Την Κυριακή, 13 Οκτωβρίου 2024, η «καρδιά» της Ορθοδοξίας χτύπησε δυνατά στην ελληνοπρεπέστατη Μελβούρνη, την περιάκουστη πόλη των Ελλήνων της πέμπτης ηπείρου, το σέμνωμα και καύχημα της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας. Χιλιάδες ευσεβείς Ορθόδοξοι Χριστιανοί, ελληνικής και όχι μόνο καταγωγής, παιδιά, νέοι, μεσήλικες και ηλικιωμένοι, πρώτης, δεύτερης και τρίτης ή παραπάνω γενιάς μετανάστες, ορισμένοι με λαμπερά χαμόγελα και άλλοι με βουρκωμένα από συγκίνηση μάτια, συνήλθαν άπαντες «επί το αυτό», στο Μυστήριο το Μυστηρίων, την ιστορική Θεία Λειτουργία με προεξάρχοντα τον Πατριάρχη του Γένους, τον Πρώτο της Ορθοδοξίας και πνευματικό τους πατέρα, Παναγιώτατο κ.κ. Βαρθολομαίο.
Η μεγαλειώδης ευχαριστιακή σύναξη, η οποία σηματοδότησε την κορύφωση των επετειακών εορτασμών για την εκατονταετηρίδα της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας, έλαβε χώρα στο στάδιο Margaret Court Arena, στο Melbourne Park. Με τον Οικουμενικό Πατριάρχη συλλειτούργησαν ο Ποιμενάρχης της πέμπτης ηπείρου, Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας κ. Μακάριος, οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες Ίμβρου και Τενέδου κ. Κύριλλος και Θεσσαλονίκης κ. Φιλόθεος, μέλη της Πατριαρχικής συνοδείας, οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες Δέρβης κ. Ιεζεκιήλ, Σεβαστείας κ. Σεραφείμ και Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρων, και οι Θεοφιλέστατοι Επίσκοποι της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας, πλαισιούμενοι από τους, εκ της Πατριαρχικής συνοδείας, Πανοσιολ. Μ. Πρωτοσύγκελλο κ. Γρηγόριο και Μ. Εκκλησιάρχη κ. Αέτιο, Διευθυντή του Ιδιαιτέρου Πατριαρχικού Γραφείου, και Ιερολ. Πατριαρχικό Διάκονο κ. Ευλόγιο, Κωδικογραφεύοντα της Αγίας και Ιεράς Συνόδου, καθώς και από τον Ιερό Κλήρο των Ι. Επισκοπών Μελβούρνης και Χώρας.
Στην ιστορική αυτή για την Ορθοδοξία και τον Ελληνισμό της Αυστραλίας περίσταση, έδωσαν το «παρών», μεταξύ άλλων, ο Ρωμαιοκαθολικός Αρχιεπίσκοπος Μελβούρνης, Σεβασμιώτατος κ. Peter Comensoli, ο Αγγλικανός Αρχιεπίσκοπος Μελβούρνης, Σεβασμιώτατος κ. Philip Freier, ο Πρέσβης της Ελλάδος στην Αυστραλία κ. Σταύρος Βενιζέλος, ο Ύπατος Αρμοστής της Κύπρου κ. Αντώνιος Σαμμούτης, οι Γενικοί Πρόξενοι της Ελλάδος στη Μελβούρνη κ. Εμμανουήλ Κακαβελάκης και στην Αδελαΐδα κ. Αλεξάνδρα Θεοδωροπούλου, εκπρόσωποι του πολιτικού κόσμου, μεταξύ των οποίων η Ομοσπονδιακή Βουλευτής, κ. Μαρία Βαμβακινού, και η Πολιτειακή Βουλευτής Βικτώριας κ. Κατερίνα Θεοφάνους, Άρχοντες της Μ.τ.Χ.Ε., ο Πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης κ. Βασίλειος Παπαστεργιάδης κ.ά. Παρίσταντο, επίσης, ο κατά σάρκα αδελφός του Οικουμενικού Πατριάρχου, κ. Νικόλαος Αρχοντώνης, και οι γονείς του Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας, Εμμανουήλ και Φωτεινή Γρινιεζάκη.
