10.5 C
Athens
Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου, 2024

Η ΣΟΦΙΑ ΣΠΑΝΟΥΔΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟ ΠΡΙΓΚΗΠΟΝΝΗΣΩΝ ΔΩΡΟΘΕΟ

π.α. ανδριόπουλος
Δημοσιεύουμε σήμερα ένα δυνατό κείμενο της Σοφίας Σπανούδη, με τίτλο: Ένας διανοούμενος κληρικός: Ο Λαοδικείας Δωρόθεος. 
Η Σπανούδη συνάντησε στα Πριγκηπόννησα τον Λαοδικείας και μετέπειτα Πριγκηποννήσων Δωρόθεο και αποτύπωσε την εντύπωσή της σ’ ένα άρθρο της στην εφημερίδα Πρωϊα την 1η Αυγούστου 1932. Το κείμενο περιλαμβάνεται στην έκδοση Γράμματα από την Πόλη (Εστία, 2008, 29-36) που επιμελήθηκε ο Αλέξιος Σαββάκης. 
Η Σοφία Σπανούδη γεννήθηκε το 1878 στην Κωνσταντινούπολη και πέθανε το 1952 στην Αθήνα. Μουσικός, μουσικοκριτικός και συγγραφέας, διετέλεσε καθηγήτρια πιάνου στην Πόλη. Το 1922 εγκαταστάθηκε οριστικά στην Αθήνα και διορίστηκε καθηγήτρια στο Εθνικό Ωδείο. Με τα άρθρα και τις κριτικές της έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στη διαμόρφωση και την εξέλιξη της ελληνικής μουσικής και γενικότερα των μουσικών πραγμάτων στην Ελλάδα. Η Σοφία Σπανούδη παντρεύτηκε τον Κωνσταντίνο Σπανούδη, ο οποίος ήταν ο εκ των ιδρυτών και πρώτος πρόεδρος της ΑΕΚ. Απόφοιτος της Μεγάλης του Γένους Σχολής, πτυχιούχος Πολιτικών Επιστημών στη Σορβόνη, ασχολήθηκε και με τη βυζαντινή τέχνη στη Ραβένα. Στην Κωνσταντινούπολη εξέδωσε την εφημερίδα Πρόοδος, ενώ συμμετείχε και στις δραστηριότητες της Ελληνικής Πολιτικής Οργανώσεως Κωνσταντινουπόλεως. 
Θυμάμαι πως σαν ήμουν μικρός άκουγα τις ραδιοφωνικές εκπομπές της κόρης του Κωνσταντίνου και της Σοφίας Σπανούδη, της Αθηνάς Σπανούδη, τα περίφημα “Μουσικά Θέματα”, που ήταν πολύ υψηλού επιπέδου! Τότε δεν ήξερα την κληρονομιά που κουβαλούσε αυτή η πολύ ιδιαίτερη για μένα ραδιοφωνική παραγωγός. 
Ας δούμε λοιπόν το κείμενο της Σοφίας Σπανούδη για τον Λαοδικείας Δωρόθεο:

Το
Οικουμενικόν Πατριαρχείον είχεν ανέκαθεν
μέσα στους κόλπους του πολλούς σοφούς
αρχιερείς. Μα ένα διανοούμενο κληρικόν,
που να διαπνέεται από μια γνήσια
καλλιτεχνική ψυχή, και να είναι αληθινά
συγχρονισμένος, δεν είχα γνωρίσει ως
τώρα άλλον από τον Τραπεζούντος Χρύσανθον,
τον επιστήθιον φίλον του αλησμονήτου
Ίωνος Δραγούμη. Γι’ αυτό η γνωριμία του
αγίου Λαοδικείας που ήλθε προχθές να
μ’ επισκεφθή στο μαγευτικό Πριγκηπονήσι
που μένω, ήταν για μένα έκπληξις αληθινή.



Ο
Λαοδικείας Δωρόθεος, είναι ο Βενιαμίν
των αρχιερέων του Οικουμενικού Θρόνου.
Είναι μόλις τριανταεπτά ετών. Με το
διανοητικό του εφόδιο ξεπερνά όλη τη
γεροντική σοφία των παληών αρχιερέων.

