12.3 C
Athens
Σάββατο, 1 Φεβρουαρίου, 2025

80 χρόνια μετά, γιατί μιλάμε ακόμη για Άουσβιτς;

Του Σεβ. Μητροπολίτου Σουηδίας κ. Κλεόπα

Την Δευτέρα, 27 Ιανουαρίου 2025, η Α. Θ. Παναγιότης, ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος ανέθεσε στον Θεοφιλέστατο Επίσκοπο Χριστουπόλεως κ. Εμμανουήλ, στον Ελλογιμώτατο κ. Γεώργιο Πηλιχό, συγγραφέα της μελέτης «Άουσβιτς: Έλληνες – Αριθμός Μελλοθανάτου», και στην ελαχιστότητά μου, να εκπροσωπήσουμε το Οικουμενικό Πατριαρχείο στις εκδηλώσεις τιμής για την 80η επέτειο από την απελευθέρωση του στρατοπέδου του Άουσβιτς – Μπίρκεναου από τα Σοβιετικά στρατεύματα, στις 27 Ιανουαρίου 1945.

Στην 80η επέτειο, 50 επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος, καθώς και ο Πολωνός Πρόεδρος Aντρέι Ντούντα, κατέθεσαν στεφάνια στο «Τείχος του Θανάτου», στο πρώτο στρατόπεδο του Άουσβιτς, όπου πυροβολήθηκαν χιλιάδες Πολωνοί αιχμάλωτοι, Εβραίοι και Σοβιετικοί αιχμάλωτοι πολέμου, για τους άνω του ενός εκατομμυρίου ανθρώπους, που βρήκαν μαρτυρικό θάνατο στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Άουσβιτς – Μπίρκεναου, στην Πολωνία, από το 1940 ως το 1945, με περισσότερους από 66.000 Έλληνες ανάμεσα στα θύματα, τιμώντας παράλληλα την μνήμη των συνολικά έξι εκατομμυρίων Εβραίων θυμάτων του Ολοκαυτώματος.

Οι επιζώντες του Ολοκαυτώματος ομιλητές και ο Piotr Cywinski, Διευθυντής του Μουσείου του Άουσβιτς, εξέφρασαν την ανησυχία τους για την αναζωπύρωση ακραίων ιδεολογιών. «Το Ολοκαύτωμα δεν ξεκίνησε με το Άουσβιτς, ξεκίνησε πρώτα με λόγια, και τράφηκε από την σιωπή και την αδιαφορία της κοινωνίας», τόνισε στην ομιλία της η επιζήσασα Εύα Ζεπέσι, στέλνοντας ένα ηχηρό μήνυμα στις νεώτερες γενιές, να μην αφήσουν την ιστορία να επαναληφθεί και προειδοποίησαν για τους κινδύνους του αυξανόμενου αντισημιτισμού. 

Η τελετή άρχισε στις 4 μ.μ. (τοπική ώρα), και διήρκησε περισσότερο από 2 ώρες, με την συμμετοχή 54 διεθνών αντιπροσωπειών. Μεταξύ των 2,700 περίπου προσώπων που απότισαν φόρο τιμής στα θύματα της ναζιστικής θηριωδίας, μέσα σε μια τεράστια θερμαινόμενη σκηνή, που είχε στηθεί πάνω από την «Πύλη του Θανάτου», την ιστορική πύλη εισόδου του Μπιρκενάου, ήταν βασιλείς, αρχηγοί κρατών και θρησκευτικοί ηγέτες, μεταξύ των οποίων ο Βασιλεύς Κάρολος Γ’ της Αγγλίας, η Πριγκίπισσα της Σουηδίας Βικτωρία, ο Γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, ο Καγκελάριος της Γερμανίας Όλαφ Σολτς, ο Πρωθυπουργός της Σουηδίας Ούλφ Κρίστερσον και ο Υφυπουργός Εξωτερικών της Ελλάδος Αναστάσιος Χατζηβασιλείου.

