8.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024

Επιτάφιος στα ερείπια της Παναγίας Παραμυθίας Βλαχασαράι

Της Μαρίας Δήμου

Πάσχα στην Πόλη σημαίνει Πάσχα στο κέντρο του Ορθόδοξου κόσμου. Σημαίνει ενσωμάτωση στην Ρωμαίικη Κοινότητα. Πάσχα σημαίνει επιστροφή σε πατρογονικά έθιμα. Σημαίνει προσκύνημα σε ναούς άλλοτε λαμπρούς και μεγαλόπρεπους κι άλλοτε ταπεινούς και ξεχασμένους.

Εδώ τα βήματα σε οδηγούν στα χνάρια της ιστορίας. Περνάς με ευκολία από το πολύβουο Πέρα στις ακτές του Κεράτιου, στην ιστορική χερσόνησο. Γέφυρες η μια μετά την άλλη ενώνουν τις ακτές του Χρυσού Κέρατος. Eminönü, Unkapan, Τζιμπαλί, Φανάρι, Μπαλατάς και τα τείχη των Βυζαντινών Αυτοκρατόρων, χαμένα μέσα στις επιχωματώσεις, ξετυλίγονται σαν ξεφτισμένη πια κορδέλα, όχι πάνω στο κύμα, όπως κάποτε, αλλά δίπλα στον φαρδύ παραλιακό δρόμο, ψιθυρίζοντας σε όσους θέλουν να κρυφακούσουν ιστορίες με βαρβάρους που τα πλήγωσαν, με αυτοκράτορες που τα τίμησαν, με σουλτάνους που τα εκπόρθησαν, με πρίγκηπες που τα κατοίκησαν, με ανατολίτες που τα περιφρόνησαν.

Στα εσώτερα της ιστορίας…

Κι όταν κανείς διαβεί ένα από τα πολλά τους περάσματα, που άνοιξαν αφού πια δε χρησίμευαν σε τίποτε τους νέους κατοίκους της Βασιλεύουσας, μικρά ανηφορικά σοκάκια τον περιμένουν στα ριζά της Επταλόφου πολιτείας. Σοκάκια που κάποτε περνούσαν κάτω από αρχοντόσπιτα, κονάκια και μικρά παλάτια, ανάμεσα από εκκλησιές, τζαμιά και συναγωγές. Ανηφοριές και σκαλιά οδηγούν όποιον το επιθυμεί στα εσώτερα της ιστορίας.

Εκεί στην αρχή μιας τέτοιας ανηφοριάς διάλεξαν οι πρίγκηπες της Βλαχίας να κτίσουν τη δική τους εκκλησία. Ανάμεσα στον 5ο και τον 6ο λόφο, στο Φανάρι των Πατριαρχείων, οι ισχυροί των Παραδουνάβιων περιοχών έφτιαξαν τα αρχοντικά τους. Σούτσοι και  Καντακουζινοί ήθελαν να βρίσκονται δίπλα στο κέντρο της Ορθοδοξίας, δίπλα στον Οικουμενικό Θρόνο, εκεί όπου χτυπούσε η καρδιά της πίστης και της γλώσσας.  Κι έχτισαν δύο εκκλησιές. Στο Βλαχ-Σαράι την Παναγία Παραμυθία και στο Μπογδάν-Σαράι τον Άγιο Νικόλα.

Κι ήρθε μια φωτιά…

Κι αν οι μέρες της δόξας πέρασαν κι οι πρίγκηπες χάθηκαν, η Παναγία της Παραμυθίας, της παρηγοριάς και της συμπόνιας, έμεινε εκεί να αγναντεύει από ψηλά τα νερά του Κόλπου να βάφονται κάθε δείλι χρυσαφιά. Ξεχασμένη και παραμελημένη. Τι κι αν και εκεί κάποτε στην περιπλάνησή του το Οικουμενικό Πατριαρχείο βρήκε στέγη μετά από τον εκδιωγμό του από τη Μονή της Παμμακαρίστου. Τι κι αν εδώ η Σύνοδος συνεδρίασε για την κύρωση της πατριαρχικής αξίας της Εκκλησίας της Ρωσία. Η δόξα ξέφτισε κι η ιστορία φάνηκε να ξεχνιέται.

