Ομιλία Λάκη Βίγκα
στην επετειακή εκδήλωση για τα 10 χρόνια από την επαναλειτουργία της Ομογενειακής Παιδείας στην Ίμβρο, με τίτλο: “Η αναγέννηση και το μέλλον της Παιδείας στην Ίμβρο”.
Ίμβρος 26 Οκτωβρίου 2023
Παναγιώτατε,
Σεβασμιώτατοι,
Εξοχώτατοι πρέσβεις,
Αξιότιμα μέλη του προεδρείου του ΕΠΣΙ,
Φίλες και Φίλοι,
Κυρίες και Κύριοι,
Σήμερα, συγκεντρωθήκαμε στην Ίμβρο για μία εξαιρετικής σημασίας επέτειο της σύγχρονης ιστορίας του ελληνισμού της καθ’ ημάς Ανατολής. Ήρθαμε να γιορτάσουμε την επανεκκίνηση της παιδείας μας και την ίδρυση του ΕΠΣΙ (Εκπαιδευτικός και Πολιτιστικός Σύνδεσμος Ίμβρου) πριν από 10 χρόνια. Ήρθαμε να τιμήσουμε τους εμπνευστές και λειτουργούς αυτής της ιδέας· τους αγωνιστές αυτού του σκοπού· τους αδικημένους εκπαιδευτικούς και μαθητές, που έζησαν τα πέτρινα χρόνια του 1964 και μετά· τους ανθρώπους που μας συμπαραστάθηκαν στην υλοποίηση της επαναλειτουργίας, και δεν αναφέρομαι μόνο στους πολιτικούς και θρησκευτικούς παράγοντες, αλλά και στους τοπικούς άρχοντες του νησιού, τους δωρητές και ευεργέτες, τους ανθρώπους που φρόντισαν με αγάπη, πάθος και προσωπικές θυσίες να συμβάλουν στην αναγέννηση του στοιχείου μας στην Ίμβρο.
Ρωμιοσύνη δίχως παιδεία, ελληνική γλώσσα, παράδοση και εθελοντισμό δεν υφίσταται. Για να ανήκεις σε αυτόν τον πολιτισμό η γλώσσα είναι το βασικότερο στοιχείο. Για αυτό παλέψαμε όλες και όλοι μαζί. Και αυτό όφειλαν να μας το επέτρεπαν οι Αρχές.
Λέω “όφειλαν”, διότι αυτό που στερηθήκαμε για πολλές δεκαετίες δεν ήταν δική μας επιλογή. Δεν φταίξαμε, δεν συνωμοτήσαμε εις βάρος κανενός, αλλά πληρώσαμε το τίμημα των πολιτικών αντιπαραθέσεων, των στρατηγικών σκοπιμοτήτων, των οικονομικών συμφερόντων και του εθνικισμού.
Σήμερα, όμως, συγκεντρωθήκαμε για να συζητήσουμε δύο βασικά πράγματα: τον απολογισμό των τελευταίων δέκα ετών και τους στόχους της επόμενης δεκαετίας. Αρχίζοντας από την προσωπική μου εμπλοκή στις προσπάθειες επαναλειτουργίας των σχολείων μας, θέλω να αναφερθώ με πολύ σεβασμό στον Οικουμενικό Πατριάρχη μας, ο οποίος κάποτε με ξενάγησε στην Ίμβρο των παιδικών του χρόνων και μου έδωσε το κίνητρο για να ασχοληθώ με την εκπαίδευση στο νησί θέτοντάς μου ένα κρίσιμο ερώτημα: “Γιατί στην Κωνσταντινούπολη υπάρχουν ελληνικά σχολεία ενώ εμείς στην Ίμβρο δεν έχουμε; Δεν είμαστε πολίτες της ίδιας χώρας;“. Αυτή η απλή κουβέντα ήταν το κομβικό σημείο μιας μεγάλης υπόθεσης που αδίκησε τα παιδιά και τους γονείς Ιμβρίους για μισό αιώνα.
