9.8 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024

Οικουμενικός Πατριάρχης: Παραμένομεν, επιμένομεν και υπομένομεν

ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΝ

Επί τη μνήμη των Αγίων ενδόξων Αποστόλων Βαρθολομαίου και Βαρνάβα, ημέρα των σεπτών Πατριαρχικών Ονομαστηρίων, η Α.Θ. Παναγιότης ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, χοροστάτησε σήμερα, Κυριακή των Αγίων Πάντων, 11 Ιουνίου 2023, κατά την θεία Λειτουργία, στον Π. Πατριαρχικό Ναό. 

Με τον Παναγιώτατο συγχοροστάτησαν οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες Γέρων Χαλκηδόνος Εμμανουήλ, Γέρων Δέρκων κ. Απόστολος, Γέρων Πριγκηποννήσων κ. Δημήτριος, Προικοννήσου κ. Ιωσήφ, Φιλαδελφείας κ. Μελίτων, Μυριοφύτου και Περιστάσεως κ. Ειρηναίος, Μύρων κ. Χρυσόστομος, Λαοδικείας κ. Θεοδώρητος, Ικονίου κ. Θεόληπτος, Αρκαλοχωρίου, Καστελλίου και Βιάννου κ. Ανδρέας, Βελγίου κ. Αθηναγόρας, Πατρών κ. Χρυσόστομος, Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος, Κρήνης κ. Κύριλλος, Κώου και Νισύρου κ. Ναθαναήλ, Αυστρίας κ. Αρσένιος, Κυδωνιών κ. Αθηναγόρας, Πισιδίας κ. Ιώβ, Ιωαννίνων κ. Μάξιμος, Σηλυβρίας κ. Μάξιμος, Πέτρας και Χερρονήσου κ. Γεράσιμος, Ίμβρου και Τενέδου κ. Κύριλλος, Σύμης κ. Χρυσόστομος, Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Πρόδρομος, Προύσης κ. Ιωακείμ, και Καστορίας κ. Καλλίνικος.

Εκκλησιάστηκαν οι Σεβ. Αρχιεπίσκοποι Ανθηδώνος κ. Νεκτάριος, Επίτροπος του Παναγίου Τάφου στην Πόλη, και Ντμανίσι και Άγαρα-Τασιρίσις κ. Ζήνων, ως εκπρόσωπος του Πατριαρχείου Γεωργίας, Μητροπολίτης Μπίλα Τσέρκβα κ. Ευστράτιος, ως εκπρόσωπος της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Ουκρανίας, Μητροπολίτης Τετόβου κ. Ιωσήφ, ως εκπρόσωπος του Αρχιεπισκόπου Αχρίδος κ. Στεφάνου, ο Σεβ. Μητροπολίτης Καλλιουπόλεως και Μαδύτου κ. Στέφανος, οι Θεοφιλ. Επίσκοποι του Θρόνου Αμορίου κ. Νικηφόρος, Αραβισσού κ. Κασσιανός, Ευδοκιάδος κ. Αμβρόσιος, Τράλλεων κ. Βενιαμίν, Δαφνουσίας κ. Σμάραγδος και Ξανθουπόλεως κ. Παΐσιος, ο Θεοφιλ. Επίσκοπος Αντανίας κ. Παρθένιος, Ηγούμενος της Ιεράς Μονής του Τιμίου Προδρόμου – Μπίγκορσκι με μέλη της περί αυτόν Αδελφότητος και Μοναχές από Μονές της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος, κληρικοί, μοναχοί και μοναχές, Άρχοντες Οφφικιάλιοι της Μ.τ.Χ.Ε., με επί κεφαλής τον Γενικό Γραμματέα της Αδελφότητος “Παναγία η Παμμακάριστος” Άρχοντα Διδάσκαλο του Γένους Εντιμολ. κ. Κωνσταντίνο Δεληκωσταντή.

Παρέστησαν, επίσης, η Ευγεν. Γενική Πρόξενος της Ελλάδος στην Πόλη κ. Γεωργία Σουλτανοπούλου, ως εκπρόσωπος της Ελληνικής Πολιτείας, o Eξοχ. κ. Viktor Yelensky, επι κεφαλής της Ουκρανικής Κρατικής Υπηρεσίας για τις εθνοτικές υποθέσεις και την ελευθερία της συνειδήσεως, ως εκπρόσωπος της Ουκρανικής Πολιτείας, ο Εξοχ. Πρέσβης της Ουκρανίας στην Άγκυρα κ. Vasyl Bodnar, οι Εντιμ. Γενικοί Πρόξενοι της Ουκρανίας και της Δημοκρατίας Βορείου Μακεδονίας κύριοι Roman Nedilskyi και Aktan Ago, μαθητές και μαθήτριες των Ομογενειακών σχολείων της Πόλεως και της Ίμβρου, μαζί με καθηγητές τους, και πλήθος πιστών.

Μετά την Απόλυση, την Α. Θ. Παναγιότητα προσφώνησε εκ μέρους της σεβασμίας Ιεραρχίας του Θρόνου ο Σεβ. Μητροπολίτης Γέρων Χαλκηδόνος κ. Εμμανουήλ.