Είναι προφανές πως τα βιβλία που αγαπά
και διαβάζει με πάθος, δεν είναι γι’
αυτόν μόνο κενοτάφια ιδεών που πέταξαν
και χάθηκαν μαζί με το πνεύμα που τις
γέννησε. Είναι πηγές αείρροες ζωής κι
ομορφιάς κι αληθείας. Το ιερατικό σχήμα
που ντύθηκε από τα παιδικά του ακόμη
χρόνια – γεννήθηκε στο Μπέηκοζ του
Βοσπόρου και σπούδασε στη Μεγάλη του
Γένους Σχολή και στη Θεολογική Σχολή
της Χάλκης – δεν τον έκαμε να εξορίσει
την ομορφιά από τη ζωή του. Τη θρόνιασε
μέσα στα βασίλεια των στοχασμών του και
στους κόσμους των ιδεών που βυθίζει την
ψυχή του με αγαλλίασι, σαν μιαν επί πλέον
θεότητα. Αρκεί να σας πω ότι έμαθε από
παιδί βιολί και παίζει την “Αρια”
και τις “Παρτίτες” του Μπαχ για
βιολί σόλο. Αυτό δεν τον εμποδίζει να
βρίσκη εξίσου ωραίο μουσικό δημιούργημα
το “Κατευθυνθήτω η προσευχή μου”
και το “Απόστολοι εκ περάτων”.
Υποστηρίζει ακόμη με πεποίθησι πως
πολλά από τα βυζαντινά μας τροπάρια θα
τα υπέγραφαν ευχαρίστως ο Μπαχ και ο
Μπετόβεν.
Η
συνομιλία μας ήταν πολύ εποικοδομητική
σε διάφορα σημεία. Ο νέος αυτός κληρικός
έχει μια φρεσκάδα στη διατύπωσι των
ιδεών του και μαζί κάτι το αποκρυσταλλωμένο
στις γνώμες του, που φανερώνει την
ωριμότητα του μυαλού και το καταστάλαγμα
της σκέψης ύστερα από εμπεριστατωμένη
μελέτη. Μιλεί σαν ένας νέος προφήτης.
Τον Μπετόβεν θεωρεί ως τον Αποκαλυπτή
Ιωάννη της μουσικής. Μου χαρακτήρισε
τον Βάγνερ επιγραμματικώτατα:

Αυτός απ’ την Αμαρτία ζητά τη σωτηρία
του.
Διάβασε
τη Vita Nuova όπως
το Ευαγγέλιο. Για να λυτρωθή από τις
πνευματικές και τις ψυχικές ανησυχίες
που τον βασάνιζαν από νέο παιδί, κατέφυγε
στη φιλολογία και στην τέχνη.
Έμαθε
μόνος του τα Γερμανικά, τα σπούδασε
βαθιά, για να μπορεί να διαβάζη τον
Γκαίτε στη γλώσσα του. Ο Γκαίτε είναι
ένας από τους θεούς του. Γιατί ο εκ
πεποιθήσεως αυτός χριστιανός είναι
ένας παγανιστής στις φιλοσοφικές του
λατρείες
. Από τους Γάλλους αγαπά τον
Ανατόλ Φρανς, τον Πωλ Μπουρζέ, τον ένα
για τις μαγεμένες χάρες του πνεύματος
που ανάγουν σε υπέροχες αρετές την
άρνησι και την ειρωνεία του, τον άλλον
για το βαθυστόχαστο λυρισμό του και την
θερμή ευλάβειά του προς τον Καθολικισμό,
που διακηρύττει με τα τελευταία του
ιδίως βιβλία.


Ο Ανατόλ Φρανς έκαμε πολύ κακό με τα
βιβλία του. Μα τον εξαγνίζει η θρησκεία
του σοσιαλισμού που είναι θερμός της
πρόμαχος. Αν ο λαός μπορούσε να τον
διαβάση! Ο Μπουρζέ είναι αριστοκράτης
συγγραφεύς. Γράφει για την αριστοκρατία
του Καθολικισμού. Μα τι ανατόμος! Αυτός
φανέρωσε στον κόσμο την ψυχανάλυσι πολύ
πριν την “ανακαλύψη” ο Φρόυντ.