Μια άλλη πτυχή, πολύτιμη για εμένα, ήταν ότι ως μη Ίμβριος έγινα αποδεκτός από τους Ιμβρίους και τα σωματεία της Αθήνας, Θεσσαλονίκης και Ίμβρου. Αυτή η αρμονική συνύπαρξη και συνεργασία αποτέλεσε τον οδηγό στην επιτυχή έκβαση του σκοπού μας. Ασφαλώς, και η πορεία δεν ήταν εύκολη. Αγώνας, αγωνία, τρέξιμο, επαφές, ισορροπίες, δημιουργία κύρους, επικοινωνία, συνεργασία, ενημέρωση, αναζήτηση οικονομικών πόρων, ανάθεση έργων, προσέλκυση οικογενειών και εκπαιδευτικών, οργάνωση νέων θεσμών και συντονισμός μεταξύ Άγκυρας – Δαρδανελλίων – Ίμβρου – Κωνσταντινούπολης – Αθήνας – Θεσσαλονίκης. Ήταν ένας μεγάλος και έντιμος αγώνας.
Κατά τη διάρκεια αυτού του πολυεπίπεδου και με ακροβατικές ικανότητες συντονισμού δεν ήταν δυνατόν να μην αντιμετωπίσουμε αμφισβητήσεις, ενδοιασμούς, άδικες πολλές φορές κριτικές, φοβίες, ακόμη και εκ των ένδον αντιπολίτευση και φίλια πυρά. Ήταν πολύ φυσικό, όταν η ιμβριακή τοπική κοινότητα είχε απομείνει γύρω στα 200 άτομα, ενώ παράλληλα οι μαθητικές φωνές και το σχολικό κουδούνι αποτελούσαν μία μακρινή ανάμνηση.
Καταφέραμε, όμως, το ακατόρθωτο για κάποιους. Τα εκπαιδευτήρια του νησιού είναι μία πραγματικότητα, που δίνει ελπίδα. Από εδώ και στο εξής, βέβαια, επιβάλλεται να θέσουμε το ερώτημα “τι μέλλει γενέσθαι;” τόσο σε ό,τι αφορά τα σχολειά μας όσο και την τοπική κοινωνία, που εκ των πραγμάτων αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία.
Αρχικά, η πρώτη και η μεγαλύτερη πρόκληση που έχουμε να αντιμετωπίσουμε και επικρέμεται ως δαμόκλειος σπάθη επί της κεφαλής της μειονότητας, τόσο εδώ όσο και στην Πόλη, είναι το δημογραφικό πρόβλημα. Η πληθυσμιακή ανάσα που πήρε το νησί την προηγούμενη δεκαετία δεν πρέπει να μας εφησυχάζει κι ούτε να θεωρείται δεδομένη. Πρέπει να υπογραμμίσουμε εμφατικά ότι είναι εύθραυστη και επιβάλλεται να τη θωρακίσουμε. Κι όταν αναφερόμαστε σε τέτοια ζητήματα, πρέπει να μιλάμε με αριθμούς. Το 2013 ξεκινήσαμε με 4 μαθητές. Προϊόντος του χρόνου, μόλις δύο χρόνια μετά, οι μαθητές αυξάνονται σε 20, για να αγγίξει ο αριθμός τους το υψηλό των 59 παιδιών το 2020. Από εκεί και μετά, έχουμε μία σταδιακή απομείωση του μαθητικού δυναμικού, που αυτό μεταφράζεται σε 10 μαθήτριες και μαθητές λιγότερους εντός τριών σχολικών ετών. Είναι μία ένδειξη ικανή για να κρούσουμε τον κώδωνα του κινδύνου. Πώς θα σταματήσουμε την αιμορραγία στα σχολεία της Ίμβρου;
