Mεταπασχάλιοι διαλογισμοί ενός αποδήμου
Του Μ. Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Τσέτση
Παρήλθε και η εορτή της Μεσοπεντηκοστής, αλλά ακόμη συνεχίζει να ηχεί στα ώτα μου η μετά την Παννυχίδα του Πάσχα προτροπή του ιερουργούντος Αρχιερέως «Δεύτε λάβετε Φως εκ του ανεσπέρου Φωτός…» και ο χαρμόσυνος αλαλαγμός Ιωάννου του Δαμασκηνού «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια˙ εορταζέτω γουν πάσα κτίσις την έγερσιν Χριστού, εν η εστερέωται…». (Ωδή γ΄του Αναστασίμου Κανόνος).
Ωστόσο, αναρωτιέμαι αν όντως εόρτασα «Πάσχα άμωμον˙ Πάσχα μέγα˙ Πάσχα των πιστών». Όχι μόνο κατά τον φετεινό του Κυρίου ενιαυτό, αλλά και καθ΄όλη την διάρκεια της μακρόχρονης ζωής μου, αρχικά στην Βασιλεύουσα Πόλη και ακολούθως στην λεγόμενη Διασπορά. Αιτία, μια λακωνική ρήση ενός ξεχωριστού και χαρισματικού Ιεράρχου της κατά Ελλάδα Εκκλησίας, του Σεβ. Μητροπολίτου Μεσογαίας κ. Νικολάου.
Σε μια εκτενέστατη και άκρως ενδιαφέρουσα συνέντευξη την οποία είχε παραχωρήσει παραμονές του Πάσχα στον δημοσιογράφο Δημοσθένη Γκαβέα, (δημοσιεύθηκε στο «Huffpost» στις 28 Απριλίου 2019, υπό τον εντυπωσιακό, και θεολογικά ορθό, τίτλο «Η Ανάσταση είναι Επανάσταση»), λόγου γενομένου κάποια στιγμή περί Αγίου Φωτός, ο άγιος Μεσογαίας εξέφραζε χαρά, διότι για δεύτερη φορά θα μετέβαινε (με το Κυβερνητικό αεροσκάφος) στα Ιεροσόλυμα, προκειμένου να κομίσει στην Ελλάδα «Αληθινό Φως από τον Πανάγιο Τάφο» (sic). (Τελικά δεν μετέβη, λόγω της αλλαγής, «ανωτέρα κελεύσει», του προγράμματος υποδοχής του Αγίου Φωτός).
Ομολογώ ότι αυτή η πλήρης χαράς δήλωση του Σεβασμιωτάτου με προβλημάτισε. Και διερωτήθηκα, πώς και με ποίου είδους Άγιο Φως γιόρταζε Πάσχα η Ελλάδα από αμνημονεύτων χρόνων, μέχρις ότου ένα ταξιδιωτικό γραφείο στην Αθήνα σοφισθεί πριν τρεις δεκαετίας, συνεργούντος και του πρώην Πατριάρχου Ιεροσολύμων Ειρηναίου, Εξάρχου τότε του Παναγίου Τάφου στην Ελλάδα, την αεροπορική μεταφορά στον ελλαδικό χώρο του Αγίου Φωτός και την σόλοικη τελετή υποδοχής του με τιμές «Αρχηγού Κράτους»! Χωρίς να συνειδητοποιεί ότι άλλο πράγμα είναι η από τους προσκυνητές παραλαβή του Αγίου Φωτός εκ των χειρών του Πατριάρχου Ιεροσολύμων μπροστά στο Ιερό Κουβούκλιο του Παναγίου Τάφου, και έτερον η «υποδοχή» του, εντός μιας πολιτικο-κοσμικής ατμόσφαιρας, σε κάποιο Ελληνικό αεροδρόμιο.
