Αρχ. Μελίτων Μπέλλος
«Εντελώς επάξια, αλλά ποιητικά κατοικεί / ο άνθρωπος πάνω στη γη» γράφει ο ποιητής Martin Heidegger, στον οποίο παραπέμπει κατά τη γνωστή του τακτική ο μακαριστός Χρυσόστομος Σταμούλης, στο πόνημα του «Έρως και θάνατος». Ερμηνεύοντας το ποιητή, στοχαστικά θα αναφέρει ότι «η ποίηση με τη στενή έννοια του όρου είναι μια ενέργεια που επιτρέπει στον άνθρωπο να ανακαλύψει το μέγεθος της ουσίας του, ή αλλιώς το κατοικείν είναι ποιητικό όταν μετρά». Ο Χρυσόστομος, ο οποίος άφησε τη τελευταία του πνοή αιφνίδια στη Ρόδο, μετετέθη «εν χώρα ζώντων ένθα το φώς» έχοντας αναπαυμένη την συνείδηση του αφού «εξεπλήρωσε, κατά το δοθέν αυτώ τάλαντον, και το χάρισμα» σύμφωνα με το αποστολικό παράγγελμα: «Έκαστος καθώς έλαβε χάρισμα, εις εαυτούς αυτό διακονούντες, ως καλοί οικονόμοι ποικίλης χάριτος Θεού» (Α’ Πετρ.4,10).
Στο βραχύ του βίου του, πολυποίκιλτος χαρισμάτων έζησε ποιητικά δηλαδή δημιουργικά με μια ουσιαστική αναμέτρηση με το Θεό- γιατί «αυτό είναι το μέτρο που σταθμίζει τη ουσία του ανθρώπου»- που λάτρευε, βίωνε και μαρτυρούσε με φιλοκαλική διάθεση ως ακαδημαϊκός δάσκαλος. Το «Κάλλος το Άγιον», ο Θεός και η Εκκλησία- κυρίως αυτή- έγινε στη πορεία της ζωής του το δοκιμαστήριο της καθημερινότητας του, η έμπνευση του για τη εν Χριστώ μαρτυρία μέσα από μοναδικά κείμενα θεολογικής ενασχόλησης αλλά και μέσα από τη καλλιτεχνική του παραγωγή σε τραγούδια και ποιήματα. Κοινή συνισταμένη όλων, το φώς, η ενδοστρέφεια πατερικού πνεύματος και η εξωστρέφεια μυστικοπαθούς καθαρότητος, στοιχεία της εσωτερικής του αλήθειας τα οποία τα προσκόμιζε, για να θυμηθούμε τον Γέροντα Χαλκηδόνος Μελίτωνα, στη «άχραντη οικουμενικότητα και την κράζουσα παγκοσμιότητα.» Όντως ο λόγος του οικουμενικός, απευθυνόμενος σε ένα κόσμο που ενώ ζητά βεβαιότητες και ασφάλεια στο βάθος των πραγμάτων αναζητά εναγώνια ένα άλλο ήθος, ένα άλλο τρόπο ζωής, αυτόν όπως παρατηρεί ο ίδιος, που «αποκαλύπτει τη αγιότητα ως μέτρον σεσαλευμένον και υπερεκχυνόμενον». Με αισθητήρια «γεγυμνασμένα» παρέμεινε πιστός, σε όλα τα κείμενα του, στη απόρριψη των βεβαιοτήτων που γεννά η θρησκευτική οπτική της Εκκλησίας, σε αντίθεση με το Θεό των εκπλήξεων και των αποκαλύψεων εντός της δραματικής πορείας της ιστορίας. Γι΄αυτό, με ιδιαίτερο ρωμαλέο δυναμισμό, ο Χρυσόστομος, κατέβαλε προσπάθεια να απεγκλωβίσει στο μέτρο των δυνατοτήτων του, τη θεολογία από τη «ξύλινη» γλώσσα, τη ακαδημαϊκή ακαμψία, και τη απρόσωπη σχέση της με το εκκλησιαστικό σώμα, από τις βεβαιότητες, τη άνεση και τη ποιμαντική ειδωλολατρία, πράγματα ουτοπικά με τη νέα σύγχρονη πολυπολιτισμική πραγματικότητα.
Δεν είναι λίγες οι φορές που στα κείμενα ή τον προφορικό του λόγο αναφέρεται ότι η κατανόηση του τρόπου υπάρξεως της Εκκλησίας οφείλει μεταξύ άλλων να είναι σύμφωνη με το πνεύμα των Πατέρων δηλαδή, προσαρμοσμένη στις νέες πραγματικότητες που ορίζει η ζωή και η ιστορία και όχι η μουσειακή προσκόλληση στο παρελθόν εξαιτίας φοβικών κολλημάτων και προσωπικών αδυναμιών συμπόρευσης, όπως «η γυναίκα του Λώτ», και κυρίως έλλειψη στιβαρής παιδείας, θεολογικής και θύραθεν.