Το στρατόπεδο δημιουργήθηκε το 1940 στους στρατώνες του Οσβιέτσιμ, στην κατεχόμενη νότια Πολωνία, και το όνομά του εκγερμανίσθηκε σε Άουσβιτς από τους Ναζί. Οι 728 πρώτοι Πολωνοί πολιτικοί κρατούμενοι έφθασαν εκεί στις 14 Ιουνίου του ιδίου έτους. Το Άουσβιτς ήταν το σύμπλεγμα 30 στρατοπέδων συγκέντρωσης και εξόντωσης του ναζιστικού καθεστώτος.

Στις 27 Ιανουαρίου 1945, ο Κόκκινος Στρατός των Σοβιετικών, προελαύνοντας προς την Γερμανία, κατέλαβε το στρατόπεδο συγκέντρωσης Άουσβιτς – Μπίρκεναου, αποκαλύπτοντας παράλληλα την τραγική αλήθεια για την «τελική λύση», δηλαδή τις προγραμματισμένες μαζικές μεθόδους εξόντωσης κρατουμένων, με την χρήση των θαλάμων αερίων και των κρεματορίων.

Τα στρατόπεδα συγκέντρωσης ανέπτυξαν ως κεντρική τους θεωρία την ύπαρξη κατώτερων και ανώτερων ανθρώπων, την απαλλαγή της κοινωνίας από την παρουσία υπανθρώπων, όπως χαρακτηρίζονταν τότε οι Εβραίοι, και αποτέλεσαν τον αντίποδα της χριστιανικής ηθικής και του ανθρωπισμού, περιφρονώντας παντελώς τις χριστιανικές αρχές της ισότητος και της αγάπης προς τον συνάνθρωπο, αυτόν τον περιφρονημένο και περιθωριοποιημένο αδελφό της Ευαγγελικής περικοπής της Κυριακής της Κρίσεως.

Στις 24 Ιανουαρίου 1945, οι στρατιώτες της 322ης Μεραρχίας Τυφεκιοφόρων της 60ης Στρατιάς του Κόκκινου Στρατού άνοιξαν την εξωτερική πύλη του στρατοπέδου του θανάτου, με το διαβόητο σύνθημα “ARBEIT MACHT FREI” (η εργασία απελευθερώνει) και αντίκρισαν συγκλονισμένοι 7.000 εναπομείναντες εξαθλιωμένους επιζήσαντες ομήρους του στρατοπέδου. Έμειναν άναυδοι μπροστά στο μέγεθος της φρίκης που ξετυλίχτηκε μπροστά τους.

Η αντίστροφη μέτρηση για την οριστική ήττα των Ναζί είχε ήδη ξεκινήσει. Στις 17 Ιανουαρίου 1945, μπροστά στην προέλαση των σοβιετικών στρατευμάτων, οι Ες-Ες ανάγκασαν 60.000 φυλακισμένους να κάνουν την «Πορεία του θανάτου» προς άλλα στρατόπεδα της Δύσης, υποχρεώνοντάς τους δηλαδή σε εξοντωτικές πορείες θανάτου. Όσοι από τους κρατούμενους, λόγω της εξαθλιωμένης κατάστασης της υγείας τους, δεν μπορούσαν να περπατήσουν, εγκαταλείφθηκαν στα στρατόπεδα εξόντωσης, να πεθάνουν από την ασιτία και το ψύχος.

Από τις 21 ως τις 26 Ιανουαρίου 1945, οι Γερμανοί ανατίναξαν τους θαλάμους αερίου και τους φούρνους αποτέφρωσης του Μπιρκενάου και αποχώρησαν.

Στο παρελθόν είχα ασχοληθεί με το θέμα του Ολοκαυτώματος, εξαιτίας της συμμετοχής μου, με ομιλίες σε 3 διεθνή συνέδρια: α) συνοδεύοντας τον Οικουμενικό Πατριάρχη στο Ισραήλ (Δεκέμβριος 2027), και β) εκπροσωπώντας την Α. Θ. Παναγιότητα στο συνέδριο των Αθηνών, μαζί με τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Γέροντα Χαλκηδόνος κ. Εμμανουήλ (Οκτώβριος 2015) και γ) στο συνέδριο της Ρώμης (Φεβρουάριος 2020), προβάλλοντας την θαρραλέα στάση της Ορθοδόξου Εκκλησίας, η οποία, μέσω των ηρωϊκών πνευματικών ταγών της και όλων ανεξαιρέτως των βαθμίδων κληρικών της, αντιστάθηκε δυναμικά στους εκτοπισμούς των Εβραίων, διέσωσε πολλούς και μοιράστηκε, σε αρκετές περιπτώσεις, την ίδια με αυτούς μοίρα, βασανιστήρια, εξορία και εκτελέσεις.