Κατά την προσφώνησή του ενώπιον του Οικουμενικού Πατριάρχου, ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος κ. Μακάριος τόνισε πως η Μελβούρνη «λαμπροφορεί και χορεύει, περικεκοσμημένη και κεκαλλωπισμένη ως νύμφη επί τη ελεύσει της Υμετέρας θεοτιμήτου Παναγιότητος, διότι άπαντες, κλήρος τε και λαός, ανέμενον Αυτήν εν αδημονία πολλή και εν αγάπη υιική». Διαβεβαίωσε δε τον Παναγιώτατο ότι «αν και ευρισκόμεθα εις τους αντίποδας της Γης, βιούμεν εν τω βάθει της υπάρξεώς μας την στοργήν και την μέριμναν του Πατρός και Πατριάρχου μας και του Οικουμενικού Πατριαρχείου». Στη συνέχεια, μνημόνευσε μετ’ ευγνωμοσύνης τους «πολλαπλώς, πολυμερώς και πολυτρόπως προ ημών κοπιάσαντας και αναλώσαντας εαυτούς διά την στερέωσιν και αύξησιν της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας», εκκινώντας από τον αοίδιμο Πατριάρχη Γρηγόριο τον Ζ’, κάνοντας εκτενέστερες αναφορές στους αειμνήστους προκατόχους του και υπογραμμίζοντας συμπερασματικά ότι «είναι εξαιρετικώς σημαντικόν να έχωμεν συναίσθησιν της κληρονομίας των προαπελθόντων και να οικοδομώμεν επί των ιδικών των θεμελίων, διότι τοιουτοτρόπως η οικοδομή καθίσταται άσειστος».
Οι μεγάλες γεωγραφικά αποστάσεις ανάμεσα στο Ιερό Κέντρο της Ορθοδοξίας και την πέμπτη ήπειρο «δεν ηδυνήθησαν να δημιουργήσουν χάσμα και αποξένωσιν μεταξύ των ενταύθα Ομογενών και της φυσικής των Μητρός», παρατήρησε συγκινημένος, κατά την αντιφώνησή του, ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, τονίζοντας την καταλυτική συμβολή του Αρχιεπισκόπου κ. Μακαρίου στην ενίσχυση της μεταξύ των καρδιακής και πνευματικής σχέσεως. Έπειτα, υπενθύμισε ότι η Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως από της συστάσεώς της «αναπτύσσει συστηματικήν ιεραποστολικήν δράσιν, έχουσα βαθείαν συναίσθησιν της οικουμενικής της αποστολής, καθώς είναι ο φύλαξ και φορεύς και εγγυητής της Ρωμαίικης Παραδόσεως, της Ρωμηοσύνης, η οποία συνιστά μέγεθος και ποιότητα υπερεθνικήν, υπερτοπικήν και υπερχρονικήν και σχεδόν, θα ελέγομεν, μυθικήν». Την παρακαταθήκη αυτή της πίστεως, «διεφύλαξαν έως εσχάτης των αναπνοής οι θεοφιλώς αρχιερατεύσαντες εν τη Επαρχία ταύτη», επεσήμανε, παραθέτοντας συνοπτικά το έργο καθενός εκ των αοιδίμων Ποιμεναρχών της Αυστραλίας, ενώ κατέκλεισε με μια πατρική παράκληση προς τον φιλόχριστο λαό της τοπικής Εκκλησίας: «Την πίστιν και την Παράδοσιν των Αποστόλων, των Αγίων Πατέρων, των Μαρτύρων και των Οσίων, την οποίαν διεφύλαξαν οι αοίδιμοι Πρωθιεράρχαι της Ιεράς ταύτης Αρχιεπισκοπής και εκληροδότησαν άμωμον και άσπιλον εις τον νυν αρχιερατεύοντα παναξίως και θεοφιλώς Αρχιεπίσκοπον Μακάριον, κρατείτε και φυλάττετε διά να την παραδώσετε αλώβητον και αμίαντον εις τους επιγενομένους έως της συνετελείας των αιώνων και της Επιφανείας του Κυρίου, της Δευτέρας και Ενδόξου».
Σημειώνεται ότι στο τέλος της Θείας Λειτουργίας, τελέστηκε επιμνημόσυνη δέηση υπέρ μακαρίας μνήμης και αιωνίου αναπαύσεως των ψυχών των: Γρηγορίου Πατριάρχου, Χριστοφόρου, Τιμοθέου, Θεοφυλάκτου, Ιεζεκιήλ και Στυλιανού των αειμνήστων Αρχιεπισκόπων και πάντων των Αρχιερατευσάντων, ιερατευσάντων και διακονησάντων στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας, πάντων των προαπελθόντων μελών του Αρχιεπισκοπικού Συμβουλίου και των Κληρικολαϊκών Συνελεύσεων και πάντων των ορθοδόξων Ελλήνων μεταναστών των εν τη Αυστραλία ευσεβώς κειμένων.