Κι ήρθε μια φωτιά, μια από τις τόσες που για αιώνες κατέτρωγε τα σωθικά αυτής της πόλης. Κι έκαψε τον ναό της Παραμυθίας. Κάηκε η εκκλησία των Πριγκήπων και των Πατριαρχών, κάηκε η Παναγία της Παραμυθίας, της παρηγοριάς των ανθρώπων που την έκαναν σπίτι τους. Κάηκε η εκκλησία κι ερήμωσε κι η γειτονιά.

Ούτε πρίγκηπες πια, ούτε απλοί Ρωμιοί έμειναν. Άδειασε το Φανάρι κι ο γειτονικός Μπαλατάς. Ποιος να νοιαστεί, ποιος να φροντίσει, ποιος να περιμαζέψει τα αποκαΐδια.

Ήρθε ο καιρός να γνωρίσει την Ανάσταση…

Και πέρασαν τα χρόνια κι ήρθε και πάλι ο καιρός να γνωρίσει την Ανάστασή της η Παναγιά των Βλάχων. Μέσα από τη φροντίδα και την συνεχή προσπάθεια του νέου Προέδρου της Κοινότητας, του κ. Λάκη Βίγκα, φέτος μετά από 50 ολόκληρα χρόνια, ακούστηκαν σήμερα τα Εγκώμια στα χαλάσματα του ναού.

Με περισσή συγκίνηση άνθρωποι που μεγάλωσαν σ’ αυτή τη γειτονιά, πιστοί που αγαπούν αυτές τις ξεχασμένες εκκλησίες, περίοικοι άλλων δογμάτων, άνθρωποι που στηρίζουν κάθε τέτοια προσπάθεια των Ρωμαίικων Κοινοτήτων βρεθήκαμε κάτω από τον ανοιξιάτικο ουρανό της Πόλης, ανάμεσα στους ξεφτισμένους τοίχους και τα ανοίγματα των παραθύρων, μέσα σε ένα κήπο που οργιάζει η βλάστηση και φωλιάζουν τα πουλιά. Ανεβήκαμε τα φαγωμένα από το χρόνο πέτρινα σκαλιά και διαβήκαμε το μαρμάρινο κατώφλι. Σταθήκαμε ευλαβικά, τιμώντας την ιστορία του τόπου, αναλογιζόμενοι το ειδικό βάρος των στιγμών και ψάλλαμε τα Εγκώμια του Επιταφίου Θρήνου.

Όλα αποκτούν άλλο νόημα…

Εδώ, λίγο πάνω από την ακτή του Κεράτιου Κόλπου, ανάμεσα στα σπαράγματα ενός ναού, όλα αποκτούν άλλο νόημα. Ο Γολγοθάς, η σταύρωση κι ο θάνατος, η ταφή, η τριήμερος εις Άδου κάθοδος και τελικά η Ανάσταση βιώνονται κι ως προσωπικές εμπειρίες, ως βιώματα αλλά και διηγήσεις, ως ελπίδα και αναμονή. Ο αγώνας που δίνεται δεν είναι για να στηθεί άλλη μια εκκλησία. Κι όπως λέει ο κ. Βίγκας, είναι για να μείνει ζωντανή μνήμη, να μη χαθεί η πολύτιμη αυτή ψηφίδα  από το μωσαϊκό της Ρωμαίικης Κοινότητας. Γιατί κάθε ναός, κάθε σχολείο, κάθε κοινοτικό κτίριο αποτελεί κομμάτι της κληρονομιάς που μας εμπιστεύτηκαν οι πρόγονοί μας. Δική μας υποχρέωση να την παραδώσουμε στην επόμενη γενιά ατόφια κι αλώβητη.

Η Ρωμιοσύνη της Πόλης ζει σιωπηλά την κάθε στιγμή αυτής της πορείας. Ζει κι ελπίζει, δίνει το δικό της αγώνα ακόμα και μέσα από τα  ερείπια. Έχει μάθει αιώνες τώρα να παλεύει για τη σωτηρία, τη ζωή και την ελπίδα της. Και η Παναγία Παραμυθία, το Βλαχ-Σαράι του Φαναρίου είναι το καλύτερο παράδειγμα

Σχετικά άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