Κλασσική παραμένει η ακόλουθη φράση του  Αρχιεπισκόπου Αθηνών Δαμασκηνού Παπανδρέου: «Εγώ έκαμα τον σταυρό μου, μίλησα με τον Θεό και απεφάσισα να σώσω όσες ψυχές Εβραίων ημπορώ, έστω κι αν κινδυνεύω. … Οι Ιεράρχες της Ελλάδος, στρατηγέ Στρόουπ, δεν τουφεκίζονται, απαγχονίζονται. Σας παρακαλώ να σεβασθήτε αυτήν την παράδοσιν.»

Δυστυχώς, δεν μου εδόθη στο παρελθόν η ευκαιρία να επισκεφθώ τον ιερό τόπο μαρτυρίου και τελευτής χιλιάδων συνανθρώπων μας, Χριστιανών και Ιουδαίων, για να αποτίσω φόρο τιμής στα θύματα της ναζιστικής θηριωδίας, κάτι το οποίο τελικώς έπραξα την Δευτέρα, 27 Ιανουαρίου 2025.

Η ημέρα της απελευθέρωσης του στρατοπέδου κηρύχθηκε από τα Ηνωμένα Έθνη «Ημέρα Μνήμης του Ολοκαυτώματος». Η επέτειος αυτή αναδεικνύει την σπουδαιότητα της ιστορικής μνήμης και περισυλλογής, σε μια εποχή που ο ρατσισμός και ο φανατισμός αποτελούν επίκαιρα θέματα, μιας και η ανθρωπότητα προφανώς δεν μαθαίνει από τις δοκιμασίες του παρελθόντος και ξεχνά πολύ γρήγορα, κι όταν ξεχνάς, είσαι καταδικασμένος να ξαναβιώσεις και να ξαναπενθήσεις τις ίδιες φρικαλεότητες!

Ευκαιρίας δοθείσης, θα κάνω μια σύντομη αναφορά στο βιβλίο «Night» (Νύχτα) του βραβευμένου με Νόμπελ Elie Wiesel, που αποτελεί μια οδυνηρή αυτοβιογραφική αφήγηση της επιβίωσής του ως έφηβος στα ναζιστικά στρατόπεδα θανάτου, θέτοντας, επίσης, εύγλωττα φιλοσοφικά και προσωπικά ερωτήματα, σχετικά με το τί ήταν το Ολοκαύτωμα και ποια η κληρονομιά του.

Στην εν λόγω μελέτη του, ο Elie Wiesel αναφέρεται στον απαγχονισμό δύο ενηλίκων Εβραίων κι ενός αγοριού από τα Ες-Ες. Προς εκφοβισμό των κρατουμένων, τα Ες-Ες τους υποχρέωσαν να παρελάσουν μπροστά από τα τρία θύματα. Αν και οι δύο ενήλικες ήταν ήδη νεκροί, το αγόρι χαροπάλευε για αρκετή ώρα. Η οδυνηρή αυτή εικόνα ώθησε έναν από τους κρατουμένους να διερωτηθεί μεγαλόφωνα: «Για όνομα του Θεού, πού είναι ο Θεός;» Τότε άκουσε ενδόμυχα μια φωνή να του λέει: «Εδώ ακριβώς είναι. Κρέμεται σ’ αυτές τις αγχόνες.»

Εδώ τίθεται το πρόβλημα της θεοδικίας. Γιατί να δοκιμάζεται ο δίκαιος και να ευημερεί ο άδικος; Πώς συμβιβάζεται η ύπαρξη του κακού στον κόσμο με την δικαιοσύνη και την ευσπλαχνία του Θεού;

Το ερώτημα αυτό θέτει ο Προφήτης Ιερεμίας και ο Προφητάναξ Δαυΐδ, απευθυνόμενοι προς τον Θεό, η δε περίπτωση του Δικαίου Ιώβ είναι η πλέον αντιπροσωπευτική της θεοδικίας. Δοκιμάζεται η πίστη του Ιώβ, κατά Θεία παραχώρηση, υπομένει με καρτερία τις δοκιμασίες και η προσευχή του είναι: «Εἴη τό ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον!», για να επαληθευθεί ο λόγος του Προφήτου Αββακούμ: «Ὁ δίκαιος ἐκ πίστεως ζήσεται».

