27.9 C
Athens
Πέμπτη, 19 Ιουνίου, 2025

Περί της ημερίδος της Μητροπόλεως Πειραιώς για το Ουκρανικό

Του Ιερομονάχου Νικήτα Παντοκρατορινού

Έγινε πρόσφατα στην Μητρόπολη Πειραιώς μια θεολογική ημερίδα με τίτλο «Η Θεολογική Διάσταση του Ουκρανικού Ζητήματος και το Γεωπολιτικό του Υπόβαθρο». Παρ’ όλη την ιεροκανονική τακτοποίηση του ζητήματος από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, οι αντιδράσεις από πλευράς των Ρώσων και των αντιφρονούντων, δεν παύουν. Θέλουν να κρατούν το ζήτημα ανοιχτό επαναλαμβάνοντας όλη τη ρητορική τους, που πόρρω απέχει από την εφαρμογή των ιερών κανόνων, την αλήθεια του Ευαγγελίου και των ιερών παραδόσεων της Εκκλησίας. Όλα τα επιχειρήματά τους έχουν προ πολλού αποδομηθεί, όμως, όπως βλέπουμε, ακόμα γίνονται προσπάθειες να αποδειχτεί ότι το άσπρο είναι μαύρο και το μαύρο άσπρο.

Με αφορμή, λοιπόν, την επανάληψη των ρωσικών θέσεων πάνω στο ουκρανικό ζήτημα σε αυτήν την ημερίδα, δεν θα ήταν άστοχο να επαναλάβουμε και εμείς συνοπτικά, ως μια απάντηση στα όσα αναφέρθηκαν στην ημερίδα, την ουσιώδη αλήθεια και τον τρόπο με τον οποίο το Οικουμενικό Πατριαρχείο έδωσε λύση στο μείζον αυτό ζήτημα, που ταλάνιζε την πολύπαθη από τους Ρώσους Ουκρανία για πάνω από 30 έτη. Για να μην επέλθει η λήθη και παραμείνει να ακούγεται μόνο η ρωσική προπαγάνδα αναφέρουμε τα παρακάτω.

Το 1589 η Εκκλησία της Ρωσίας έλαβε την Πατριαρχική αξία. Τα όρια της κανονικής δικαιοδοσίας του Πατριαρχείου της Ρωσίας ορίσθηκαν σύμφωνα με τα εδαφικά όρια του Βασιλείου της Μεγάλης Ρωσίας και των υπερβορείων μερών του 1589. Οι περιοχές της Μικράς Ρωσίας (Ουκρανίας) και της Λευκορωσίας δεν ανήκαν τότε στο Βασίλειο της Μεγάλης Ρωσίας, αλλά στην Πολωνολιθουανική Κοινοπολιτεία.

Το 1686 ο Οικουμενικός Πατριάρχης Διονύσιος Δ΄ υπέγραψε την γνωστή Συνοδική πράξη. Στην Πατριαρχική αυτή πράξη δίνεται οικονομικώς η άδεια στον Πατριάρχη Μόσχας να χειροτονεί και να ενθρονίζει τον εκλεγμένο Μητροπολίτη Κιέβου, υπό τον απόλυτο και απαραίτητο όρο ότι ο Μητροπολίτης Κιέβου θα μνημονεύει σε κάθε θεία Λειτουργία το όνομα του Οικουμενικού Πατριάρχη, πράγμα που σημαίνει ότι θα παρέμενε στην κανονική δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Τον 18οκαι 19οαιώνα η πολιτική ρωσοποίησης της Ουκρανίας, ιδίως στον θρησκευτικό τομέα, ήταν συστηματική και παρατηρείται και μετά την ανακήρυξη από τον Πέτρο Α’ της Μοσχοβίας ως ρωσικής αυτοκρατορίας, καθώς υπό την πίεση της κρατικής πολιτικής και της ρωσικής ορθοδοξίας ξεκίνησε η απαξίωση της ουκρανικής εθνικής κουλτούρας και πραγματοποιούνταν αντικατάσταση των ουκρανικών ορθόδοξων παραδόσεων με ρωσικές.

