Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου
Το 1988 κυκλοφόρησε Ο καθρέφτης και το μαχαίρι από τον Ίκαρο. Η κλασική πλέον αυτή έκδοση περιέχει τριάντα έξι κείμενα του Μάνου Χατζιδάκι που δημοσιεύτηκαν κατά καιρούς
σε περιοδικά και εφημερίδες ή εκφωνήθηκαν προς το κοινό. Το βιβλίο περιλαμβάνει και φωτογραφικό υλικό, το οποίο θα μπορούσε να θεωρηθεί υποστηρικτικό υλικό για το νοερό σχεδίασμα μιας αυτοβιογραφίας. Στο τέλος του βιβλίου ο ίδιος ο Χατζιδάκις μάς ξεναγεί στις φωτογραφίες της ζωής του.
Τα κείμενα είναι πέρα ως πέρα χατζιδακικά. Ευαίσθητα, ανατρεπτικά, «τελετουργικά», βαθιά πολιτικά, άκρως γοητευτικά και με μοναδική μουσικότητα δοσμένα. Ο Χατζιδάκις είναι ένας
μάγος της μουσικής, αλλά κι ένας τεχνίτης του Έλληνος λόγου. Διαβάζοντας Χατζιδάκι αντιλαμβάνεσαι το του Εγγονόπουλου: «Οι άγγελοι στον παράδεισο μιλούν ελληνικά…».
Θα σταθώ εδώ σ’ ένα από τα κείμενα του βιβλίου και μάλιστα σ’ ένα μόνο κομμάτι του, που μου προκάλεσε —και λόγω ειδικότητος— το ενδιαφέρον.
«Η λιποθυμία των λέξεων πάνω σε πέντε γραμμές» είναι μια εποικοδομητική «φλυαρία», που λέει κι ο ίδιος ο Χατζιδάκις, πάνω στο σπουδαίο θέμα της σχέσης λέξεων, ποίησης και μουσικής. Και ποια η περιπέτεια του συνθέτη «να κάνει δική του τη λέξη, καθώς αυτή ξαπλώνει στο κρεβάτι των πέντε γραμμών».
Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε αρχικά στο περιοδικό Το Τέταρτο, τεύχος 9, τον Ιανουάριο του 1986. Όμως ο Χατζιδάκις το είχε εκφωνήσει ως ομιλία νωρίτερα. Τον Αύγουστο του 1984 πραγματοποιήθηκε στην Κάρπαθο ένα Συμπόσιο που οργάνωσε το Αιγαίο Κέντρο Ελληνικής Φιλοσοφίας. Ανάμεσα στους προσκεκλημένους ομιλητές ήταν και ο Μάνος Χατζιδάκις. Τα κείμενα των ομιλιών δημοσιεύτηκαν σ’ έναν τόμο πρακτικών που επιμελήθηκε ο εκ των διοργανωτών του Συμποσίου καθηγητής Θεοδόσης Πελεγρίνης.
Έγνοια του Χατζιδάκι είναι «το κύρος των ήχων και των λέξεων να μη χαθεί». Θεωρεί ότι αυτό «είναι μια προσταγή του τραγουδιού». Ας παρακολουθήσουμε την ασυνήθιστη σκέψη
του όταν συναντά έναν ύμνο της Εκκλησίας!
Απολαύστε τον Μάνο Χατζιδάκι αναλύοντα έναν Οίκο:
“Για το κύρος των λέξεων πάλι, μέσα σ’ ένα τμήμα ποιητικού κειμένου και για τη μουσική επιλογή τους, έχουμε ένα παράδειγμα. Ένα εξαίσιο, ξαφνικό και τολμηρό ποιητικό δείγμα απ’ την Ακολουθία του Κοσμά του Αιτωλού. «Ο Οίκος», έτσι ονομάζεται το τμήμα της Ακολουθίας, αρχίζει:
Των Αποστόλων μιμητής
και Εκκλησίας στύλος
των Ιερέων καλλονή
και των Οσίων τύπος
(ως κοινωνήσας των αγώνων αυτοίς)
Ιερομάρτυς αναδέδειξε.
Κάθε εκκλησιαστικός μουσικός, αλλά και κάθε λογικός, θα βασιζότανε στο ρήμα αναδέδειξε. Στον τελευταίο στίχο: Ιερομάρτυς αναδέδειξε. Αλλά εδώ έχουμε και μια πρόσθετη αίσθηση,
πέρα απ’ τη λογική σύνθεση κι ερμηνεία του ιερού κειμένου. Τη σύγχρονη αίσθηση των λέξεων καλλονή – στύλος – τύπος – μιμητής, που η φθορά τους τις βοηθά να δημιουργούν
μια μοναδική εντύπωση, έτσι καθώς είναι συζευγμένες με τις παραδοσιακά εκκλησιαστικές λέξεις. Των Αποστόλων – μιμητής. Της Εκκλησίας – στύλος. Των Ιερέων – καλλονή. Και των
Οσίων – τύπος. Άραγε ήταν μια έμπνευση, γέννημα τύχης και τόλμης ή μια στον καιρό της λογική διαδικασία φραστική, που συνδυάζει μνήμη και λεκτική λειτουργία; Πιστεύω στην τόλμη του κειμένου και στη διαχρονική ποιητικότητά του μέσ’ απ’ τις ευτυχείς και εμπνευσμένες αυτές συζεύξεις. Είναι ποτέ δυνατόν ο μελωδικός και νόμιμος βιαστής αυτού του κειμένου να τις αγνοήσει και να ρίξει το βάρος στο λογικό αναδέδειξε του
Ιερομάρτυρος; Αυτό το «αναδέδειξε» γίνεται δευτερεύον —θα ’λεγεν ο Καβάφης. Ή μάλλον γίνεται επίλογος, για να καλύψει, να τελειώσει, τα όσα ο Ιερομάρτυς αναδέδειξε”.