Ο Απόστολος Παύλος αναφέρεται στην προσωπική του εμπειρία, όταν λέγει: «ὁ Θεὸς ἡμᾶς τοὺς ἀποστόλους ἐσχάτους ἀπέδειξεν, ὡς ἐπιθανατίους, ὅτι θέατρον ἐγενήθημεν τῷ κόσμῳ, καὶ ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις. ἡμεῖς μωροὶ διὰ Χριστόν, ὑμεῖς δὲ φρόνιμοι ἐν Χριστῷ· ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ὑμεῖς δὲ ἰσχυροί· ὑμεῖς ἔνδοξοι, ἡμεῖς δὲ ἄτιμοι. ἄχρι τῆς ἄρτι ὥρας καὶ πεινῶμεν καὶ διψῶμεν καὶ γυμνητεύομεν καὶ κολαφιζόμεθα καὶ ἀστατοῦμεν καὶ κοπιῶμεν ἐργαζόμενοι ταῖς ἰδίαις χερσί· λοιδορούμενοι εὐλογοῦμεν, διωκόμενοι ἀνεχόμεθα, βλασφημούμενοι παρακαλοῦμεν» και «εὐδοκῶ ἐν ἀσθενείαις, ἐν ὕβρεσιν, ἐν ἀνάγκαις, ἐν διωγμοῖς, ἐν στενοχωρίαις, ὑπὲρ Χριστοῦ· ὅταν γὰρ ἀσθενῶ, τότε δυνατός εἰμι».

Η κραυγή του Χριστού επί του σταυρού εκπληρώνεται ως προφητεία του 21ου Μεσσιανικού Ψαλμού. Αυτό το υψηλότερο σημείο της Θείας Κενώσεως, κατά τον Άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας, είναι η Σταυρική Θυσία, ονομάζεται δε και τελεία εγκατάλειψις και εκφράστηκε ως κραυγή επί του Σταυρού.

«Υπάρχει το Αουσβιτς, δεν μπορεί επομένως να υπάρχει Θεός», ανέφερε σε συνέντευξή του στον Ferdinando Camon ο Primo Levi, Ιταλοεβραίος χημικός, συγγραφεύς και ποιητής (1919-1987), επιζήσας του Ολοκαυτώματος,  (Ferdinando Camon, «Conversations with Primo Levi»).

«Η δοκιμασία της πίστης είναι επομένως τρομακτικά σκληρή: Αναζητούσα όλη μέρα μιαν απάντηση στην ψωριασμένη γη και στις στάχτες του ουρανού, αναζητούσα να βρω αυτό που ένωνε τους θαλάμους αερίων με τον Θεό. (Aaron Zeitlin (1898-1973), «Poems of the Holocaust and Poems of Faith»).

Το ερώτημα της υπάρξεως του Θεού θέτουν οι ανωτέρω λογοτέχνες και αν, σε περιπτώσεις όπως το Άουσβιτς, ο Θεός παραμένει αδιάφορος και απαθής, ή και μήπως έχει ήδη πεθάνει.

Ο Θεός όντως πέθανε, αλλά πώς; Η θανάτωση του Θεού βιώνεται στο παράδοξο της Σταυρικής Του θυσίας, στην Άκρα Ταπείνωση, στο Θείον Πάθος, όπου ψάλλουμε: «Ὁ Σταυρός σου Κύριε, ζωὴ καὶ ἀνάστασις ὑπάρχει τῷ λαῷ σου, καὶ ἐπ’ αὐτῷ πεποιθότες, σὲ τὸν σταυρωθέντα, Θεὸν ἡμῶν, ὑμνοῦμεν· Ἐλέησον ἡμᾶς.»