Η αντίληψη αυτή κατά πάντα εκκλησιαστική και με φρόνημα πατερικό, δύσκολα κατανοήθηκε από τους πολλούς, ακόμη και από συναδέλφους του ακαδημαϊκούς, πολύ περισσότερο από κύκλους φονταμενταλιστών, ακραίων οπαδών μιας ειδωλοποιημένης, εθνικιστικής, ιδεολογικής και εξουσιαστικής Εκκλησίας ανίκανης να γευθεί τη απτή εμπειρία και γεύση της ζωής που προσφέρει η κοινωνία της απλής εκκλησιαστικότητας που δεν μικραίνει το Θεό ούτε το άνθρωπο. Ο Χρυσόστομος, στο πνεύμα των μεγάλων θεολόγων, παλαιών και νεωτέρων, υπήρξε υμνητής της ζωής και του πολιτισμού της Σάρκωσης του Λόγου. Κατ΄εξοχήν Χαλκηδόνιος, βλέπει ολιστικά τη πρόσκληση στη Καινή Ζωή, ζωή της «ευλογημένης Βασιλείας» για το «ελθέτω» της οποίας προσεύχεται αδιαλείπτως η ευχαριστιακή σύναξη. Κάνοντας πράξη τη μετα-λειτουργία, τη μεταφορά της Ευχαριστίας στη ζωή του, έδωσε τη δική του μαρτυρία για τη σχέση που οφείλει να έχει ο άνθρωπος με το Θεό, σχέση κατ’ εξοχήν ερωτική αφού έξω από αυτό τον έρωτα χάνεται η ομορφιά και η λαμπρότητα. Αυτό το «πλάτεμα» της ύπαρξης που μεταμορφώνει και αγκαλιάζει τα πάντα δεν μπορεί να λειτουργήσει τόνιζε, δίχως τη ελευθερία που αίρει τη καταθλιπτική μονιμότητα σε βεβαιότητες μέσα από τη έκρηξη αγάπης προς τον άλλο, το μετανάστη, τον εκδιωγμένο, τον περιθωριακό, τον κάθε άνθρωπο. Γεγονός που δικαιολογεί τον ισχυρό και άκρως ενδιαφέροντα διάλογο της Εκκλησίας με τη δημόσια πλατεία, τον κόσμο και τον άνθρωπο. «Τι γυρεύει η αλεπού στο παζάρι» είναι ένας τρανταχτός τίτλος κειμένων για το διάλογο της Ορθοδοξίας με τη Πόλη, τη πολιτική, το πολιτισμό, δηλαδή αποκρυπτογράφηση του καιρού μας και η σχέση του με τη αυτοσυνειδησία της Εκκλησίας, πραγματικότητες που με προφητική ενάργεια ο Χρυσόστομος κατέγραψε.
Ωστόσο, απ΄όλα τα αγωνιώδη κείμενα του Σταμούλη ξεχωρίζει το «Ύλη αδίδακτος ο Θάνατος». Βέβαια, είναι κυρίαρχο θέμα μαζί με τον έρωτα δηλαδή τη ζωή σε πολλά του κείμενα. Θα σημειώσει ο ίδιος, ότι η αδυναμία του σύγχρονου ανθρώπου να αποδεχθεί το θάνατο αποτελεί δίχως άλλο και αδυναμία να αποδεχθεί τη ζωή και το νόημα της. Στα ουσιώδη αυτά μελετήματα διαπιστώνει κανείς μια βαθύτερη εσωτερική ωρίμανση του συγγραφέα, αλλά και μια πιθανόν, ασυνείδητη προετοιμασία του ίδιου για το επέκεινα. Ο Χρυσόστομος Σταμούλης, επάξια και ποιητικά κατοίκησε ως άνθρωπος στη γη έχοντας βιωματικά υπ’ όψιν του, τον Άγιο Γρηγόριο το Θεολόγο οποίος θαυμάσια αναφέρεται στη πορεία του ανθρώπου και στη κατάληξη του με τα εξής: «Όναρ εσμέν μη ιστάμενον, φάσμα τε μη κρατούμενον, ναύς επί θαλάττη, ίχνους ούκ έχουσα, ατμίς, κόνις, δρόσος εωθινή, πτήσις παρερχομένη, άνθος καιρώ φαινόμενον και καιρώ λυόμενον.»
Ο ήδη αναπαυόμενος «εκ των κόπων αυτού» Χρυσόστομος Σταμούλης, ο θεολόγος ακαδημαϊκός δάσκαλος, ο ποιητής και μουσικός, για μας, τους βαρυαλγείς και βαρύθυμους και περιλειπούμενους που «θαλερόν κατά δάκρυ χέοντες» κατά το ποιητή, για την αιφνίδια μετάβαση στη αιωνιότητα, αποτελεί πρόσωπο που ξεδίπλωσε με σύγχρονο τρόπο τα «εγκεκρυμμένα» της θεολογίας και μια άλλη θέαση της Εκκλησίας. Αφήνει μια σπουδαία παρακαταθήκη που απευθύνεται σε κοινό πολύμουσον, ευγενές, με ευαίσθητες κεραίες για υψηλές πνευματικές αναζητήσεις. Ως εκ τούτου η μνήμη του θα είναι απαλαίωτος και αιώνια.