Ο Παναγιώτατος, στην αντιφώνησή του, ευχαρίστησε όλους όσοι προσήλθαν για να συνεορτάσουν τα ονομαστήριά του, και αναφέρθηκε στα σημαντικότερα γεγονότα της Πατριαρχικής διακονίας του κατά το παρελθόν έτος, από τον περασμένο Ιούνιο μέχρι σήμερα, όπως ήταν η πρώτη και μόλις λίγων ωρών επίσκεψη του στην Εκκλησία της Κύπρου για να αποχαιρετήσει “τον αείμνηστον άγγελον της Εκκλησίας ταύτης Χρυσόστομον τον Β´, αλλά και να τον ευχαριστήσωμεν και μετά θάνατον διά την αφοσίωσιν και την συμπαράστασίν του εις το Οικουμενικόν Πατριαρχείον εν πνεύματι ορθής εκκλησιολογίας και κανονικής παραδόσεως.” 

Στη συνέχεια μνημόνευσε, όπως και στη χθεσινή ομιλία του μετά τον M. Εσπερινό της εορτής, την συμμετοχή του στους εορτασμούς που πραγματοποιήθηκαν στην γενέτειρά του με την ευκαιρία της συμπληρώσεως 250 ετών από την γέννηση του Ιερομόναχου και Διδασκάλου του Γένους Βαρθολομαίου Κουτλουμουσιανού του Ιμβρίου, και χαιρέτισε με συγκίνηση την παρουσία μαθητών των σχολείων της Ίμβρου, οι οποίοι, όπως είπε, αποτελούν “το ευοίωνον μέλλον αυτής”. Ακολούθως, υπενθύμισε ότι εορτάστηκε η εκατονταετία από την ίδρυση δύο μεγάλων Επαρχιών του Θρόνου, της Αμερικής και των Θυατείρων, και προανήγγειλε ότι θα προεξάρχει των ανάλογων εκδηλώσεων, εφέτος στην Φιλλανδία και την Εσθονία με την ευκαιρία της εκατονταετηρίδος από της αυτονομίας των εκεί Εκκλησιών, και την επόμενη χρονιά στην Αυστραλία με αφορμή την εκατονταετία από την ίδρυση της εκεί Ιεράς Αρχιεπισκοπής, “της γνωριζούσης περίοδον ακμής και ανθήσεως υπό την έμφρονα ποιμαντορίαν του νέου ποιμενάρχου αυτής κυρίου Μακαρίου του Κρητός.”

Και ο Πατριάρχης συνέχισε:

“Επαναλαμβάνομεν και ενταύθα περιχαρείς ότι όλως προσφάτως, η Μήτηρ Εκκλησία απέκτησεν ιδικόν της θυσιαστήριον εν τω κλεινώ άστει των Αθηνών, αλλά και έτερον ναόν εν τη πρωτευούση της Ιωνίας, τη περικαλλεί Σμύρνη, διά τας ανάγκας της εν αυτή Ιεράς ημών Μητροπόλεως, χάρις εις την άμεσον και πρόθυμον ανταπόκρισιν της Αυτού Αγιότητος του Πάπα Ρώμης Φραγκίσκου εις σχετικήν παράκλησιν της ημετέρας Μετριότητος. Ευγνωμονούμεν τον Αγιώτατον και προσφιλέστατον εν Χριστώ αδελφόν, διότι και εμπράκτως και γενναιοφρόνως εξεδήλωσε την αγάπην του προς ημάς και την εμπιστοσύνην του εις την καθ’ ημάς Εκκλησίαν της Κωνσταντινουπόλεως-Νέας Ρώμης.  

Ευχόμεθα και προσευχόμεθα η πορεία ημών προς το κοινόν Ποτήριον, κατά την προσφιλή έκφρασιν του Πατριάρχου Αθηναγόρου, να είναι ταχεία και ανεμπόδιστος και να φθάσωμεν εν ου μακρώ εις την μεγάλην ταύτην και επιφανή ημέραν, εις δόξαν Θεού.

Κατά το διαρρεύσαν διάστημα κατετάγησαν εις την χορείαν των αγίων ιεραί μορφαί εκ των πάλαι τε και επ’ εσχάτων διαλαμψασών εις το νοητόν στερέωμα της Εκκλησίας, με τελευταίους Ιερεμίαν τον Πατριάρχην και Γεράσιμον τον Υμνογράφον τον Μικραγιαννανίτην, των οποίων επικαλούμεθα την προς Κύριον μεσιτείαν και πρεσβείαν θερμήν. «Κάθε εποχή και τόπος σφραγίζονται από την παρουσία ζωντανών αγίων». Σας εξομολογούμεθα, αγαπητοί, ότι οσάκις εισερχόμεθα εις το ιερόν βήμα του πανσέπτου τούτου Πατριαρχικού ημών Ναού, ασπαζόμεθα μετ’ ευλαβείας και ευγνωμοσύνης πολλής τας εν αυτώ ιεράς εικόνας των νεοφανών αγίων μας Παισίου του Αγιορείτου, Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου, Αμφιλοχίου του εν Πάτμω, Εφραίμ του Κατουνακιώτου, Σωφρονίου της Μονής του Έσσεξ, τους οποίους εγνωρίσαμεν έτι ζώντας και ελάβομεν την αγίαν αυτών ευλογίαν.

Αυτονόητον, ότι κατά την τελευταίαν ενιαύσιον περίοδον, από του Ιουνίου του παρελθόντος έτους, ή μάλλον από της εκρήξεως του ανιέρου και καταστρεπτικού πολέμου της Ουκρανίας, παρακολουθούμεν τας εξελίξεις, προσευχόμεθα υπέρ της επανόδου της ειρήνης και καταδικά-ζομεν εις πάσαν διδομένην ευκαιρίαν την ρωσικήν εισβολήν εις εν ανεξάρ-τητον και κυρίαρχον κράτος, παρά πάσαν έννοιαν διεθνούς δικαίου και ηθικής τάξεως. Κλαίομεν μετά των κλαιουσών συζύγων και μητέρων των χιλιάδων ρώσων και ουκρανών στρατιωτών, των πεσόντων εις τα πεδία των μαχών, και ασπαζόμεθα και ευλογούμεν τα απορφανισθέντα τέκνα των, τα τε προς ανατολάς απαχθέντα και τα λοιπά.