Δια του Θείου Πάθους, ο Θεάνθρωπος Κύριος μετέχει στο πάθος και τις δοκιμασίες της ανθρωπότητος. Πάσχει με τους πάσχοντες και, Αναστημένος πλέον, συνοδοιπορεί με τον Λουκά και τον Κλεόπα στην πορεία προς Εμμαούς, βεβαιώνοντάς μας ότι «ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος».

Ολοκληρώνω τις σκέψεις μου, παραθέτοντας τα ακόλουθα αποσπάσματα από την ομιλία της Α. Θ. Παναγιότητος, του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, στην Ολομέλεια της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης, στις 27 Ιανουαρίου 2025: «Το Οικουμενικό Πατριαρχείο αποτελεί ζωντανή απόδειξη ότι οι διαφορετικοί πολιτισμοί και οι διαφορετικές θρησκείες μπορούν να συνυπάρχουν με αλληλεγγύη και ειρήνη. Αυτό είναι το όραμα και το μήνυμά μας. … Μπορούμε να δώσουμε ανανεωμένη ελπίδα αν όλοι μας -πολιτικοί και θρησκευτικοί ηγέτες- εργαστούμε από κοινού για έναν κοινό στόχο: δηλαδή να αφήσουμε πίσω μας έναν κόσμο καλύτερο για τα παιδιά μας από αυτόν που κληρονομήσαμε ή δημιουργήσαμε. Έναν κόσμο όπου οι συγκρούσεις και ο πόλεμος δεν θα είναι οι τρόποι επίλυσης των διαφορών και των διαιρέσεων, όπου όλες οι θρησκείες και όλες οι φυλές θα γίνονται ισότιμα και αδιακρίτως σεβαστές, όπου οι άνθρωποι θα έχουν αρκετή αγάπη ως μητρική γλώσσα όλης της ανθρωπότητας και όπου η ποικιλομορφία της φύσης θα προστατεύεται».

Στο ερώτημα, λοιπόν, 80 χρόνια μετά, γιατί μιλάμε ακόμη για Άουσβιτς, απαντούμε: Για να διατηρήσουμε σε εγρήγορση την συνείδησή μας και ζωντανή την ιστορική μνήμη, μεταμορφώνοντας την οδύνη σε αλληλεγγύη, απαλλαγμένοι από μίσος, ρατσισμό και μισαλλοδοξία, τηρώντας στάση ωριμότητας και υπευθυνότητας κι όχι στάση πνευματικά αναπήρων ανθρώπων, οι οποίοι έχουν διαγράψει την λέξη «μνημοσύνη» από το λεξιλόγιό τους, παραδομένοι στον λήθαργο της λησμονιάς, απαθείς παρατηρητές στο μαρτύριο και τις στάχτες συνανθρώπων μας.

Ας προσανατολισθούμε προς την θεόσδοτη δωρεά του καθ᾽ ομοίωσιν!

80 Years Later, Why Do We Still Talk About Auschwitz?
By His Eminence Metropolitan Cleopas of Sweden

On Monday, January 27, 2025, His All-Holiness Ecumenical Patriarch Bartholomew entrusted the task of representing the Ecumenical Patriarchate at the commemoration of the 80th anniversary of the liberation of the Auschwitz-Birkenau concentration camp by Soviet forces on January 27, 1945, to His Grace Bishop Emmanuel of Christoupolis, Mr. George Pilihos, author of the study «Άουσβιτς: Έλληνες – Αριθμός Μελλοθανάτου»,“Auschwitz: Greeks – Number of Those Condemned to Die”, and myself.

On this 80th anniversary, 50 survivors of the Holocaust, as well as Polish President Andrzej Duda, laid wreaths at the “Wall of Death,” at the first Auschwitz camp, where thousands of Polish prisoners, Jews, and Soviet prisoners of war were shot. This was done in memory of the more than one million people who met a martyrdom at the Auschwitz-Birkenau concentration camp in Poland, from 1940 to 1945, with over 66,000 Greeks among the victims. This ceremony also honored the memory of the total six million Jewish victims of the Holocaust.