Η Αικατερίνη Β΄, επίσης, συνέχισε εντατικά την πολιτική της κοσμικής και θρησκευτικής ρωσοποίησης της Ουκρανίας. Η επέκταση της κυριαρχίας της Ρωσίας την περίοδο της βασιλείας της Αικατερίνης Β’ σε όλη σχεδόν την περιοχή της σημερινής Ουκρανίας και Λευκορωσίας που ανήκαν στην Πολωνία, προκάλεσε σύγχυση της αναφοράς των δικαιοδοσιών στις επαρχίες αυτές της Μητροπόλεως Κιέβου. Οι υπαγόμενες επί αιώνες στην Μητρόπολη Κιέβου περιοχές αυτές, υπόκειντο πλέον στον αποκλειστικό δυναστικό έλεγχο των τσάρων της Ρωσίας και ενσωματώθηκαν στην Εκκλησία της Ρωσίας. Η ενσωμάτωση αυτή δεν σημαίνει ότι έγινε με κάποια κανονική πράξη της Εκκλησίας. Έγινε αντικανονικά και αυθαίρετα, πράγμα το οποίο είναι αδιαμφισβήτητο, αφού δεν τηρήθηκαν οι όροι του Συνοδικού Γράμματος του 1686. Σε αυτή την αντικανονική απορρόφηση γίνεται αναφορά ακόμα και στον Τόμο της Εκκλησίας της Πολωνίας, τον οποίο αναγνώρισε και η Ρωσία το 1948. Αναγνώρισε λοιπόν ότι είχε ενεργήσει αντικανονικά, αφού αποδέχτηκε όλα όσα ήταν διατυπωμένα στον Τόμο, όπως είχαν κάνει όλες οι άλλες Αυτοκέφαλες Ορθόδοξες Εκκλησίες νωρίτερα. Επομένως, είναι αβάσιμος ο ισχυρισμός ότι σύμφωνα με την πανορθόδοξη εκκλησιαστική συνείδηση η Ουκρανία ανήκε στην Εκκλησία της Ρωσίας πάνω από τρεις αιώνες. Αν ίσχυε αυτό, δεν θα αναγνώριζε καμία Εκκλησία την Αυτοκεφαλία της Εκκλησίας της Πολωνίας ή θα ζητούσαν να αλλάξει η αναφορά αυτή του Τόμου ως ψευδής. Είναι ξεκάθαρο πως με τον Τόμο της Εκκλησίας της Πολωνίας διατρανώνεται ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο ποτέ δεν θεώρησε ότι με την Συνοδική Πράξη του 1686 έδωσε στην δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Μόσχας την Ουκρανία.

Τα Συνταγμάτια, τα οποία αναφέρθηκαν ως επιχείρημα στην ημερίδα, για την απόδειξη της δικαιοδοσίας της Εκκλησίας της Ρωσίας στην Ουκρανία, δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να έχουν το κύρος κάποιου Τόμου ή Συνοδικής πράξης. Άλλωστε ούτε οι ίδιοι οι Ρώσοι δεν τα ελάμβαναν υπ’ όψιν τους, αφού η Σύνοδος της Εκκλησίας της Ρωσίας σε απαντητική επιστολή της προς την πρόσκληση του Οικουμενικού Πατριάρχου Γρηγορίου ΣΤ΄ (1868) για την Μεγάλη Σύνοδο που επρόκειτο να συγκληθεί στην Κωνσταντινούπολη (1872) για το Βουλγαρικό ζήτημα «ὑπέδειξεν ὡς οὐδετερώτερον μέρος πρὸς τοῦτο τὸ ἀρχαῖον Κίεβον». Δεν θεωρούσε δηλαδή την Μητρόπολη Κιέβου, περιοχή που ανήκει στην δικαιοδοσία του, όπως έγραφαν τα Συνταγμάτια, αλλά ουδέτερη περιοχή.