Παλαιότερα, σε ομιλίες, συνεντεύξεις και σε επιστολές μου, είχα δώσει το πλαίσιο εντός του οποίου οι Ίμβριες και Ίμβριοι θα έμεναν ή θα επέστρεφαν στον τόπο τους. Δημιουργία επιχειρήσεων, θέσεων εργασίας, σχολείων και κοινοτικών θεσμών, όπως του ΕΠΣΙ που φέρει την ευθύνη των σχολείων, προβάλλει τον πολιτισμό μας και είναι η φωνή της τοπικής κοινωνίας, γονέων και κηδεμόνων εκλεγμένων μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες. Αλλά μια που απόψε το θέμα μας είναι η παιδεία, σε αυτό το τετράπτυχο χρειάζεται να προσθέσουμε και τη μεταρρύθμιση του παραδοσιακού μοντέλου εκπαίδευσης. Στην μετά-COVID εποχή θα δούμε να εδραιώνεται ένα νέο μοντέλο διδασκαλίας και να ενισχύεται η εξ αποστάσεως εκπαίδευση. Για αυτόν τον λόγο προέχει τα σχολεία μας να γίνουν ελκυστικά, πρότυπα, που να κομίζουν τη δική τους πρόταση στην εκπαιδευτική κοινότητα, που να τα επιλέγει ο μαθητής και ο γονιός γνωρίζοντας ότι από αυτά το σχολικά ιδρύματα η νέα και ο νέος θα έχουν εφοδιαστεί με τα κατάλληλα προσόντα, που μόνο το δικό μας σχολείο μπορεί να παρέχει. Να δημιουργήσουμε το δικό μας brand name στον κόσμο της εκπαίδευσης.
Τέλος, επιβάλλεται να αλλάξουμε νοοτροπία, να ανοιχτούμε στον κόσμο και στους νέους ανθρώπους, που έρχονται να ενδυναμώσουν την κοινότητά μας. Δεν είναι δυνατόν τη σήμερον ημέρα να κουβεντιάζουμε για περιορισμό εισαγωγής στα σχολεία του νησιού λόγω μη ιμβριακής καταγωγής. Αυτό αποξενώνει, περιθωριοποιεί τους εαυτούς μας και την κοινότητα από μία κοινωνία που διαρκώς κινείται, αλλάζει και μετακινείται.
Σε έναν ολοένα και ποιο δυναμικό κόσμο δεν μπορούμε εμείς να απαντάμε με στατικότητα και τοπικισμό. Η ανοιχτοσύνη, η οικουμενικότητα είναι χαρακτηριστικά του ελληνισμού και της ορθοδοξίας. Ποτέ δεν ήμασταν οι Έλληνες περιχαρακωμένοι. Μεταφέραμε εμπορεύματα από λιμάνι σε λιμάνι, από πόλη σε πόλη και παράλληλα κομίζαμε νέες ιδέες, που τις κάναμε οράματα. Ως ορθόδοξοι χριστιανοί, αποδεχόμασταν τον συνάνθρωπό μας, τον αγκαλιάζαμε, τον καλωσορίζαμε στην πατρώα μας πίστη χωρίς να κρίνουμε εθνική καταγωγή και γλώσσα και τον κάναμε αδερφό. Ακριβώς από αυτόν τον ιδιάζοντα ελληνορθόδοξο ριζοσπαστισμό θα πρέπει να αρδεύσουμε, για να ανθίσουμε και να καρποφορήσουμε στη γη των προγόνων μας.
