ὅταν πρὸ καιροῦ καταπιάστηκε ὁ γράφων μὲ τὴν ἔρευνα πάνω σὲ κάποια ἔργα τοῦ διαπρεποῦς ζωγράφου, σκηνοθέτου, καλλιτεχνικοῦ διευθυντοῦ, σκηνογράφου καὶ ἐνδυματολόγου Βασίλη Φωτόπουλου (1934-2007) ποὺ κοσμοῦν χώρους τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ὁ ἅγ. Φιλαδελφείας εἶχε τὴν εὐγένεια καὶ καλωσύνη νὰ τοῦ προσφέρει μερικὲς πολύτιμες καὶ ἴσως μοναδικὲς φωτογραφίες ἐκ τοῦ Ἀρχείου του, ποὺ μόλις τὶς εἶδε ἀνατρίχιασε καὶ δὲν ἡσύχασε μέχρι σήμερα. Διότι ἐξέπεμπαν, κατὰ τὴν γνώμη του, ἕνα χθόνιο καὶ σχεδὸν “δαιμονικὸ” χαρακτῆρα.
Παριστοῦν τὸν Ἅγ. Μελίτωνα, τὸν ὁποῖο ὠθεῖ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα στὴν παγωμένη λίμνη τῆς Σεβαστείας καὶ ἔχει πάνω στὸ κάτω μέρος τοῦ καστανοπράσινου ξύλινου πλαισίου του τὴν ἐρυθρὰν ἀναγνωριστικὴ ἐπιγραφή: “ὁ αγιος Μελίτων. εκ τῶν τεσσαράκωντα μαρτυρών.–”. Εἶναι ἄνευ ὑπογραφῆς καὶ χρονολογίας.

Βασίλης Φωτόπουλος

Τὸ ἔργο αὐτὸ ἐπρόκειτο νὰ τοποθετηθεῖ στὸ νέο ξύλινο τέμπλο –σήμερα χαμηλὸ– τοῦ Παρεκκλησίου τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Δ’ ἐν Χαλκηδόνι Οἰκουμενικῆς Συνόδου (451), τοῦ Μεγάρου τῆς Ἱ. Μητροπόλεως, διὸ καὶ θἆταν μικρῶν διαστάσεων, δῶρον τοῦ καλλιτέχνου πρὸς τὸν Γερο-Μελίτωνα μετὰ τοῦ ὁποίου συνεδέετο. Ἀρχικὰ δὲ βρισκόταν μέσα στὸ Παρεκκλήσιο, ὅμως μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Γέροντα (1989), τοῦτο πιθανῶς ἀπωλέσθη καὶ ἀγνοεῖται μέχρι σήμερον ἡ τύχη του, ὅπως καὶ ἀπὸ ἀκηδία διάφορες ἀφίσες καὶ σκηνικὰ καλλιτεχνῶν τῆς Πόλης. 