Το 1990 το Πατριαρχείο Μόσχας παραχώρησε στην Εκκλησία της Ουκρανίας αυτοδιοίκηση, με ευρεία δικαιώματα αυτονομίας. Τότε δημιουργήθηκε η σημερινή «Αυτόνομη Εκκλησία της Ουκρανίας του Πατριαρχείου Μόσχας». Η ιστορία της λοιπόν είναι μόλις 35 χρόνια. Τότε για πρώτη φορά, αντικανονικά, δόθηκε ο τίτλος του Μητροπολίτη Κιέβου και πάσης Ουκρανίας στον Προκαθήμενο της (που τον κατείχε μέχρι την ενωτική Σύνοδο του Δεκεμβρίου του 2018, όπου δόθηκε στον Προκαθήμενο της νέας Αυτοκεφάλου Εκκλησίας Επιφάνιο). Το Πατριαρχείο Μόσχας ήθελε με αυτόν τον τρόπο να έχει τον απόλυτο έλεγχο  στην Εκκλησία της Ουκρανίας για να μην τεθεί αίτημα Αυτοκεφαλίας και χάσει έτσι οποιαδήποτε επιρροή θα είχε σε αυτήν. Όμως στην συνείδηση των Ουκρανών αυτό δεν ήταν ανεκτό. Έτσι το 1992 όλη η Ιεραρχία της αυτόνομης Εκκλησίας της Ουκρανίας, με επικεφαλής τον Μητροπολίτη Κιέβου Φιλάρετο, υπέγραψε ομοφώνως το αίτημα Αυτοκεφαλίας. Το Πατριαρχείο Μόσχας αμέσως το απέρριψε και ζήτησε την άμεση παραίτηση του Φιλαρέτου, τον οποίον μετά την άρνησή του να παραιτηθεί τον καθαίρεσε και τον αντικατέστησε με τον Μητροπολίτη Βλαδίμηρο. Αυτός είναι ο λόγος της καθαίρεσής του. Το Πατριαρχείο Μόσχας απέρριπτε πάντοτε οτιδήποτε είχε να κάνει με την Αυτοκεφαλία της Εκκλησίας της Ουκρανίας και καταδίκαζε όλους τους υπέρμαχους αυτής, επειδή στέκονταν εμπόδιο στα σχέδια που είχε για την πλήρη απορρόφηση της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας στην δικαιοδοσία του. Ο Μητροπολίτης Φιλάρετος δεν περίμενε τέτοια εξέλιξη και αμέσως προσέφυγε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Όμως, πολύ σοφά ο Οικουμενικός Πατριάρχης δεν έκανε αποδεκτό το αίτημα, διότι ήθελε να δοθεί ειρηνική λύση στο πρόβλημα με την σύμφωνη γνώμη όλων των πλευρών, για να μην υπάρχουν διαμάχες στο Σώμα της Εκκλησίας. Επανειλημμένως ζήτησε από το Πατριαρχείο Μόσχας να δώσει λύση στο ζήτημα της Ουκρανίας, ξεκινώντας διάλογο με την άλλη πλευρά. Πάντα ήθελε να λυθεί το ζήτημα από κοινού με την Εκκλησία της Ρωσίας. Και βέβαια, συμφωνούσε και αναγνώριζε τις αποφάσεις καθαίρεσης του Φιλαρέτου που απαιτούσε η πλευρά της Ρωσίας διότι έτσι διατηρούνταν οι θερμές σχέσεις μεταξύ Οικουμενικού Πατριαρχείου και Πατριαρχείου Μόσχας, γιατί επέκειτο συνεργασία πάνω σε αυτό το μείζον θέμα και πρόβλημα. Αυτή ήταν και η επιθυμία όλων των κατά τόπους Εκκλησιών, παρ’ όλο που όλες αναγνώριζαν μόνο την αυτόνομη Εκκλησία της Ουκρανίας του Πατριαρχείου Μόσχας ως κανονική.