Στον 21ο αιώνα, η τεχνολογία της επικοινωνίας μάς επιτρέπει να συναναστραφούμε και να επενδύσουμε σε όλο τον πλανήτη και ιδιαίτερα με τον ελληνισμό της διασποράς, που υπολογίζεται γύρω στα 8 εκατομμύρια κόσμου. Από την άλλη πλευρά και η χώρα μας, η Τουρκία, εξελίσσεται επιχειρηματικά, οικονομικά και τεχνολογικά προσφέροντας επενδυτικές δυνατότητες. Η ομογένεια της Ίμβρου πρέπει να τοποθετηθεί μέσα σε αυτό το πλαίσιο. Δεν είναι μία γέφυρα που επικοινωνεί με το παρελθόν, αλλά γέφυρα που σχηματοποιεί ένα σύγχρονο αφήγημα με σταθερή επιδίωξη την παραγωγική και αναπτυξιακή στρατηγική και ανασυγκρότηση.
Κλείνοντας θα ήθελα να αναφερθώ ονομαστικά σε μερικούς ανθρώπους, που συνέβαλαν καθοριστικά στην πραγματοποίηση αυτού του έργου. Οι τότε πρόεδροι, Πάρις Ασανάκης και Παύλος Σταματίδης και τα μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων υπήρξαν οι αντίστοιχες δύο γωνίες του χρυσού τριγώνου. Ο Μάκης Καμπουρόπουλος, η Βούλα Μπερμπέρ, ο έπαρχος Muhittin Gürel, ο διευθύνων σύμβουλος της TURKCELL Kaan Terzioğlu, οι υπουργοί υγείας Mehmet Müezzinoğlu και εθνικής παιδείας Nabi Avcı, η Μαρία Μπαχτσέ, Άννα Κουτσομάλλη και Δέσποινα Πορτοκάλη, ο γενναίος και γενναιόδωρος μπαρμπα-Γιώργος μας, οι τότε υποδιευθυντές που έγιναν ένα μαζί μας για να εδραιωθούν τα σχολεία μας, και οι μετακλητοί εκπαιδευτικοί, οι οποίοι αγκάλιασαν αυτό το εγχείρημα και συνέβαλαν ώστε οι νέοι μας να έχουν καλά αποτελέσματα στις εισαγωγικές στην Ελλάδα.
Ασφαλώς, θα μου διαφεύγουν και άλλοι άνθρωποι στους οποίους θέλω να εκφράσω από τη δική μου πλευρά την ευγνωμοσύνη μου για τη συμμετοχή και συμβολή τους στο πνεύμα του αγώνα για την επαναλειτουργία των σχολείων μας. Προτού τελειώσω, θέλω να χαιρετίσω τον τότε μικρό Δημητράκη, ο οποίος με προτροπή του Παύλου Σταματίδη ήρθε με τη μητέρα του και του έδωσα το κλειδί για να ανοίξει ως πρώτο παιδί την πόρτα του Δημοτικού σχολείου μας. Δυστυχώς, τα πράγματα δεν πήγαν καλά το 2012 και η έναρξη αναβλήθηκε για το 2013, οπότε και επέστρεψαν στη Θεσσαλονίκη. Ο Δημήτρης, καθώς επίσης και οι 40 απόφοιτοί μας εκ των οποίων μεγάλος αριθμός ήρθαν στις ενδιάμεσες τάξεις, θα πρέπει να ενώσουν και τις δικές τους δυνάμεις και να βοηθήσουν για την ανάπτυξη της ομογενειακής ιμβριακής κοινωνίας με τις σύγχρονες ανάγκες και απαιτήσεις, τις οποίες και ενστερνίζονται.
Φίλες και φίλοι,
Λυπάμαι που αδυνατώ να παραβρεθώ αυτοπροσώπως στη σημερινή εκδήλωση, αλλά γνωρίζετε ότι θα είμαι δίπλα σας με όσες δυνάμεις διαθέτω για το μέλλον και την ανάπτυξη αυτού του νησιού. Εύχομαι να αξιωθούμε να ξαναβρεθούμε στο τέλος της νέας δεκαετίας που αρχίζει, με το ίδιο πνεύμα ενότητας, ενθουσιασμού και βιώσιμης ανάπτυξης με βάση τη γλώσσα και τον πολιτισμό μας.
Σας ευχαριστώ πολύ.