Παριστᾶ λοιπὸν τὸ Μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Μελίτωνος καὶ πρόκειται περὶ μιᾶς ὅλως ἰδιορρύθμου συνθέσεως, ὀφειλομένης ἀσφαλῶς καὶ στὸ σκηνογραφικὸ τάλαντο τοῦ καλλιτέχνου. Στὰ ἄνω δύο τρίτα τοῦ πίνακος ὑπάρχει σὲ σχῆμα Ἁγίου Ποτηρίου μόρφωμα χρώματος κυανοῦ, ἡ βάση τοῦ ὁποίου κατευθύνεται “ὀχετικῶς” πρὸς τὸν Μάρτυρα καὶ ἀπολήγει πρὸς τὸ κάτω ἄκρον του σὲ τρεῖς ὀδόντας (τριαδολογικό;) σύμβολο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐνῶ στὸ μέσο της προβάλλει ἐντόνως ὁ χρυσοῦς στέφανος τοῦ Μαρτυρίου. Τὸ φόντο εἶναι βαθὺ καστανοπράσινο. Τὸ τελευταῖο τρίτο καταλαμβάνει ἡ λίμνη, ἡ ὁποία στὸ πάνω μέρος της ἔχει μίαν ἀνοικτοῦ κυανοπράσινου χρώματος καὶ μετ’ ἐλαφρῶν κυμάτων ταινίαν, δηλωτικὴν τοῦ πάγου. Κάτωθεν δὲ αὐτῆς κεῖται “καταποντισμένος” καὶ οἰωνεὶ “τσαλαπατημένος” ὁ Ἅγιος ἀνάσκελα, ὑπὸ μορφὴν σχεδὸν ἑνὸς “καρκινοειδοῦς” ὀρνέου, τοῦ ὁποίου τὰ δάκτυλα τοῦ ἀριστεροῦ ποδὸς ἐξέρχονται τῆς ἐπιφανείας τῆς λίμνης, ἡ ὁποία παρ’ ὅλα ταῦτα παραμένει ἤρεμη ὡς “δεξαμένη (πολύτιμον) προσφοράν”. Ὁ Μάρτυς ἐμφανίζεται τρόπον τινὰ ὡς κολυμβῶν ἀνέτως καὶ “χορευτικῶς” μὲ ἀνοικτὲς “χεροῦκλες”καὶ εὐλογοῦσες πλαδαρὲς παλάμες, τ.ἔ. εὐλογεῖ μαρτυρῶν καὶ ὄχι ἐνδυόμενος ἄμφια! Τὸ ὅλον σῶμα του ἔχει ἕνα παλαιστικὸ καὶ πλαδαρὸ χαρακτῆρα, ποὺ ἔρχεται σὲ ἀντίθεση μὲ τὴ νεανικὴ κεφαλή του, σύμβολο τῆς ἰσχύος ποὺ διέθετε καὶ ὁ μακαριστὸς Γέροντας. Ἡ ἡλιόμορφος κεφαλή του κλίνει ἐλαφρῶς πρὸς τὰ δεξιὰ μετὰ λεπτῆς στεφανοειδοῦς κόμης, λεπτὴ ρῖνα καὶ κλειστοὺς ὀφθαλμούς, ὑπείκοντας εἰς τὸ Μαρτύριον, χωρὶς ὅμως “νὰ τὰ βάζει κάτω” καὶ σὰν –ἀντιστρόφως ἀναγινωσκόμενος– νὰ λέγει: “Ἀλλοίμονο ὅποιος ΄΄ἀνεγκέφαλος΄΄ πέσει στὰ χέρια μου”! Περιβάλλεται δὲ ὑπὸ λεπτοῦ λευκοκυάνου φωτοστεφάνου. Τὸ σῶμα του εἶναι γυμνό, κιτρινωπὸ πρὸς τὰ δεξιὰ καὶ κυανοπράσινο ἀριστερὰ γεμάτο, δίκην χρυσογραφίας, ἀπὸ λεπτὲς παράλληλες μικρὲς γραμμὲς μὲ φῶτα στοὺς ὤμους, τὴν κοιλίαν, τὸ πρόσωπο καὶ ἑκασταχοῦ σκιές, πράγματα ποὺ προσδίδουν ἕνα μυστηριώδη χαρακτῆρα στὴ σύνθεση. Ἄλλωστε τὸ Μαρτύριο δὲν εἶναι ἕνα Μυστήριο; Ἡ ἐνηγκαλιάζουσα αὐτὸ λίμνη εἶναι κι’ αὐτὴ κυανοπράσινη. Ἄρα κυριαρχεῖ μία ἀσκητικὴ μορφολογία καὶ χρωματολογία. 
Ποία ὅμως ἡ εἰκονολογία τοῦ θέματος; Τὸ Πανάγιον καὶ ζωαρχικὸν Πνεῦμα, τὸ “βιαίως”, αἰφνιδίως καὶ “ὅπου (ἂν) βούλεται πνεῖ”, ὁδηγεῖ ὁρμητικῶς τὸν Ἅγιον εἰς τὸ Μαρτύριον, ὑπαινισσομένης τῆς περὶ τὴν πηδαλουχίαν τῆς Ἐκκλησίας σοφίας, ἑτοιμότητος καὶ διορατικότητος τοῦ Γερο-Μελίτωνος, χρησιμοποιούσης ἀριστοτεχνικῶς καὶ κατὰ περίπτωσιν μεθόδους ἄλλοτε ἠπίας καὶ ἄλλοτε εὐθαρσοῦς καὶ ρηξικελεύθου χαρακτῆρος (Φιλαδελφείας) –ἀποτόκους καὶ τῶν “σκολόπων”, τοὺς ὁποίους κατὰ καιροὺς “ἐδοκίμασε”, γνωστοῦ ὄντως τοῦ “πάσσαλος πασσάλῳ ἐκκρούεται”– καὶ ἀποβαίνοντος οὕτω σπάνιον ἡγετικὸν ὑπόδειγμα τῆς παλαιᾶς Σχολῆς ἀρχιερέων τοῦ Φαναρίου, διὰ τὰς ἐπερχομένας γενεάς, ἀλλὰ καὶ οἰωνεὶ πρόδρομος τῶν “σοφῶν κεφαλῶν” καὶ τῶν “ἐκκλησιαστικῶν” think tank τῆς σήμερον. 
Ὑποκλινόμεθα Γέροντα εὐγνωμόνως πρὸ τοῦ Σκήνους Σου.

Σχετικά άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