Όμως, το Πατριαρχείο Μόσχας, όπως αποδείχτηκε, δεν είχε καμία πρόθεση συνεργασίας για την τακτοποίηση του ζητήματος. Ως εκ τούτου, το Οικουμενικό Πατριαρχείο ενήργησε μονομερώς, ως ώφειλε, για την ιεροκανονική λύση του προβλήματος. Σύμφωνα με τους ιερούς κανόνες, την ιερά παράδοση, τα προνόμια-ευθύνες που έλαβε από τις Οικουμενικές Συνόδους και την διαχρονική πράξη της Εκκλησίας, θεράπευσε το σχίσμα στην Ουκρανία στις 11 Οκτωβρίου 2018 και στις 15 Δεκεμβρίου του ιδίου έτους, στην ενωτική Σύνοδο, εκλέχθηκε ο νέος Μητροπολίτης Κιέβου και πάσης Ουκρανίας κ.κ. Επιφάνιος, ο οποίος έλαβε και τον Τόμο Αυτοκεφαλίας στις 6 Ιανουαρίου 2019. Ο Τόμος Αυτοκεφαλίας χορηγήθηκε όπως χορηγήθηκαν και όλοι οι άλλοι Τόμοι, χωρίς να χρειάζεται συναίνεση από άλλες τοπικές Εκκλησίες, καθώς αυτό είναι αποκλειστικό προνόμιο του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Σε κανονικό έδαφος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, στην Ουκρανία των 45 εκατομμυρίων, η Μητέρα Εκκλησία για άλλη μια φορά έδωσε από τα σπλάχνα της και δημιούργησε μια νέα Αυτοκέφαλη Εκκλησία.

Όπως είδαμε οι πρώην σχισματικοί είχαν αποκατασταθεί τον Οκτώβριο του 2018, οπότε είναι άστοχη η αναφορά στην ημερίδα ότι χορηγήθηκε ο Τόμος αυτοκεφαλίας στους σχισματικούς, διότι δεν υπήρχαν σχισματικοί τον Ιανουάριο του 2019. Οι κανόνες στους οποίους αναφέρονται, που ορίζουν το όποιος κοινωνεί με ακοινώνητο είναι κι αυτός ακοινώνητος, δεν έχουν πλέον καμία εφαρμογή στη συγκεκριμένη περίπτωση διότι δεν υπήρχαν σχισματικοί και ακοινώνητοι στην Ουκρανία όταν παραχωρήθηκε ο Τόμος.

Στην ενωτική Σύνοδο στο Κίεβο προήδρευσε ο Μητροπολίτης Γαλλίας (νυν Γέρων Χαλκηδόνος) Εμμανουήλ και είναι πολύ λυπηρό που τελευταία επιχειρείται ένα άλλο εγχείρημα (που πιθανώς και αυτό να είναι ρωσοκίνητο)﮲ αυτό της σπιλώσεως του ονόματός του. Είναι διαπιστωμένο ότι ο άνθρωπος που εργάζεται, που προσφέρει κάτι καλό, πάντα φθονείται και πολεμείται. Από εκεί φαίνεται και η αξία του. Πόσες φορές δεν συκοφαντήθηκε και ο Οικουμενικός Πατριάρχης; Αλλά παραμένει εκεί. Μάρτυς της ορθοδοξίας, διότι αγαπάει την Εκκλησία. Έτσι και σε αυτήν την περίπτωση, η αγάπη και η αφοσίωση του Μητροπολίτη Χαλκηδόνος στην Μητέρα Εκκλησία και τον Οικουμενικό Πατριάρχη προκάλεσε τον φθόνο και τις συκοφαντίες. Ο άνθρωπος που κοπίασε όσο κανένας άλλος για το ουκρανικό εκκλησιαστικό ζήτημα, που νυχθημερόν εργάζεται για την άρτια συνέχιση και πρόοδο της νέας Αυτοκέφαλης Εκκλησίας, βάλλεται από «ανωνύμους». Όλοι καταλαβαίνουμε πόση σημασία θα πρέπει να δίνεται σε τέτοιου είδους «ανώνυμα» σχόλια και ψευδή στοιχεία.

