Το Σάββατο, 29 Ιουνίου, εορτή των Αγίων ενδόξων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας κ.κ. Μακάριος ιερούργησε στον Ιερό Ναό του Αγίου Στυλιανού, στην περιοχή Gymea του Σύδνεϋ, όπου πανηγυρίζει το αριστερό κλίτος του Ναού, αφιερωμένο στους Πρωτοκορυφαίους Αποστόλους. Τον Σεβασμιώτατο καλωσόρισε με εγκάρδιους λόγους ο Ιερατικώς Προϊστάμενος π. Κωνσταντίνος Βαρυπάτης, ο οποίος μετέφερε τα αισθήματα υιικής αγάπης και σεβασμού των ενοριτών του Αγίου Στυλιανού προς τον Ποιμενάρχη τους και του ευχήθηκε καταλλήλως για τη συμπλήρωση πέντε ετών καλλικάρπου Ποιμαντορίας του στην Αυστραλία. «Ευχαριστούμε για την αγάπη που δείχνετε σε όλους μας, για τη θυσιαστική διακονία σας και για την πολύτιμη πνευματική καθοδήγηση που μας παρέχετε», ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο π. Κωνσταντίνος και ακολούθησε η επίδοση στον Αρχιεπίσκοπο, από τη νεολαία της Ενορίας, ενός αναμνηστικού δώρου για τη χαρμόσυνη ημέρα της επετείου ενθρονίσεώς του.
Αντιφωνώντας ο Σεβασμιώτατος κ.κ. Μακάριος, αφού ευχαρίστησε άπαντες για τις εκδηλώσεις αγάπης προς το πρόσωπό του, υπενθύμισε ότι στην Ορθόδοξη Εκκλησία οτιδήποτε θετικό και ωφέλιμο επιτυγχάνεται, δεν οφείλεται σε ένα πρόσωπο μόνο, αλλά στην ενότητα και τη συνεργασία όλων των μελών της, του Αρχιεπισκόπου, των Επισκόπων, των κληρικών, των διακόνων και των πιστών που εργάζονται για τη δόξα του Θεού. «Για αυτό καλούμαστε να είμαστε ενωμένοι», επισήμανε, «διαφορετικά δεν θα μπορέσουμε να βαδίσουμε προς τη σωτηρία».
Στη συνέχεια, ο Αρχιεπίσκοπος ανέλυσε το ευαγγελικό και το αποστολικό ανάγνωσμα της ημέρας, εστιάζοντας ιδιαίτερα στις δοκιμασίες, τις κακουχίες και τα παθήματα που υπέμειναν οι Απόστολοι κατά την επιτέλεση του ιερού έργου της διάδοσης της διδασκαλίας του Χριστού στην οικουμένη. Υπενθύμισε, μεταξύ άλλων, ότι από τους Δώδεκα Αποστόλους μόνο ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος δεν είχε μαρτυρικό θάνατο, μολονότι και εκείνος ταλαιπωρήθηκε πολύ κατά τον επίγειο βίο του.
Επίσης, παρουσιάζοντας στο εκκλησίασμα τις σχετικές αναφορές του Αποστόλου των Εθνών, από τη Β’ προς Κορίνθιους επιστολή του, διέκρινε ότι, παρόλο που οι περιγραφόμενες δοκιμασίες είναι ιδιαίτερα επώδυνες και σκληρές, ο Παύλος τις διηγείται με στωικότητα, σαν να αποτελούν αναπόφευκτα μέρος της ζωής κάθε ανθρώπου. Ο Σεβασμιώτατος εμβάθυνε στη φράση «ἡ γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται», για να επισημάνει ότι πρόκειται για έναν επαναστατικό λόγο του Αποστόλου, ο οποίος διαμηνύει στους σύγχρονους Χριστιανούς ότι δεν έχουν αξία οι κοσμικές επιδιώξεις, όπως η απόκτηση εξουσίας και χρημάτων, η διασημότητα και η κοσμική καταξίωση. Αντίθετα, το μήνυμα του Αποστόλου Παύλου, όπως επισήμανε, είναι ότι «ολοκληρωνόμαστε και γινόμαστε δυνατοί όταν περνούμε μέσα από το καμίνι των δοκιμασιών».
Τέλος, ορμώμενος από την ευαγγελική περικοπή, ο Αρχιεπίσκοπος ανέλυσε τα της κανονικής ιερωσύνης και της αποστολικής διαδοχής, και ολοκληρώνοντας την ομιλία του ευχήθηκε στους πιστούς να έχουν την ευλογία των Πρωτοκορυφαίων Αποστολών και να τους μιμούνται ως προς την αγάπη και τον ζήλο που είχαν για τον Χριστό. «Να είναι η ζωή μας γεμάτη ζήλο όχι για τα του κόσμου, τα οποία είναι φθαρτά και εφήμερα, αλλά για τα τίμια, τα άγια και τα ευλογημένα», παρότρυνε κλείνοντας.
Σημειώνεται ότι παρόντες στο Ιερό Βήμα, συμπροσευχόμενοι, ήταν οι Θεοφιλέστατοι Επίσκοποι Μιλητουπόλεως κ. Ιάκωβος και Χαριουπόλεως κ. Βαρθολομαίος.