Ακόμη, εδέχθημεν πέρυσιν εις την οικογένειαν των κανονικών Ορθο-δόξων Εκκλησιών την Αρχιεπισκοπήν Αχρίδος, τούθ’ όπερ ωδήγησεν εις περαιτέρω εξελίξεις, όχι πάντοτε κανονικάς, τα διορθόδοξα πράγματα.  

Και τι προσωπικόν: Τον Ιανουάριον εκοιμήθη η προσφιλής αυτα-δέλφη ημών, η πρώτη των τεσσάρων αδελφών, ότε και εδέχθημεν παρά πολλών αδελφών και τέκνων, συγγενών και φίλων, την πολύτιμον συμπάθειαν και τας προσευχάς αυτών, διά τας οποίας και εκφράζομεν και πάλιν τας θερμάς ευχαριστίας ημών τε και της ευρυτέρας οικογενείας μας. Εκείνη τώρα αναπαύεται εις την ευλογημένην γην της Ίμβρου. Και ενθυμούμεθα συναφώς τους λόγους του Ανδρέα Κάλβου : «είναι γλυκύς ο θάνατος μόνον όταν κοιμώμεθα εις την πατρίδα».”

Ακολούθως ο Παναγιώτατος μίλησε με συγκίνηση για τους αγώνες που διεξάγει σήμερα η Πρωτόθρονη Εκκλησία της Ορθοδοξίας.  

“Η Μήτηρ Εκκλησία εσυνέχισε την κενωτικήν διακονίαν της επί τη βάσει και εν τω πλαισίω της μακράς παραδόσεως  αυτής και, παρά τας δυσκολίας και τα προβλήματά της, «η υδρία του αλεύρου ουκ εξέλιπεν και ο καψάκης του ελαίου ουκ ελαττονώθη» (Γ´ Βασιλ. 17, 16) τη χάριτι του Κυρίου. Από της ενταύθα ιεράς και μαρτυρικής επάλξεώς της η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως εναγκαλίζεται και σήμερον τον σύμπαντα κόσμον και προσεύχεται υπέρ της ειρήνης αυτού, ενώ άλλοι προκρίνουν την κλαγγήν των όπλων και υπόσχονται άφεσιν αμαρτιών και τον παράδεισον εις τους αποκτείνοντας τους μέχρι της χθες αδελφούς αυτών.

Ο εορτάζων Πατριάρχης, πιστός εις όσα εξήγγειλεν εις τον ενθρονιστήριον λόγον του, συνεχίζει να αισθάνεται ως ένας υπηρέτης εις διατεταγμένην αποστολήν, ως θα έλεγε Βαρσανούφιος ο Μέγας, ως ένας κρίκος εις την μακράν αλυσίδα των ιστορικών μορφών που προηγήθησαν˙ και ως σύνδουλος των αδελφών αυτού, ως έλεγε Κωνσταντίνος ο Μέγας προς τους πατέρας της Α´ Οικουμενικής Συνόδου, και, ακόμη, συνεχίζει να πιστεύη ότι ο Πατριάρχης «είναι για να πικραίνεται και τους πικραμένους να γλυκαίνη», όπως έλεγε μακαριστός αγιορείτης (Σπυρίδων Μικραγιαννανίτης). Ο Πατριάρχης στέκεται «μεταξύ δόξης και αβύσσου» -διά την ακρίβειαν,- μεταξύ Σταυρού και Αναστάσεως.

Δεν παύει να έχεται στερρώς των δικαίων και των προνομίων της κατ’ αυτόν πρωτοθρόνου Εκκλησίας και να προκινδυνεύη αυτών, τόσον μάλιστα εντονώτερον όσον ανιέρως και αντιιστορικώς τα επιβουλεύονταί τινες. Λέγει ο πολύς Γεδεών ότι οι Πατριάρχαι εδώ διαχρονικώς «ηγωνίσαντο των αγώνων τον επιφανέστατον αγώνα της ανασώσεως των κεκτημένων θεσμίων και προνομιών και δικαίων και δογμάτων. Υπέρ τούτων πάντων ούτοι αμυνόμενοι διετέλουν … Ουδείς … αυτών ηγνόει ότι φρουρός ετάχθη θεογράπτων δικαίων και θεσμών, συμφερόντων και δικαιωμάτων του Γένους φύλαξ» (Μ. Γεδεών, Πατριαρχικοί Πίνακες, εκδ. δευτέρα, Αθήναι 1996, σελ. 50).

Και σήμερον ο ελέω Θεού διάδοχος αυτών και οι μετ’ αυτού συγκηρυναίοι ευσυνειδήτως αγωνίζονται διά το σήμερον αλλά και διά το αύριον της Εκκλησίας, διά τας επερχομένας γενεάς, αι οποίαι αξίζουν ένα καλύτερον, φωτεινότερον κόσμον, ένα κόσμον απηλλαγμένον από την παρακμήν, την βίαν, την αιμοτοχυσίαν, ένα κόσμον γενναιοφροσύνης και αγάπης.

Φροντίζομεν «εις Θεόν ελπίζειν, καταφρονείν μηδενός, μη επαισχύνεσθαι την ευτέλειαν, φέρειν συμφοράς γενναίως, τάλλα δη πάντα», ίνα κατά τον Χρυσορρήμονα είπωμεν.