Στην ημερίδα έγινε μια προσπάθεια παρερμηνείας των κανόνων  (θ’ και ιζ’ της Δ’ Οικ. Συνόδου) που δίνουν το δικαίωμα του Έκκλητου στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, να εξετάζει υποθέσεις άλλων Εκκλησιών όταν αυτό του ζητηθεί. Δηλαδή ουσιαστικά έγινε προσπάθεια άρσεως του δικαιώματος του καθηρημένου Μητροπολίτη Φιλαρέτου να προσφύγει στο Οικουμενικό Πατριαρχείο για την αποκατάστασή του. Όμως ο Οικουμενικός Πατριάρχης, τελικώς, τον αποκατέστησε διότι είχε περιέλθει σε αυτήν την κατάσταση και στο σχίσμα για λόγους όχι δογματικούς, αλλά διότι ήθελε την Αυτοκεφαλία της Εκκλησίας της χώρας του και όχι την εξάρτησή της από την Εκκλησία της Ρωσίας. Και στο πρόσωπο αυτού αποκατέστησε και τα πολλά εκατομμύρια ουκρανών πιστών που ήταν και αυτοί σχισματικοί, αφού ανήκαν στο σχισματικό Πατριαρχείο Κιέβου του οποίου ήταν «Προκαθήμενος».

Το προνόμιο του Οικουμενικού Πατριαρχείου να δέχεται Έκκλητο προσφυγή από άλλες τοπικές Εκκλησίες ήταν και είναι τόσο εδραιωμένο στην ιερά παράδοση και πράξη της Εκκλησίας, που στην ερώτηση του ρωσικού κλήρου προς τους Πατριάρχες της Ανατολής το 1663, αν το Οικουμενικό Πατριαρχείο έχει το δικαίωμα να κρίνει υποθέσεις άλλων τοπικών Εκκλησιών, όλοι οι Πατριάρχες ομοφώνως απάντησαν καταφατικά, προσθέτοντας ότι μόνο το Οικουμενικό Πατριαρχείο έχει αυτό το δικαίωμα. Δεν υπάρχει μέχρι σήμερα στην ιστορία της ορθοδόξου Εκκλησίας κάποια εξαίρεση που να αποδεικνύει ότι κατατέθηκε κάποτε αίτημα προσφυγής σε άλλον Προκαθήμενο εκτός του Οικουμενικού Πατριάρχη. Και είναι φανερό ότι το Πατριαρχείο Μόσχας προσπαθεί να πλήξει με οποιονδήποτε τρόπο το κανονικό δικαίωμα του Οικουμενικού Πατριάρχη να δεχθεί το Έκκλητον του καθαιρεθέντος Μητροπολίτη Κιέβου Φιλαρέτου και να τον αποκαταστήσει στην εκκλησιαστική κοινωνία, διότι όποιος αποδέχεται αυτό το προνόμιο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αποδέχεται και την αποκατάσταση των πρώην σχισματικών στην Ουκρανία. Την ιερά αυτή πράξη της Εκκλησίας την γνωρίζουν πολύ καλά όλες οι κατά τόπους Εκκλησίες και συνεχίζεται μέχρι και τις μέρες μας, όπου προσφάτως ο πρώην Μητροπολίτης Πάφου Τυχικός έπραξε το ίδιο για την δική του αποκατάσταση. Από την στιγμή που ενεργεί με αυτόν τον τρόπο, είναι προφανές ότι αποδέχεται και την κοινωνία με την νέα Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ουκρανίας που προϋπόθεση για την δημιουργία της ήταν η αποκατάσταση των πρώην σχισματικών Φιλαρέτου και Μακαρίου μέσω της Εκκλήτου προσφυγής που έκαναν και αυτοί στον Οικουμενικό Πατριάρχη.

