Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου
Με αφορμή επιστολή του Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου προς τον μακαριστό Πατριάρχη Μόσχας Αλέξιο Β’, η οποία είδε το φως της δημοσιότητος, οιονεί ως «ντοκουμέντο» και δια της οποίας ο Πατριάρχης αναγνωρίζει την πράξη της καθαίρεσης του νυν Μητροπολίτου πρ. Κιέβου Φιλαρέτου, ας επισημάνουμε και ας υπενθυμίσουμε τα ακόλουθα:
1. Ο Μητροπολίτης Φιλάρετος έχοντας χειροτονηθεί από την Εκκλησία της Μόσχας και Ιεράρχες της, έλαβε την καθαίρεση, ορθώς ή αδίκως, από τη Μόσχα, αρμοδίως, οπότε και όταν κατά την τάξη την ανακοίνωσε στον Οικουμενικό Πατριάρχη, εκείνος την αναγνώρισε.
2. Όταν γράφτηκε αυτό το Πατριαρχικό γράμμα ο Οικουμενικός Πατριάρχης δεν είχε την Έκκλητο αναγωγή-προσφυγή του Μητροπολίτου Φιλαρέτου, ώστε να μπορεί ιεροκανονικώς να αποφανθεί. Συνεπώς αποκρίθηκε εκείνη την ώρα έτσι όπως έπρεπε.
3. Το εκκλησιαστικό ζήτημα της Ουκρανίας έχει την πτυχή της Εκκλήτου προσφυγής του Φιλαρέτου, του Μακαρίου και των συν αυτοίς, αλλά από την άλλη και την άρση της πράξης του Πατριάρχου Διονυσίου του Δ’, η οποία πράξη είτε από εσφαλμένη είτε από ιδιοτελή ερμηνεία δημιουργούσε μια περίπλοκη, ιεροκανονικώς, κατάσταση στην Ουκρανία, δίνοντας το δικαίωμα στον Μόσχας να χειροτονεί όποιον εξέλεγε η κληρικολαϊκή και ο οποίος θα έπρεπε να μνημονεύει τον Κωνσταντινουπόλεως.
Αυτήν την αναγκαία για εκείνες τις εποχές κατάσταση ήρε στην τελευταία συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου ο Πατριάρχης και φυσικώ τω τρόπω επανήλθαμε στην προ αυτής κατάσταση, όταν οι Κιέβου εξελέγοντο στον Πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι (βλ. περίπτωση Κιέβου Σιλβέστρου στα 1649, μεσούσης της Τουρκοκρατίας!).
Αυτήν την αναγκαία για εκείνες τις εποχές κατάσταση ήρε στην τελευταία συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου ο Πατριάρχης και φυσικώ τω τρόπω επανήλθαμε στην προ αυτής κατάσταση, όταν οι Κιέβου εξελέγοντο στον Πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι (βλ. περίπτωση Κιέβου Σιλβέστρου στα 1649, μεσούσης της Τουρκοκρατίας!).
4. Θα μπορούσαμε να παραθέσουμε εκατοντάδες περιπτώσεων Εκκλήτου προσφυγής προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη αρχιερέων και άλλων κληρικών αλλά και λαϊκών από άλλες τοπικές εκκλησίες και πρεσβυγενείς ακόμη Θρόνους. Είναι, αναμφίβολα, το ορατό σημείον ενότητος! Η επιστολή του Οικουμενικού Πατριάρχου του 1992 αναγνωρίζει δικαστική αρμοδιότητα στην Εκκλησία της Μόσχας, δεν δηλώνει όμως καμία παραίτηση από το δικαίωμα επανεκδίκασης, το οποίο και εφάρμοσε.
Τέλος, δημοσιεύουμε στη συνέχεια την επιστολή του Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου προς τον Πατριάρχη Μόσχας Αλέξιο Β’ (11-7-1995), ώστε να πληροφορηθεί ο καθείς ότι οι θέσεις του Οικουμενικού Θρόνου για την υπερόριο δικαιοδοσία του ουδέποτε μεταβλήθηκαν, έστω και κατ’ ελάχιστον.
Η παρακάτω επιστολή αποτελεί μνημείο κανονικότητος, αλλά αποδεικνύει και την τραγικότητα του Πατριαρχείου Μόσχας, το οποίο δεν μπορεί να αποδεχθεί τον κεντρικό ρόλο του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Ορθόδοξη οικουμένη.
Ίσως είναι η ώρα για να το πάρει, επιτέλους, απόφαση!