Κηδόμεθα της «υπερτίμου θέσεως ην από αιώνων κατέχει το Οικουμενικόν Πατριαρχείον εν τη Ορθοδοξία».

Ανεπηρέαστοι από τας αλλαγάς και τας περιπετείας της καθημερινότητος, παραμένομεν, επιμένομεν και υπομένομεν. Δι’ υπομονής τρέχομεν τον προκείμενον ημίν αγώνα. Πόσον μάλλον, όταν μας βοηθή και μας εμπνέη εις τον αγώνα αυτόν η μάρτυς της πρώτης Εκκλησίας αγία Υπομονή, η ιερά μορφή της οποίας κοσμεί το όπερ φέρομεν αρχιερατικόν εγκόλπιον. Είναι μεγάλη αρετή η υπομονή, είναι μεγάλη η χάρις της Αγίας Υπομονής!”

Ακολούθως αναγνώστηκαν τα ευχετήρια Μηνύματα των Μακ. Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ. Θεοφίλου, Καθολικού Πατριάρχου πάσης Γεωργίας κ. Ηλία Β’ και Μητροπολίτου Κιέβου και πάσης Ουκρανίας κ. Επιφανίου, από τους εκπροσώπους τους, καθώς επίσης και εκείνο του Σεβ. Αρχιεπισκόπου Αχρίδος κ. Στεφάνου.  

Στη συνέχεια, ο Παναγιώτατος δέχθηκε στο Πατριαρχικό Γραφείο τις ευχές και εόρτιο δώρο τής εν τη Πόλει σεβασμίας Ιεραρχίας του Θρόνου, και ακολούθως των κληρικών και λαϊκών μελών της Πατριαρχικής Αυλής υπό τον Πανοσιολ. Μ. Πρωτοσύγκελλο κ. Θεόδωρο.

Επίσης, τις θερμές ευχές της Ιεραρχίας, του κλήρου και του λαού της εν Κρήτη Εκκλησίας εξέφρασε προς τον Παναγιώτατο Αντιπροσωπεία της Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου αποτελουμένη από τους Σεβ. Μητροπολίτες Αρκαλοχωρίου, Καστελλίου και Βιάννου κ. Ανδρέα, Πέτρας και Χερρονήσου κ. Γεράσιμο και Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Πρόδρομο.

Φωτό: Νίκος Παπαχρήστου / Οικουμενικό Πατριαρχείο

Ὁμιλία τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου κατά τήν Θείαν Λειτουργίαν τῶν Ὀνομαστηρίων Του (Π. Πατριαρχικός Ναός, 11 Ἰουνίου 2023)

Ἱερώτατοι ἐκπρόσωποι τῶν Ἐκκλησιῶν Ἱεροσολύμων ἅγιε Ἀνθηδῶνος κ. Νεκτάριε, τῆς Γεωργίας ἅγιε Ντμανίσι καί Ἄγαρα Τασίριεις κ. Ζήνων, τῆς Οὐκρανίας ἅγιε Μπίλα Τσέρκβα κ. Εὐστράτιε καί Ἀχρίδος ἅγιε Τετόβου κ. Ἰωσήφ,

Τιμιώτατοι ἀδελφοί καί συλλειτουργοί,

Εὐλαβέστατοι πατέρες, μοναχοί καί μοναχαί,

Ἐντιμολογιώτατοι Ἄρχοντες ὀφφικιάλιοι,

Εὐγενεστάτη κυρία Γενική Πρόξενε τῆς Ἑλλάδος,

Τέκνα ἡμῶν ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά καί ἐπιπόθητα,

Εἰς τάς ἀρχάς τοῦ ὀγδοηκοστοῦ καί τετάρτου ἔτους τῆς ἐπιγείου ζωῆς καί μεσοῦντος τοῦ τριακοστοῦ δευτέρου ἔτους τῆς ταπεινῆς πατριαρχίας ἡμῶν, ἀξιούμεθα νά ἑορτάζωμεν καί πάλιν τά ὀνομαστήριά μας ἐν μέσῳ ὅλων ὑμῶν τῶν ἀδελφῶν συλλειτουργῶν, συνεργῶν ἐν Κυρίῳ καί τέκνων κατά πνεῦμα, τῶν τε ἐντεῦθεν καί τῶν ἐξ ἄλλων σημείων τῆς δεσποτείας Κυρίου, «συνελθόντων προθύμως Κωνσταντίνου τῇ πόλει». Θά ἠθέλομεν νά ἔχωμεν «εὔλαλον στόμα» διά νά σᾶς εὐχαριστήσωμεν δεόντως καί κατ᾿ ἀξίαν, ἀδελφοί καί τέκνα ἡμῶν πεφιλημένα, ὅμως «οὐκ εἰσί λαλιαί οὐδέ λόγοι», διό καί παρακαλοῦμεν νά δεχθῆτε τήν ἀπό καρδίας εὐγνώμονα ἡμῶν εὐχαριστίαν διά τήν προσέλευσιν, τήν τιμήν καί τήν χαράν τῆς κοινωνίας.

Ἀπό τοῦ Ἰουνίου τοῦ παρελθόντος ἔτους καί μέχρι σήμερον ἡ Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία ἐσυνέχισε τήν πορείαν της καί τήν οἰκουμενικήν ἀποστολήν της. Ἡ Ἐκκλησία πορεύεται. «Οὐχ ἱστάμεθα, πορευόμεθα γάρ», ἔλεγεν ὁ ἱερός Χρυσόστομος.