Το
έδαφος αρχίζει να γίνεται κάπως
ολισθηρότερο… Το έργον του Φρόυντ με
την κοσμοθεωρίαν του τού
libido,
πρέπει να μένη terra
incognita
για τον κάθε κληρικό.
Έτσι τουλάχιστον φαντάζονται οι απλοϊκοί.
Μα ο άγιος Λαοδικείας παρακάμπτει στη
συνομιλία του κάθε σκόπελο με πλήρη την
αγνή πίστι προς τα φιλολογικά ιδανικά
του.
Μου μιλεί διαδοχικά για τον Μωρίς
Μπαρρές, που τον ακολούθησε βήμα προς
βήμα σ’ όλα τα ιστορικά και τα αισθητικά
του ταξίδια, για τον
Rodenbach,
για τον Πωλ Βαλερύ, για
τον Ντυαμέλ, τον απόστολο της Ευσπλαγχνίας,
για τον Μπέρξον, του οποίου εξαίρει το
βιβλίο
Les Deux sources de la morale
et de la religion,
για τον ντ’
Αννούτσιο, του οποίου η “
Nave”
είναι η μεγαλύτερη
Μεσογειακή τραγωδία… Έτσι φθάνομε στον
δικό μας τον Παλαμά.
Σας
βεβαιώ πως είναι μια ξεχωριστή απόλαυσις
ν’ ακούς ένα νέο κληρικό να μιλή με τη
φλόγα ενός κατηχουμένου για το
“Δωδεκάλογο”, τη “Φλογέρα του
Βασιληά”, τους “Βωμούς”, την
“Ασάλευτη ζωή” του Ποιητή. Η ψυχή
του είναι ζυμωμένη με την ποίηση του
Παλαμά.

Είναι το θαύμα του δυαδισμού, μας λέγει.
Στο έργο του το “
Geist-und
Gemüthes Kampf”
του Γκαίτε
γαληνεύει αφού κορυφωθεί στον τρικυμισμό
του. Ο μεγαλύτερος Έλλην μα και ένας από
τους μεγαλύτερους παγκόσμιους ποιητάς
όλων των καιρών.
Αγαπά
ακόμα τον Παπαντωνίου, που ανοίγει νέους
δρόμους στην αισθητική μας, τον Ξενόπουλο,
που “ανύψωσε το Ελληνικό διήγημα και
το Ελληνικό μυθιστόρημα σε ανώτερο
δημιουργικό είδος”, τον Μαλακάση, τον
Μελά. Μ’ αραδιάζει τις καλύτερες
λογοτεχνικές τους σελίδες. 
Ο Άγιος Λαοδικείας
είναι ένας βαθύς χριστιανός με πεποίθηση
και με ένστικτο. Βρίσκει τη βαθύτερη
ανακούφισι στη θρησκεία – εξίσου με τη
Φιλοσοφία και την Τέχνη, “που μας
οδηγούν στη λύσι του προβλήματος της
Ζωής και στην αληθινήν ανύψωσι”.

Με την τραγωδό Ασπασία Παπαθανασίου όταν έδωσε μια παράσταση 
στην Πόλη τον Δεκέμβριο του 1962.