The Holocaust survivors and Auschwitz Museum Director Piotr Cywinski expressed their concerns about the resurgence of extreme ideologies. “The Holocaust didn’t begin with Auschwitz; it first started with words, and it was nourished by the silence and indifference of society,” emphasized Eva Zepesi, a survivor, in her speech. She sent a powerful message to the younger generations to not let history repeat itself and warned about the dangers of rising antisemitism.

The ceremony began at 4:00 PM (local time) and lasted for over two hours, with 54 international delegations participating. Among the 2,700 people who paid tribute to the victims of Nazi atrocities, in a large heated tent set up over the “Gate of Death,” the historic entrance gate of Birkenau, were kings, heads of state, and religious leaders, including King Charles III of England, Crown Princess Victoria of Sweden, French President Emmanuel Macron, German Chancellor Olaf Scholz, Swedish Prime Minister Ulf Kristersson and Greek Deputy Minister of Foreign Affairs Anastasios Chatzivasileiou.

The camp was established in 1940 at the barracks of Oświęcim in occupied southern Poland, and its name was Germanized to Auschwitz by the Nazis. The first 728 Polish political prisoners arrived there on June 14 of the same year. Auschwitz was a complex of 30 concentration and extermination camps under the Nazi regime.

On January 27, 1945, the Red Army of the Soviets, advancing toward Germany, captured the Auschwitz-Birkenau concentration camp. This also revealed the tragic truth about the “Final Solution,” that is, the planned mass extermination methods of prisoners using gas chambers and crematoria.

The concentration camps were based on the central theory of the existence of inferior and superior humans, advocating for the removal of subhumans—such as the Jews, who were then labeled as such—from society. These camps stood in stark contrast to Christian morality and humanism, utterly disregarding Christian principles of equality and love for one’s fellow human, as exemplified in the Gospel passage from the Sunday of Judgment, which speaks of the despised and marginalized brethren.

On January 24, 1945, soldiers of the 322nd Rifle Division of the 60th Soviet Army opened the outer gate of the death camp, marked with the infamous slogan “ARBEIT MACHT FREI” (work sets you free). They were confronted by the horrifying sight of 7,000 surviving prisoners, who had been left in a state of extreme malnutrition. They were stunned by the scale of the horror they encountered.

The countdown to the final defeat of the Nazis had already begun. On January 17, 1945, as Soviet forces advanced, the SS forced 60,000 prisoners to embark on the “Death March” to other camps in the West, subjecting them to brutal death marches. Those who could not walk, due to their deteriorating health, were abandoned at the extermination camps to die from starvation and the cold.

From January 21 to 26, 1945, the Germans blew up the gas chambers and cremation furnaces at Birkenau and retreated.

In the past, I have dealt with the topic of the Holocaust through my participation with presentations/papers in three international conferences: a) by accompanying the Ecumenical Patriarch to Israel (December 2027), b) by representing His All-Holiness at the Athens conference, along with His Eminence Elder Metropolitan Emmanuel of Chalcedon (October 2015), and c) at the Rome conference (February 2020), highlighting the courageous stance of the Orthodox Church, which, through its heroic spiritual leaders and all of its clergy, resisted the deportations of Jews, saved many, and often shared the same fate with them—torture, exile, and executions.

A classic quote from Archbishop of Athens Damaskinos Papandreou remains: “I made the sign of the cross, spoke with God, and decided to save as many Jewish souls as I could, even if I risked my life… The Hierarchs of Greece, General Stroop, are not shot, they are hanged. I ask you to respect this tradition.”

Unfortunately, I had not previously had the opportunity to visit the sacred place of martyrdom where thousands of our fellow humans -Christians and Jews- met their end, to pay tribute to the victims of Nazi atrocities. This, however, was something I finally did on Monday, January 27, 2025.

The day of the camp’s liberation was declared by the United Nations as “Holocaust Remembrance Day.” This anniversary highlights the importance of historical memory and reflection, in a time when racism and fanaticism are still pressing issues. Humanity clearly does not learn from the trials of the past and forgets far too quickly, and when you forget, you are condemned to relive and mourn the same horrors!

On this occasion, I would like to briefly refer to the book “Night” by Nobel Laureate Elie Wiesel, which is a painful autobiographical account of his survival as a teenager in Nazi death camps. It also eloquently raises philosophical and personal questions about what the Holocaust was and what its legacy is.