Ἡ Μετριότης ἡμῶν προσωπικῶς ἀνελάβομεν πλείστας ἱεραποδη-μίας, κομίζοντες πανταχοῦ τόν εἰρηνοποιόν καί διακονικόν λόγον τῆς Μητρός Ἐκκλησίας. Ἐνταῦθα ἐπιθυμοῦμεν νά ἀναφέρωμεν μίαν συγκεκριμένην ἐπίσκεψιν ἡμῶν, αὐτήν εἰς τήν Ἐκκλησίαν τοῦ σήμερον ἑορταζομένου υἱοῦ παρακλήσεως, τοῦ Ἀποστόλου Βαρνάβα, καί δή διά πρώτην φοράν καί δι᾿ ὀλίγας μόνον ὥρας, προκειμένου νά ἀποχαιρε-τίσωμεν τόν ἀείμνηστον ἄγγελον τῆς Ἐκκλησίας ταύτης Χρυσόστομον τόν Β´, ἀλλά καί νά τόν εὐχαριστήσωμεν καί μετά θάνατον διά τήν ἀφοσίωσιν καί τήν συμπαράστασίν του εἰς τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον ἐν πνεύματι ὀρθῆς ἐκκλησιολογίας καί κανονικῆς παραδόσεως. Αἰωνία αὐτοῦ ἡ μνήμη!

Ὡς εἴπομεν καί χθές, συμμετέσχομεν εἰς τούς ἐν τῇ γενετείρᾳ ἡμῶν ἑορτασμούς ἐπί τῇ συμπληρώσει 250 ἐτῶν ἀπό τῆς γεννήσεως Βαρθολο-μαίου Κουτλουμουσιανοῦ τοῦ Ἰμβρίου, τοῦ Διδασκάλου τούτου τοῦ Γένους, τόν ὁποῖον ἐμνημονεύσαμεν χθές κατά τόν ἑσπερινόν τῆς ἑορτῆς ἡμῶν ὡς κατ᾿ ἔτος. Τούς ἑορτασμούς ἐκεῖ ὠργάνωσε λίαν ἐπιτυχῶς ὁ ἄξιος  καί λαοφιλής ποιμενάρχης ἡμῶν ἅγιος Ἴμβρου καί Τενέδου, τόν ὁποῖον εὐχαριστοῦμεν καί συγχαίρομεν ἅπαξ ἔτι. Καί χαιρετίζομεν στοργικῶς τήν παρουσίαν του ἐν τῷ μέσῳ ἡμῶν μαζί μέ τά ἀγαπημένα μας παιδιά τῶν σχολείων τῆς Ἴμβρου, τό εὐοίωνον μέλλον αὐτῆς.

Ἑωρτάσαμεν καί τήν συμπλήρωσιν ἑκατονταετίας ἀπό τῆς ἱδρύσεως δύο μεγάλων Ἐπαρχιῶν τοῦ Θρόνου, τῆς Ἀμερικῆς καί τῶν Θυατείρων, μέ προσωπικήν ἡμῶν συμμετοχήν εἰς τάς ἐν Λονδίνῳ εὐφροσύνους ἑορτα-στικάς ἐκδηλώσεις, πρόκειται δέ νά προστῶμεν, σύν Θεῷ, τῶν ἀναλόγων ἐκδηλώσεων, ἐφέτος μέν εἰς τήν Φιλλανδίαν καί τήν Ἐσθονίαν διά τήν ἑκατονταετηρίδα τῆς αὐτονομίας τῶν ἐκεῖσε Ἐκκλησιῶν, τό προσεχές δέ ἔτος εἰς τήν Αὐστραλίαν, ἐπί τῇ ἑκατονταετίᾳ ἀπό τῆς ἱδρύσεως τῆς ἐν αὐτῇ Ἱερᾶς ἡμῶν Ἀρχιεπισκοπῆς, τῆς γνωριζούσης περίοδον ἀκμῆς καί ἀνθήσεως ὑπό τήν ἔμφρονα ποιμαντορίαν τοῦ νέου ποιμενάρχου αὐτῆς κυρίου Μακαρίου τοῦ Κρητός.

Ἐπαναλαμβάνομεν καί ἐνταῦθα περιχαρεῖς ὅτι ὅλως προσφάτως, ἡ Μήτηρ Ἐκκλησία ἀπέκτησεν ἰδικόν της θυσιαστήριον ἐν τῷ κλεινῷ ἄστει τῶν Ἀθηνῶν, ἀλλά καί ἕτερον ναόν ἐν τῇ πρωτευούσῃ τῆς Ἰωνίας, τῇ περικαλλεῖ Σμύρνῃ, διά τάς ἀνάγκας τῆς ἐν αὐτῇ Ἱερᾶς ἡμῶν Μητροπό-λεως, χάρις εἰς τήν ἄμεσον καί πρόθυμον ἀνταπόκρισιν τῆς Αὐτοῦ Ἁγιότητος τοῦ Πάπα Ρώμης Φραγκίσκου εἰς σχετικήν παράκλησιν τῆς ἡμετέρας Μετριότητος. Εὐγνωμονοῦμεν τόν Ἁγιώτατον καί προσφιλέ-στατον ἐν Χριστῷ ἀδελφόν, διότι καί ἐμπράκτως καί γενναιοφρόνως ἐξεδήλωσε τήν ἀγάπην του πρός ἡμᾶς καί τήν ἐμπιστοσύνην του εἰς τήν καθ᾿ ἡμᾶς Ἐκκλησίαν τῆς Κωνσταντινουπόλεως-Νέας Ρώμης. 