Μου εξαίρει την υπέροχη
αισθητική της βυζαντινής υμνογραφίας.
Ο Ρωμανός είναι ο
Πίνδαρος της Εκκλησιαστικής μας
φιλολογίας,
μου λέγει με πεποίθησιν.
Διαβάζοντας τον Ρωμανό μπήκα στο
ιερατικόν στάδιον απ’ την Ωραία Πύλη
του ενθουσιασμού.
Ακμάζει στον έκτον
αιώνα, είναι όμως ψυχικώς τόσο κοντά
μας! Έχει φαντασία, πάθος, είναι
αναφτερωμένος από λυρισμό, γεμάτος
ωραίες εικόνες και ποίηση δραματοποιημένη.
Και το σπουδαιότερο απ’ όλα δεν είναι
σχολαστικός. Η γλώσσα του είναι δημοτική
για την εποχή του.
Εδώ χρειάζεται μια
παρένθεσις. Ο Άγιος Λαοδικείας είναι
αγνός δημοτικιστής.
Δεν μίλησα ακόμα
για το λογοτεχνικό του τάλαντον, για
τους λόγους που εκφωνεί από τον άμβωνα
του Πατριαρχικού Ναού που ενθουσιάζουν
και συγκινούν μέχρι δακρύων, αλλά
συγχρόνως ρίχνουν τον σπόρο της
φιλοσοφικής και της μεταφυσικής ερεύνης.
Είναι ο κυριώτερος συνεργάτης της
Ορθοδοξίας, του περιοδικού που
αντικατέστησε την Εκκλησιαστική Αλήθεια,
το επίσημον όργανον του Πατριαρχείου.
Τη δημοτική γλώσσα του, οι Πατριαρχικοί
κύκλοι την ανέχονται χωρίς να την
επικροτούν – όπως ανέχονται τα κομμένα
του μαλλιά. Τ’ αφήνουν να περνούν
απαρατήρητα. Για το λογοτεχνικό του
τάλαντον είναι όλοι περήφανοι. Ο Άγιος
Λαοδικείας δεν αυτοσχεδιάζει ποτέ τους
λόγους του, όπως κάνουν συνήθως οι
ιεροκήρυκες. Τους γράφει και τους
δουλεύει πολύ λογοτεχνικά – κατά το
παράδειγμα του Ρενάν, που κατεργαζόταν
έξη φορές τα κείμενά του. Τους απαγγέλλει
ύστερα χωρίς απαγγελίαν, χωρίς στόμφον.
Η φράσις του έχει μιαν εντελώς ατομική
σφραγίδα. Ακούστε τον:
“Η γαλήνη είναι από
τας πλέον ουσιώδεις καταστάσεις του
θείου, και πλησίον στην γαλήνην είναι
η άκρα σιωπή, και πλησίον εις την σιγήν
είναι αυτός ο Θεός. Η σιωπή είναι ο
διαγγελεύς της θείας παρουσίας, το
λίκνον της ουρανίας στοργής. Μας οδηγεί
προς τον Θεόν η σιωπή του άνθους και η
σιγή των αστέρων… Η σιωπή είναι από τας
ωραιοτέρας παρέδρους μεταξύ των
αγαπωμένων προσώπων, είναι ο καλύτερος
σύντροφος των λησμονημένων…”
Μια μέρα που λειτουργεί
ο νέος αυτός κληρικός στον Άγιο Δημήτριο
της Ξηροκρήνης η λυρική του διάθεσις
ξυπνά από το νερό του αγιάσματος που
τρέχει και το οποίον του “χρησιμεύει”
ως μοτίβο στο λόγο του
– ένα ωραίο
φιλολογικό κομμάτι, που αξίζει να το
παραθέσω εδώ ολόκληρο:

“Στον κάθε Ναό υπάρχει
το ακοίμητον φως, η κανδήλα που δε σβύνει
ποτέ. Στον Άγιο Δημήτριο της Ξηροκρήνης
υπάρχει και μια ακοίμητη μουσική, μια
θεία Μουσική. Στο αριστερόν κλίτος του
Ναού, τρέχει αέναα, νύχτα και μέρα, θέρος
και χειμώνα, με παφλασμό, με ρόχθισμα,
με κελάρυσμα άφθονο νερό – το Αγίασμα,
κάτω από το εικόνισμα του Αγίου, σαν
άσμα θεσπέσιο και σαν υπόκρουσις στους
ψαλμούς του Δαβίδ, στας λειτουργικάς
εκφωνήσεις κι αιτήσεις, που θυμίζουν
το χορό του Αρχαίου Δράματος, στους
στοχασμούς του Χριστιανού που ρίχνει
απλανή βλέμματα στο μαύρο τέμπλο του
Ναού, βυθισμένος στην έκστασί του, στην
προσευχή του, στον εαυτόν του… Ως εκεί
δε φθάνει η βιοτική του μέριμνα. Μ’ ακούει
το νερό που τρέχει τόσο ρυθμικά και τον
κάνει να νομίζη πως βρίσκεται στο δάσος,
κάποιον Παράδεισο, πως ακούει το
φτερούγισμα των αγγέλων, τα μιλήματα
των δικαίων, τα λαλήματα των ψυχών, πως
είναι πλησιέστερα στο Θεό… Πρωτοτυπία
υπέροχη! Άφθονο νερό μέσα στην Ξηροκρήνη.
Αντινομία κατάφωρη. Την ψυχή μας κυριεύει
η βαθειά ποίησις του νερού που τρέχει.
Στη φαντασία μας επιφοιτούν τόσες
εικόνες… Η εικόνα του Μωϋσή, που χτυπά
το βράχο και το νερό τρέχει, και ξεδιψούν
τόσοι διψασμένοι. Η μορφή του Ααρών, με
την εωθινή δρόσο από τα όρη Αερμών. Ο
ποταμός της Βαβυλώνος. Το φρέαρ του
Ιακώβ, με την Σαμαρείτιδα και τα θεσπέσια
λόγια του Χριστού. Ο Ιορδάνης ποταμός
που τον ρωτά ο Υμνογράφος γιατί γύρισε
πίσω τα νερά του. Τα νερά της Σιλωάμ που
τα ετάραζεν ο Άγγελος με τα φτερά του.
Το νερό που ζήτησεν από τον Σταυρόν ο
Σωτήρ, όταν είπε τη μεγάλη εκείνη λέξι
“Διψώ”. Και ακόμη όσαοι μεγάλοι
ποιηταί είπαν στη θέα του νερού. Ο
Πίνδαρος: Άριστον μεν ύδωρ. Ο Ευριπίδης
πώς ξεπλένει τις κηλίδες και τις πληγές
του κόσμου. Ο Γκαίτε: “Ω ψυχή, πόσο
μοιάζεις με το νερό! Από πού έρχεσαι
και πού πηγαίνεις;” Ο Άγγλος ποιητής
Τζων Κητς που πέθανε εικοσιέξ ετών και
έγραψεν ο ίδιος το επιτύμβιόν του στη
Ρώμη: “Εδώ κείται κάποιος που τ’ όνομά
του ήταν γραμμένο στο νερό”. Και η
θρησκεία μας ηύρε στο νερό το ωραιότερο
σύμβολο για την κάθαρσι και την ικανοποίησι
του αμαρτωλού και του διψώντος ανθρώπου.
Διψά τη λύτρωσί του από την αμαρτία και
την αθλιότητα. Διψά την αλήθεια από τα
βάθη της αγνοίας και της πλάνης. Διψά
την δικαιοσύνη και την αγάπη. Από την
κάμινο της οδύνης του διψά τη χαρά. Μέσα
από την παροδικότητα της ζωής διψά την
αιωνιότητα. Ο άνθρωπος διψά…”
Πόσο μακριά βρίσκονται
οι λόγοι του νέου αυτού κληρικού από τα
συμβατικά κλισέ των κατά καιρούς
“ρητόρων” της Εκκλησίας
καταλαβαίνει
κανείς άμα διαβάζει τους λόγους του,
διανθισμένους όλους με στίχους του
Παλαμά, του Παπαντωνίου, του Καβάφη
αναμίξ με τα ρητά του Ευαγγελίου.
Παρακολουθεί βήμα προς βήμα την Ελληνική
διανόησι. Θαυμάζει ολόψυχα τον Παπανδρέου,
και το πέρασμά του από το υπουργείο
Παιδείας, το δημιουργικό και υπέροχο,
θεωρεί ως “ευλογία Θεού”. Μιλήσαμε
ακόμα μαζί του για τον Γκρέκο που τον
χαρακτηρίζει ως μια προέκταση της
Βυζαντινής ζωγραφικής και για τη
Βυζαντινή παράδοσι της Εκκλησιαστικής
μουσικής μας “που είναι μια αλυσίδα”.
Οι κρίκοι της από τον τέταρτον και
πέμπτον αιώνα δένουν όλους τους καιρούς
ως τις μέρες μας, αφού ο κάθε Πρωτοψάλτης
των Πατριαρχείων και του Αγίου Όρους
διέτρεξε όλα τα στάδια από αναγνώστης
και κανονάρχης του β’ Δομεστίχου. Το να
επιζήσουν ως σήμερα – και ασφαλώς επέζησαν
με την παράδοσι – τόσα ωραία Βυζαντινά
κομμάτια, αυτό σημαίνει πως είναι μεγάλα
μουσικά δημιουργήματα. Ο Άγιος Λαοδικείας
λυπάται κατάκαρδα για το κατάντημα της
Βυζαντινής μουσικής στην Ελλάδα,
που
βαρύνει φοβερά τον κάθε υπεύθυνο, είτε
στην Εκκλησία ανήκει αυτός είτε στην
τέχνη.
– “Corruptio
optimi pessima”. (
Η διαφθορά
του αρίστου είναι ό,τι χειρότερο.) Και
με τον επιγραμματικό αυτόν επίλογο
τελειώνει η τόσον ενδιαφέρουσα συνομιλία
μας.
1 Αυγούστου
1932

Σοφία Σπανούδη 

Σχετικά άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