In his study, Elie Wiesel refers to the hanging of two adult Jews and a boy by the SS. To terrorize the prisoners, the SS forced them to march in front of the three victims. Although the two adults were already dead, the boy struggled for a long time before dying. This painful sight led one of the prisoners to cry out aloud: “For God’s sake, where is God?” Then, he heard an inner voice respond, “Here He is. He is hanging on these gallows.”

This raises the problem of theodicy. Why must the righteous suffer, while the wicked prosper? How can the existence of evil in the world be reconciled with the justice and mercy of God?

This question is raised by the Prophet Jeremiah and the Psalmist David as they address God, and the case of the righteous Job is perhaps the most representative example of theodicy. Job’s faith is tested by divine permission; he endures the trials with patience, and his prayer is, “Blessed be the name of the Lord!” thus confirming the words of the Prophet Habakkuk: “The righteous shall live by faith.”

Apostle Paul speaks of his personal experience when he says: “God has shown us apostles to be the last, as men sentenced to death, for we have become a spectacle to the world, both to angels and to men. We are fools for Christ’s sake, but you are wise in Christ; we are weak, but you are strong; you are honored, but we are dishonored. To the present hour, we both hunger and thirst, and we are naked and beaten, and we have no certain dwelling place; and we labor, working with our own hands. Being reviled, we bless; being persecuted, we endure; being defamed, we entreat.” And “I take pleasure in weaknesses, in reproaches, in necessities, in persecutions, in distresses for Christ’s sake; for when I am weak, then I am strong.”

Christ’s cry on the cross fulfills the prophecy of the 21st Messianic Psalm. This highest point of the Divine Kenosis, according to Saint Cyril of Alexandria, is the Sacrifice of the Cross, which is also called perfect abandonment and was expressed as the cry from the Cross.

“There is Auschwitz, so therefore there can be no God,” said Primo Levi, an Italian-Jewish chemist, writer, and poet (1919–1987), a Holocaust survivor, in an interview with Ferdinando Camon (Ferdinando Camon, Conversations with Primo Levi).

“The trial of faith is therefore terribly harsh: I searched all day for an answer in the scabby earth and the ashes of the sky, seeking to find what connected the gas chambers to God.” (Aaron Zeitlin (1898–1973), “Poems of the Holocaust and Poems of Faith”)

The question of God’s existence is raised by these writers, asking whether, in cases such as Auschwitz, God remains indifferent and apathetic, or perhaps has already died.

Indeed, God has died, but how? The death of God is experienced in the paradox of His Sacrifice on the Cross, in the Extreme Humiliation, in the Divine Passion, where we sing: “Your Cross, O Lord, is life and resurrection for Your people, and on it, we place our trust, praising You, the Crucified God, we pray to You: Have mercy on us.”

Through the Divine Passion, the God-Man Lord shares in the suffering and trials of humanity. He suffers with those who suffer and, having risen, walks with Luke and Cleopas on the road to Emmaus, assuring us that “Behold, I am with you all the days, to the end of the ages.”

I conclude my thoughts by quoting the following excerpts from the speech of His All-Holiness Ecumenical Patriarch Bartholomew to the Parliamentary Assembly of the Council of Europe, on January 27, 2025: “The Ecumenical Patriarchate is a living proof that different cultures and religions can coexist in solidarity and peace. This is our vision and our message. … We can offer renewed hope if all of us -political and religious leaders- work together for a common goal: to leave behind a better world for our children than the one we inherited or created. A world where conflict and war will not be the ways of resolving differences and divisions, where all religions and all peoples will be equally and indiscriminately respected, where people will have enough love as the mother tongue of all humanity, and where the diversity of nature will be protected.”

So, in response to the question of why, 80 years later, we still talk about Auschwitz, we answer: To keep our conscience awake and our historical memory alive, transforming suffering into solidarity, free from hatred, racism, and bigotry. We must adopt a stance of maturity and responsibility, not that of spiritually crippled people who have erased the word “remembrance” from their vocabulary, surrendered to the stupor of forgetfulness, indifferent spectators to the martyrdom and ashes of others.

Let us be guided towards the God-given gift of being created in “His likeness”!

Σχετικά άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