Εὐχόμεθα καί προσευχόμεθα ἡ πορεία ἡμῶν πρός τό κοινόν Ποτή-ριον, κατά τήν προσφιλῆ ἔκφρασιν τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου, νά εἶναι ταχεῖα καί ἀνεμπόδιστος καί νά φθάσωμεν ἐν οὐ μακρῷ εἰς τήν μεγάλην ταύτην καί ἐπιφανῆ ἡμέραν, εἰς δόξαν Θεοῦ.

Κατά τό διαρρεῦσαν διάστημα κατετάγησαν εἰς τήν χορείαν τῶν ἁγίων ἱεραί μορφαί ἐκ τῶν πάλαι τε καί ἐπ᾿ ἐσχάτων διαλαμψασῶν εἰς τό νοητόν στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας, μέ τελευταίους Ἱερεμίαν τόν Πατριάρ-χην καί Γεράσιμον τόν Ὑμνογράφον τόν Μικραγιαννανίτην, τῶν ὁποίων ἐπικαλούμεθα τήν πρός Κύριον μεσιτείαν καί πρεσβείαν θερμήν. «Κάθε ἐποχή καί τόπος σφραγίζονται ἀπό τήν παρουσία ζωντανῶν ἁγίων». Σᾶς ἐξομολογούμεθα, ἀγαπητοί, ὅτι ὁσάκις εἰσερχόμεθα εἰς τό ἱερόν βῆμα τοῦ πανσέπτου τούτου Πατριαρχικοῦ ἡμῶν Ναοῦ, ἀσπαζόμεθα μετ᾿ εὐλαβείας καί εὐγνωμοσύνης πολλῆς τάς ἐν αὐτῷ ἱεράς εἰκόνας τῶν νεοφανῶν ἁγίων μας Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, Πορφυρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου, Ἀμφιλοχίου τοῦ ἐν Πάτμῳ, Ἐφραίμ τοῦ Κατουνακιώτου, Σωφρονίου τῆς Μονῆς τοῦ Ἔσσεξ, τούς ὁποίους ἐγνωρίσαμεν ἔτι ζῶντας καί ἐλάβομεν τήν ἁγίαν αὐτῶν εὐλογίαν.

Αὐτονόητον, ὅτι κατά τήν τελευταίαν ἐνιαύσιον περίοδον, ἀπό τοῦ Ἰουνίου τοῦ παρελθόντος ἔτους, ἤ μᾶλλον ἀπό τῆς ἐκρήξεως τοῦ ἀνιέρου καί καταστρεπτικοῦ πολέμου τῆς Οὐκρανίας, παρακολουθοῦμεν τάς ἐξελίξεις, προσευχόμεθα ὑπέρ τῆς ἐπανόδου τῆς εἰρήνης καί καταδικά-ζομεν εἰς πᾶσαν διδομένην εὐκαιρίαν τήν ρωσικήν εἰσβολήν εἰς ἕν ἀνεξάρ-τητον καί κυρίαρχον κράτος, παρά πᾶσαν ἔννοιαν διεθνοῦς δικαίου καί ἠθικῆς τάξεως. Κλαίομεν μετά τῶν κλαιουσῶν συζύγων καί μητέρων τῶν χιλιάδων ρώσων καί οὐκρανῶν στρατιωτῶν, τῶν πεσόντων εἰς τά πεδία τῶν μαχῶν, καί ἀσπαζόμεθα καί εὐλογοῦμεν τά ἀπορφανισθέντα τέκνα των, τά τε πρός ἀνατολάς ἀπαχθέντα καί τά λοιπά.

Ἀκόμη, ἐδέχθημεν πέρυσιν εἰς τήν οἰκογένειαν τῶν κανονικῶν Ὀρθο-δόξων Ἐκκλησιῶν τήν Ἀρχιεπισκοπήν Ἀχρίδος, τοῦθ᾿ ὅπερ ὡδήγησεν εἰς περαιτέρω ἐξελίξεις, ὄχι πάντοτε κανονικάς, τά διορθόδοξα πράγματα.  

Καί τι προσωπικόν: Τόν Ἰανουάριον ἐκοιμήθη ἡ προσφιλής αὐτα-δέλφη ἡμῶν, ἡ πρώτη τῶν τεσσάρων ἀδελφῶν, ὅτε καί ἐδέχθημεν παρά πολλῶν ἀδελφῶν καί τέκνων, συγγενῶν καί φίλων, τήν πολύτιμον συμπάθειαν καί τάς προσευχάς αὐτῶν, διά τάς ὁποίας καί ἐκφράζομεν καί πάλιν τάς θερμάς εὐχαριστίας ἡμῶν τε καί τῆς εὐρυτέρας οἰκογενείας μας. Ἐκείνη τώρα ἀναπαύεται εἰς τήν εὐλογημένην γῆν τῆς Ἴμβρου. Καί ἐνθυμούμεθα συναφῶς τούς λόγους τοῦ Ἀνδρέα Κάλβου : «εἶναι γλυκύς ὁ θάνατος μόνον ὅταν κοιμώμεθα εἰς τήν πατρίδα».

Ταῦτα καί πλεῖστα ἄλλα συνέβησαν ἀπό τῆς προηγουμένης ἑορτίου συναντήσεως ἡμῶν ἐδῶ εἰς τήν Ἄνασσαν καί μέχρι τῆς σημερινῆς.