Αυτά είναι πράγματα τα οποία είναι καθιερωμένα μέσα στην παράδοση της ορθοδόξου Εκκλησίας, η οποία πορεύεται έτσι πολλούς αιώνες. Και εμείς, πορευόμενοι μέσα σε αυτά που μας παρέδωσε η Εκκλησία, είμαστε ασφαλείς. Είναι σημαντικό ότι τα προνόμια αυτά ο Οικουμενικός Πατριάρχης δεν τα πήρε μόνος του, ούτε τα απαίτησε, αλλά τα έδωσαν Οικουμενικές Σύνοδοι και δυστυχώς, όποιος τα αμφισβητεί, αμφισβητεί τις αποφάσεις των θεοφόρων Πατέρων που μετείχαν σε αυτές τις Συνόδους. Και είναι όλα καρποί του Αγίου Πνεύματος που είναι τέλειος Θεός, και ό,τι δημιούργησε ο Θεός είναι τέλειο και δεν θέλει διόρθωση. Δεν μπορεί να γίνει καλύτερο. Εάν παρέμβουμε, χάνουμε την γνησιότητα της ιεράς μας παραδόσεως.

Όσον αφορά τον έτερο «Προκαθήμενο» της σχισματικής «Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ουκρανίας» Μακάριο Μαλέτιτς, έγιναν εκτεταμένες προσπάθειες να παγιωθεί στην συνείδηση του λαού ότι είναι αυτοχειροτόνητος. Η σπουδαία όμως μελέτη του Μεγάλου Πρωτοσυγκέλλου του Οικουμενικού Πατριαρχείου Γρηγορίου Φραγκάκη «Περί τῆς θεραπείας τοῦ ἐν Οὐκρανίᾳ ἐκκλησιαστικοῦ ζητήματος ὑπό τῆς Μητρός Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως. (Τό ζήτημα τῶν χειροτονιῶν)» καταρρίπτει και αυτές τις εικασίες διότι αποδεικνύεται ότι η αποστολική διαδοχή του Μακαρίου έλκεται από την Πολωνική Εκκλησία.

Στην ημερίδα έγινε και η αναφορά ότι δήθεν οι αποκατασταθέντες δεν έδειξαν την πρέπουσα μετάνοια για να επανέλθουν στους κόλπους της Εκκλησίας. Πώς όμως μπορούμε να πούμε ότι δεν έδειξαν την πρέπουσα μετάνοια; Η πράξη που έδειξε την πραγματική μετάνοιά τους ήταν η απόφασή τους να διαλύσουν τις δομές που υπηρετούσαν για δεκαετίες﮲ το «Πατριαρχείο Κιέβου» και την «Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ουκρανίας». Αν δεν είχαν μετανοήσει δεν υπήρχε περίπτωση να υπογράψουν για την διάλυσή τους. Όταν όμως από την Εκκλησία της Ρωσίας λένε ότι δεν μετανόησαν, ουσιαστικά εννοούν ότι δεν μετανόησαν ως προς το θέμα της Αυτοκεφαλίας της Ουκρανίας που επέμεναν να ποθούν.