Τη συνέχεια του κειμένου μπορεί να διαβάσει κανείς στο βιβλίο Ο καθρέφτης και το μαχαίρι. Ας μου επιτραπούν μόνο κάποιες παρατηρήσεις, γιατί σίγουρα δεν είναι και πολύ συνηθισμένη μια τέτοια προσέγγιση.
Αρχικά ας επισημανθεί μια παρενθετική λεπτομέρεια: Η ορθή γραφή του ρήματος αναδέδειξε, ως β΄ προσώπου παρακειμένου της μέσης φωνής, είναι με αι: αναδέδειξαι.
Ο Μάνος Χατζιδάκις δεν ανήκει στους συνθέτες που υμνούν την παράδοση και το βυζαντινό μέλος και τα παρόμοια κοινότοπα. Πολλώ δε μάλλον δεν είπε ποτέ ότι επηρεάστηκε από
αυτές τις παραδοσιακές φόρμες, με εξαίρεση, βέβαια, το ρεμπέτικο, που ήταν, άλλωστε, υπόθεση του καιρού του. Μόνο στην Εποχή της Μελισσάνθης συναντούμε την ιδιοφυή επεξεργασία της Γ΄ Στάσεως των Εγκωμίων («Αι γενεαί πάσαι»), που παρουσιάζει στην αυθεντική της μορφή, με τους στίχους του Αμώμου να προτάσσονται, όπως δηλαδή γίνεται στα μοναστήρια. Κι ένα μπουζούκι να αυτοσχεδιάζει… βυζαντινά!
Ο Χατζιδάκις σίγουρα ήξερε την αξία της εκκλησιαστικής ποίησης και μουσικής. Το ενδιαφέρον είναι η επιλογή του παραδείγματος. Πρόκειται για τον «Οίκο» από την ασματική Ακολουθία του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, δηλαδή το κομμάτι που έπεται του κοντακίου του Αγίου, πριν το συναξάρι της ημέρας.
Ο Οίκος αυτός δεν είναι, όμως, από την Ακολουθία που αρχικώς επικράτησε στην Εκκλησία μας να ψάλλεται την ημέρα της εορτής (24 Αυγούστου), ποίημα του Σαπφείρου Χριστοδουλίδη του εκ Γραμμένου, μαθητού του Αγίου. Μια ακολουθία που εκδόθηκε το 1814 σε τυπογραφείο της Βενετίας, υπό του Νικολάου Γλυκέος του εξ Ιωαννίνων.
Άρα ποια Ακολουθία είχε υπ’ όψιν του ο Χατζιδάκις; Βέβαια η Ακολουθία του Σαπφείρου έχει Οίκο με τα στοιχεία που επισημαίνει ο Χατζιδάκις (κοινά, άλλωστε, στους ιερομάρτυρες)
αλλά δεν ταυτίζεται: «Την των μαρτύρων καλλονήν, των ιερέων υπογραμμόν, και Αποστόλων μιμητήν…».
Φαίνεται, λοιπόν, πως στα χέρια του Χατζιδάκι βρέθηκε — ποιος ξέρει πώς— η Ακολουθία του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, ποίημα του αειμνήστου μοναχού Υμνογράφου της Μ.τ.Χ.Ε. Γερασίμου Μικραγιαννανίτου, γιατί εκεί υπάρχει ο Οίκος όπως τον παραθέτει ο Χατζιδάκις (μάλλον ο π. Γεράσιμος επεξεργάστηκε σ’ ένα βαθμό την Ακολουθία του Σαπφείρου Χριστοδουλίδη).
Ιδού ο Οίκος του Γερασίμου:
Των Αποστόλων μιμητής,
και Εκκλησίας στύλος,
των ιερέων καλλονή,
και των Οσίων τύπος, [και των Μαρτύρων σύναθλος —αυτή τη
φράση δεν την έχει ο Χατζιδάκις]
ως κοινωνήσας των αγώνων αυτοίς,
Ιερομάρτυς αναδέδειξαι […].
Όπως και να ’χει, ο Μάνος Χατζιδάκις καταπιάστηκε μ’ ένα παράδειγμα από την υμνογραφία (αρκέστηκε, μάλιστα, στην αρχή του Οίκου —δεν τον ενδιέφερε ολόκληρος) για να τεκμηριώσει την άποψή του περί του κύρους των ήχων και των λέξεων, για να εκφράσει την αγωνία του για το αποτέλεσμα της σύζευξης λέξης και μουσικής. Πάντως σίγουρα δεν είχε μουσική άποψη για τον Οίκο του Αγίου Κοσμά, αφού ο Οίκος διαβάζεται εμμελώς στην Ακολουθία του Όρθρου και δεν ψάλλεται. Προφανώς τον έθελξαν οι ποιητικές συζεύξεις των λέξεων. Εκεί βρήκε τη μουσικότητα.
Ο ίδιος σημειώνει πιο κάτω στο κείμενό του: «Πολλές φορές, όσο καιρό δουλεύω ένα ποιητικό κείμενο, μερόνυχτα μ’ απασχολούν οι λέξεις ή μία λέξη καθοριστική για την πορεία του στίχου».
Και αποφαίνεται διερωτώμενος: «Μήπως αυτό είναι η Τέχνη και η περιπέτειά της μες στο ανθρώπινο γένος; Λέξεις. Που δεν εννοούν να λιποθυμήσουν και μας κρατάνε ξάγρυπνους μέσα στο άγχος των καιρών».
Από το βιβλίο του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου ΤΑ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΚΑ (Αθήνα 2023).