Ἡ Μήτηρ Ἐκκλησία ἐσυνέχισε τήν κενωτικήν διακονίαν της ἐπί τῇ βάσει καί ἐν τῷ πλαισίῳ τῆς μακρᾶς παραδόσεως  αὐτῆς καί, παρά τάς δυσκολίας καί τά προβλήματά της, «ἡ ὑδρία τοῦ ἀλεύρου οὐκ ἐξέλιπεν καί ὁ καψάκης τοῦ ἐλαίου οὐκ ἐλαττονώθη» (Γ´ Βασιλ. 17, 16) τῇ χάριτι τοῦ Κυρίου. Ἀπό τῆς ἐνταῦθα ἱερᾶς καί μαρτυρικῆς ἐπάλξεώς της ἡ Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἐναγκαλίζεται καί σήμερον τόν σύμπαντα κόσμον καί προσεύχεται ὑπέρ τῆς εἰρήνης αὐτοῦ, ἐνῶ ἄλλοι προκρίνουν τήν κλαγγήν τῶν ὅπλων καί ὑπόσχονται ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί τόν παράδεισον εἰς τούς ἀποκτείνοντας τούς μέχρι τῆς χθές ἀδελφούς αὐτῶν.

Ὁ ἑορτάζων Πατριάρχης, πιστός εἰς ὅσα ἐξήγγειλεν εἰς τόν ἐνθρονιστήριον λόγον του, συνεχίζει νά αἰσθάνεται ὡς ἕνας ὑπηρέτης εἰς διατεταγμένην ἀποστολήν, ὡς θά ἔλεγε Βαρσανούφιος ὁ Μέγας, ὡς ἕνας κρίκος εἰς τήν μακράν ἁλυσίδα τῶν ἱστορικῶν μορφῶν πού προηγήθησαν˙ καί ὡς σύνδουλος τῶν ἀδελφῶν αὐτοῦ, ὡς ἔλεγε Κωνσταντῖνος ὁ Μέγας πρός τούς πατέρας τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, καί, ἀκόμη, συνεχίζει νά πιστεύῃ ὅτι ὁ Πατριάρχης «εἶναι γιά νά πικραίνεται καί τούς πικραμένους νά γλυκαίνῃ», ὅπως ἔλεγε μακαριστός ἁγιορείτης (Σπυρίδων Μικραγιαν-νανίτης). Ὁ Πατριάρχης στέκεται «μεταξύ δόξης καί ἀβύσσου» -διά τήν ἀκρίβειαν,- μεταξύ Σταυροῦ καί Ἀναστάσεως.

Δέν παύει νά ἔχεται στερρῶς τῶν δικαίων καί τῶν προνομίων τῆς κατ᾿ αὐτόν πρωτοθρόνου Ἐκκλησίας καί νά προκινδυνεύῃ αὐτῶν, τόσον μάλιστα ἐντονώτερον ὅσον ἀνιέρως καί ἀντιιστορικῶς τά ἐπιβουλεύονταί τινες. Λέγει ὁ πολύς Γεδεών ὅτι οἱ Πατριάρχαι ἐδῶ διαχρονικῶς «ἠγωνί-σαντο τῶν ἀγώνων τόν ἐπιφανέστατον ἀγῶνα τῆς ἀνασώσεως τῶν κεκτημένων θεσμίων καί προνομιῶν καί δικαίων καί δογμάτων. Ὑπέρ τούτων πάντων οὗτοι ἀμυνόμενοι διετέλουν … Οὐδείς … αὐτῶν ἠγνόει ὅτι φρουρός ἐτάχθη θεογράπτων δικαίων καί θεσμῶν, συμφερόντων καί δικαιωμάτων τοῦ Γένους φύλαξ» (Μ. Γεδεών, Πατριαρχικοί Πίνακες, ἔκδ. δευτέρα, Ἀθῆναι 1996, σελ. 50).

Καί σήμερον ὁ ἐλέῳ Θεοῦ διάδοχος αὐτῶν καί οἱ μετ᾿ αὐτοῦ συγκηρυναῖοι εὐσυνειδήτως ἀγωνίζονται διά τό σήμερον ἀλλά καί διά τό αὔριον τῆς Ἐκκλησίας, διά τάς ἐπερχομένας γενεάς, αἱ ὁποῖαι ἀξίζουν ἕνα καλύτερον, φωτεινότερον κόσμον, ἕνα κόσμον ἀπηλλαγμένον ἀπό τήν παρακμήν, τήν βίαν, τήν αἱμοτοχυσίαν, ἕνα κόσμον γενναιοφροσύνης καί ἀγάπης.

Φροντίζομεν «εἰς Θεόν ἐλπίζειν, καταφρονεῖν μηδενός, μή ἐπαισχύ-νεσθαι τήν εὐτέλειαν, φέρειν συμφοράς γενναίως, τἄλλα δή πάντα», ἵνα κατά τόν Χρυσορρήμονα εἴπωμεν.

Κηδόμεθα τῆς «ὑπερτίμου θέσεως ἥν ἀπό αἰώνων κατέχει τό Οἰκου-μενικόν Πατριαρχεῖον ἐν τῇ Ὀρθοδοξίᾳ».

Ἀνεπηρέαστοι ἀπό τάς ἀλλαγάς καί τάς περιπετείας τῆς καθημερι-νότητος, παραμένομεν, ἐπιμένομεν καί ὑπομένομεν. Δι᾿ ὑπομονῆς τρέχο-μεν τόν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα. Πόσον μᾶλλον, ὅταν μᾶς βοηθῇ καί μᾶς ἐμπνέῃ εἰς τόν ἀγῶνα αὐτόν ἡ μάρτυς τῆς πρώτης Ἐκκλησίας ἁγία Ὑπομονή, ἡ ἱερά μορφή τῆς ὁποίας κοσμεῖ τό ὅπερ φέρομεν ἀρχιερατικόν ἐγκόλπιον. Εἶναι μεγάλη ἀρετή ἡ ὑπομονή, εἶναι μεγάλη ἡ χάρις τῆς Αγίας Ὑπομονῆς!