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης, λοιπόν, στο ουκρανικό εκκλησιαστικό ζήτημα δεν λειτούργησε ως Πάπας και πρώτος άνευ ίσων, όπως τον κατηγορούν, διότι δεν έκανε τίποτε παραπάνω από ό,τι επιτάσσουν τα προνόμια που του χορήγησε η Εκκλησία, τα οποία του αναθέτουν την ευθύνη και την μέριμνα για την ευστάθεια όλων των λοιπών τοπικών Εκκλησιών. Και έχει την γνώση ότι θα ήταν υπόλογος ενώπιον του Θεού, αν άφηνε αυτά τα εκατομμύρια ανθρώπων να παραμείνουν στο σχίσμα. Είχε το χρέος να το πράξει και να δώσει την λύση. Και βλέπουμε την διόρασή του, καθώς έδωσε την Αυτοκεφαλία στην Ουκρανία λίγα χρόνια πριν την εισβολή των Ρώσων. Και είναι βέβαιο πως αν δεν είχε αποδοθεί η Αυτοκεφαλία και ο Τόμος, τώρα κανείς ουκρανός δεν θα έμενε ορθόδοξος. Όλοι θα είχαν προστρέξει στους καθολικούς ή τους ουνίτες, αφού οι μόνοι «ορθόδοξοι» θα ήταν παράρτημα αυτών που θα ευλογούσαν τον θάνατό τους. Στην ημερίδα, δυστυχώς, δεν ακούστηκε τίποτα για την οδό σωτηρίας που βρήκαν εκατομμύρια Ουκρανοί με την δημιουργία της νέας Αυτοκέφαλης Εκκλησίας. Έγιναν μόνο αναφορές για δήθεν αντικανονικές πράξεις. Ποιος ασχολήθηκε όμως με την σωτηρία εκατομμυρίων ψυχών; Μόνο ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος και οι συν αυτώ.

Η ουκρανική Εκκλησία του Πατριαρχείου Μόσχας ανακοίνωσε τον Μάιο του 2022 ότι αφαιρεί όλες τις αναφορές στο Πατριαρχείο Μόσχας από το καταστατικό της. Φυσικά αυτό δεν έγινε αποδεκτό από την ρωσική Εκκλησία. Και είδαμε ότι στην πραγματικότητα η σύνδεση αυτή δεν έχει διακοπεί. Αν είχαν αποκηρύξει την Εκκλησία της Ρωσίας και την σχέση της με αυτήν, όπως ισχυρίζονται, θα βλέπαμε την αντίδραση της Ρωσίας να είναι ανάλογη με αυτήν του 1992 όταν ο Φιλάρετος αποκήρυξε πρώτος την Εκκλησία της Ρωσίας. Δηλαδή θα είχαμε καθαιρέσεις και αφορισμούς. Όμως, δυστυχώς, η «αποκήρυξη» που έκανε τώρα η Εκκλησία αυτή είναι εικονική. Αυτό αποδεικνύεται και από τα γεγονότα της προσάρτησης των ουκρανικών επισκοπών στις κατεχόμενες περιοχές, δηλαδή την μετάβασή τους σε άμεση υπαγωγή στο Πατριαρχείο Μόσχας. Για αυτή την αρπαγή δεν υπάρχει καμία διαμαρτυρία από πλευράς της ουκρανικής Εκκλησίας, ενώ υπάρχει σφοδρή πολεμική και ρητορική μίσους όταν κάποια ενορία ψηφίζει να μεταφερθεί στην Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ουκρανίας.

Είναι γεγονός ότι η Αυτοκεφαλία της Ουκρανίας είναι μια τετελεσμένη εκκλησιαστική πράξη. Μια ενωτική ενέργεια της μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας για να επιτευχθεί όπως ο Κύριος λέει το «ἵνα ὦσιν ἕν». Και σιγά -σιγά θα πρέπει όλοι μας να το αποδεχτούμε. Και θα είναι πολύ χρήσιμο για όλους να πάψουν να προσπαθούν να αλλάξουν τα γενόμενα διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε αυτό που αναφέρεται στις Πράξεις των Αποστόλων, «ὅτι ἐὰν ᾖ ἐξ ἀνθρώπων ἡ βουλὴ αὕτη ἢ τὸ ἔργον τοῦτο, καταλυθήσεται· εἰ δὲ ἐκ Θεοῦ ἐστιν, οὐ δύνασθε καταλῦσαι αὐτό, μή ποτε καὶ θεομάχοι εὑρεθῆτε» (Πράξ. ε΄ 38-39).

Σχετικά άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