Σε μια εποχή ραγδαίων αλλαγών και πολλαπλών δοκιμασίων, πνευματικής συγχύσεως και απερίσκεπτης αδολεσχίας, συνιστά ευλογία και μεγάλο προνόμιο για τον φιλόχριστο λαό της πέμπτης ηπείρου το ότι το πηδάλιο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας βρίσκεται σε χέρια συνετά, ικανά και στιβαρά. Χέρια που εγγυόνται τη σταθερή και ασφαλή πλοήγηση της νοητής νηός της τοπικής Εκκλησίας προς τα πελάγη των προκλήσεων της δεύτερης εκατονταετίας της.
Αυτή την ευλογία αναλογιζόμαστε σήμερα, καθώς ανακαλούμε στη μνήμη μας στιγμές από το ιστορικό εκείνο γεγονός της ενθρονίσεως του έκτου Ποιμενάρχη της εν Αυστραλία Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ήταν στις 29 Ιουνίου του 2019, στον κατάμεστο Ι. Καθεδρικό Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στο Σύδνεϋ, όταν ο νεοεκλεγείς τότε Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας κ.κ. Μακάριος παραλάμβανε επίσημα την ποιμαντορική ράβδο και μαζί παραλάμβανε τις ελπίδες, τις αγωνίες, αλλά και τις διάπυρες ευχές του ιερού Κλήρου και του ευσεβούς Λαού της τοπικής Εκκλησίας.
Τα πέντε χρόνια που ακολούθησαν, ήταν χρόνια ολοκληρωτικής αφοσιώσεως του Σεβασμιωτάτου στα πολυδιάστατα αρχιερατικά του καθήκοντα, με υψηλό αίσθημα ευθύνης προς το ποίμνιό του, το οποίο εναπόθεσε σε εκείνον τις ευσεβείς προσδοκίες του, αλλά και προς τη Μητέρα Εκκλησία και τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο που τον περιέβαλαν με συγκινητική εμπιστοσύνη. Εργάστηκε άοκνα, προκειμένου, όπως είχε υποσχεθεί κατά την ενθρόνισή του: «Να αγιάσουμε σύμπασα την αυστραλιανή γη με την υγιαίνουσα διδασκαλία του Ευαγγελίου».
Για την εκπλήρωση του ιερού αυτού σκοπού, «εκμηδένισε» τις αποστάσεις και βρέθηκε κοντά στα πνευματικά του τέκνα ακόμα και σε απομακρυσμένες γωνιές της αχανούς Αυστραλίας, χειροτόνησε δεκάδες νέους κληρικούς για να καλύπτονται επαρκέστερα οι ανάγκες του πληρώματος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής, στήριξε και ενίσχυσε τις μοναστικές αδελφότητες με την πεποίθηση ότι τα μοναστήρια αποτελούν πνευματικούς «πνεύμονες» σε κάθε τόπο, οικοδόμησε «γέφυρες» με τις ελληνικές κοινότητες που βρίσκονταν έξω από την «αγκαλιά» της κανονικής Εκκλησίας, ίδρυσε νέες ενορίες και προσέγγισε έμπρακτα και ουσιαστικά τη νεολαία, ενίσχυσε και αναβάθμισε το κοινωνικό, φιλανθρωπικό και εκπαιδευτικό έργο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής, μερίμνησε για τη διοικητική της αναδιάταξη με σκοπό την καλύτερη ανταπόκριση της στις σύγχρονες συνθήκες, δρομολόγησε την υλοποίηση μεγαλόπνοων έργων επ’ ωφελεία του Ελληνισμού και της περαιτέρω ανάδειξης της ελληνορθόδοξης μαρτυρίας στην αυστραλιανή κοινωνία. Αποκορύφωμα όλων, αποτέλεσε η κοπιώδης εργασία του για την προετοιμασία του νέου Συντάγματος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής, το οποίο εγκρίθηκε επί των αρχών από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, και εισάγει το συνοδικό σύστημα στη διοίκηση της τοπικής Εκκλησίας.
Όμως, πάνω και πέρα από όλα τα έργα και τις τομές που συνόδευσαν την πενταετή ποιμαντορία του Σεβασμιωτάτου κ.κ. Μακαρίου, το πολυτιμότερο για το μέλλον της τοπικής μας Εκκλησίας είναι ότι μας έχει εμπνεύσει με τον ιερό ζήλο, το εκκλησιαστικό φρόνημα και την αποφασιστικότητά του, έτσι ώστε η πρόκληση «να αγιάσουμε την αυστραλιανή γη με τη διδασκαλία του Ευαγγελίου» να γίνεται προσωπική υπόθεση καθενός και καθεμιά μας.
Ευχόμαστε εκ βάθους καρδίας να συνεχίσει για πολλά ακόμα χρόνια να μας εμπνέει, να μας εμψυχώνει και να μας καθοδηγεί, και ο Θεός να του χαρίζει άπλετη δύναμη, ψυχική και σωματική, ώστε να εκπληρώσει όλους τους ευγενείς οραματισμούς του για την Ορθόδοξη Εκκλησία και τον φιλόχριστο λαό της πέμπτης ηπείρου.
Εις έτη πολλά, ευλογημένα και καλλίκαρπα, Σεβασμιώτατε!