Ἀδελφοί ἐν Χριστῷ τῷ δείξαντι τό φῶς, 

Πεντηκοστήν ἑωρτάσαμεν καί Πνεύματος ἐπιδημίαν. Καί σήμερον ἑορτάζομεν Βαρθολομαῖον τῶν δώδεκα σύσκηνον, τόν κηρύξαντα τό Εὐαγγέλιον εἰς τούς Ἄραβας τούς καλουμένους Εὐδαίμονας καί εἰς τούς Ἰνδούς καί εἰς τούς Αἰθίοπας καί εἰς τήν Οὐρβανόπολιν τῆς μεγάλης Ἀρμενίας, ὅπου καί ἐμαρτύρησε, καί μετ᾿ αὐτοῦ καί Βαρνάβαν τόν υἱόν παρακλήσεως. Καί τήν μνήμην τῶν Κινέζων μαρτύρων ἐπιτελοῦμεν. Καί ἀκόμη, Λουκᾶ τοῦ νεοφανοῦς ἁγίου ἰατροῦ καί ἐπισκόπου Συμφερου-πόλεως Κριμαίας, εἰς τήν εὐρυτέραν περιοχήν τῆς ὁποίας μαίνεται ὁ ἄδικος πόλεμος. Ὠσαύτως, σήμερον σύναξις τελεῖται τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ ἐν τῷ Ἄιδειν. Καί, κατά ἀγαθήν συγκυρίαν, «τῇ σήμερον ἡμέρᾳ, Κυριακῇ μετά τήν Πεντηκοστήν, τήν τῶν ἁπανταχοῦ τῆς οἰκουμένης ἐν Ἀσίᾳ, Λιβύῃ, καί Εὐρώπῃ, Βορρᾷ τε καί Νότῳ, Ἁγίων πάντων ἑορτήν ἑορτάζομεν». Καί ἐπάγεται τό Συναξάριον τῆς ἡμέρας: «Τοῦ Κυρίου μου πάντας ὑμνῶ τούς φίλους, εἴ τις δέ μέλλων, εἰς τούς πάντας εἰσίτω». Αὐτούς ἀκριβῶς τούς «μέλλοντας» εἰσάγει ἡ Ἐκκλησία ἀλληλοδιαδόχως εἰς τό ἁγιολόγιον καί τό ἑορτολόγιόν της εἰς ἁγιασμόν τῶν πιστῶν, διότι ἡ ἁγιότης δέν εἶναι ἀποκλειστικόν προνόμιον ἤ χαρακτηριστικόν μιᾶς μόνον ἐποχῆς καί ἑνός μόνον τόπου.

 Καί τῶν Ἁγίων Πάντων, λοιπόν, σήμερον. Πόσον σοφῶς ἡ Ἐκκλησία καθιέρωσε αὐτήν τήν ἑορτήν, ὥστε οὐδείς ἅγιος νά μή παραλειφθῇ, νά μή λησμονηθῇ, νά μή περιφρονηθῇ, νά μή μείνῃ ἔξω ἀπό τήν μνήμην της καί ἀπό τήν μνήμην τῶν πιστῶν της καί αὐτοί νά μή μείνουν χωρίς τήν χάριν ὅλων τῶν ἁγίων, χωρίς τό παράδειγμά των καί χωρίς τάς πρεσβείας καί ἱκεσίας των πρός τόν μόνον Ἅγιον καί ἐν Ἁγίοις ἀναπαυόμενον.

Μέ αὐτάς τάς σκέψεις καί αὐτά τά βιώματα, εὐχαριστοῦμεν καί πάλιν πάντας ὑμᾶς τούς παρόντας καί συμπροσευχομένους καί σᾶς εὐχόμεθα τήν χάριν καί τήν εὐλογίαν τῶν σήμερον ἑορταζομένων πολλῶν ἁγίων τῶν ἁγίων Πάντων. Ἀμήν.

Η Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας ευχήθηκε στον Οικουμενικό Πατριάρχη για την εορτή των ονομαστηρίων του

Η Α.Θ. Παναγιότης ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος δέχθηκε τις θερμές ευχές της Εξοχ. Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου, κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής επικοινωνίας τους, σήμερα, Κυριακή, 11 Ιουνίου 2023, με την ευκαιρία της ονομαστικής του εορτής.

Ο Πατριάρχης ευχαρίστησε την κυρία Πρόεδρο για τις ευχές της και για την ευγενική χειρονομία της να αποστείλει και επίσημη σχετική επιστολή, καθώς και για το συνεχές ενδιαφέρον της για το Οικουμενικό Πατριαρχείο. 

Σημειώνεται ότι τις ευχές τους προς τον Παναγιώτατο εξέφρασαν, γραπτώς και τηλεφωνικώς, Προκαθήμενοι Εκκλησιών, Πρόεδροι Κρατών, Πρωθυπουργοί και πολιτικοί ηγέτες, Ιεράρχες, θρησκευτικοί λειτουργοί και πολλές προσωπικότητες, καθώς και πλήθος πιστών κάθε εθνικότητας από όλο τον κόσμο. 

Σχετικά άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