Αν, λοιπόν, «Αληθινό Φώς» είναι αυτό που την τελευταία τριακονταετία κομίζει στην Ελλάδα το Κυβερνητικό αεροσκάφος, ποιά ήταν η φύση του Φωτός το οποίο επί αιώνες ολόκληρους ελάμβανε ο Ιερουργός από την ακοίμητη κανδήλα της κάθε Εκκλησιάς της ελληνικής επικράτειας και το μετέδιδε στους λαμπαδηφορούντας πιστούς; Ήταν φως «αναληθές» και «κίβδηλο»; Αλλά και σήμερα, με ποίου είδους Άγιο Φως εορτάζουν οι πιστοί της ηπειρωτικής ή νησιώτικης Ελλάδας, εκεί όπου η πρόσβαση με αεροσκάφος ή ελικόπτερο είναι ανέφικτη; Με ανυπόστατο «Άγιο Φως» γιορτάζουν Πάσχα Κυρίου τα τριακόσια εκατομμύρια Ορθοδόξων ανά την οικουμένη, στην Διασπορά, στις εσχατιές του Νέου Κόσμου, της Αφρικής, της Άπω Ανατολής και της Ωκεανίας, όπου το πρόσταγμα «Δεύτε λάβετε Φως» δίνεται από τον λειτουργό επτά ή οκτώ ώρες προτού δοθεί στα Ιεροσόλυμα και στον καθ΄ημάς χώρο της Ανατολικής Μεσογείου;
Η τελετή της αφής του Αγίου Φωτός στον Πανάγιο Τάφο ή σε οποιονδήποτε άλλο Ναό της Ορθοδόξου οικουμένης, δεν είναι μία μεμονωμένη, ξεκάρφωτη λειτουργική πράξις της Εκκλησίας μας. Αποτελεί προανάκρουσμα των όσων θα ακολουθήσουν κατά την ιερουργία της πρώτης μετά την Ανάσταση του Κυρίου Θείας Λειτουργίας.
Το ερώτημα που πρέπει να απασχολεί σήμερα Ποιμένες και Διδασκάλους δεν είναι τόσο η φύση και προέλευση του Αγίου Φωτός, αλλά το τι κάμει ο λεγόμενος «λαός του Θεού» άμα τη λήψει του Αγίου Φωτός από τα χέρια ενός Πατριάρχου, ενός Αρχιερέως ή του οιουδήποτε Πρεσβυτέρου της Εκκλησίας.
Αυτό που βλέπουμε επί των ημερών μας είναι χιλιάδες κόσμου να κατακλύζουν μεν τον πέριξ του Ναού χώρο την νύκτα του Πάσχα, αλλά να διασκορπίζονται «ως εκλείπει καπνός» και να εξαφανίζονται «ως τήκεται κηρός από προσώπου πυρός» μόλις ηχήσει το «Χριστός Ανέστη», αδιαφορώντας πλήρως για ό,τι θα ακολουθήσει ευθύς μετά το χαρμόσυνο αυτό άγγελμα και εγκαταλείποντας μόνους κι΄έρημους λειτουργούς, ψάλτες και μια δράκα όντως πιστών, να τελέσουν την Πασχάλια Θεία Λειτουργία, που αποτελεί αρχή και πρότυπο κάθε Ευχαριστιακής Συνάξεως. Θα λεχθεί, ενδεχομένως, πως αυτό είναι το «Πάσχα Ελλήνων»! Είναι, όμως, «Πάσχα Κυρίου»;
Θα ήταν ευχής έργον όπως η πρόσφατη έντονη αντιπαράθεση γύρω από το θέμα της «υποδοχής» του Αγίου Φωτός σταθεί αφορμή για μια σοβαρή και ψύχραιμη συζήτηση μεταξύ υπεύθυνων και, κυρίως, νουνεχών εκκλησιαστικών παραγόντων, θεολόγων, λειτουργιολόγων και ιστορικών, προκειμένου να βρεθούν τρόποι επιμορφώσεως του θεολογικά απαίδευτου πληρώματος της Εκκλησίας, σχετικά με μερικά βασικά στοιχεία της Ορθοδόξου πίστεώς μας. Διότι είναι κοινή διαπίστωση πως ο λαός μας στην πλειονότητά του έχει μετατρέψει πλέον τα Μυστήρια της Εκκλησίας (γάμους, βαπτίσεις) σε απλή κοινωνική εκδήλωση. Ενώ, κρατώντας μια λαμπάδα και ένα κόκκινο αυγό στο χέρι (γνωρίζει άραγε τον συμβολισμό του αυγού;) μετέπλασε το Πάσχα, την κατ΄εξοχήν αυτή Εορτή της Ορθοδόξου Ανατολής, η οποία «πανήγυρις εστί πανηγύρεων» (Ωδή η΄ του Αναστασίμου Κανόνος), σε ένα ευτράπελο «φολκλορικό happening».